Θυμάμαι, παιδί ακόμη, να με στέλνει ο παππούς μου στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς να του πάρω ένα κουτί τσιγάρα Santè, την κόκκινη κασετίνα με την πανέμορφη ξανθιά γυναίκα στη φωτό να καπνίζει, όταν είχε λεφτά, και πέντε τσιγάρα χύμα όταν δεν είχε. Η κασετίνα εκείνη όμως με τρέλαινε. Μου άρεσε να την κοιτάζω –σκέτος πίνακας ζωγραφικής–, και μάλιστα κάποια φορά προσπάθησα να του την «κλέψω» ως ενθύμιο, μόνο που ξέχασα να αφαιρέσω τα τσιγάρα και την ανακάλυψε. Κι έτσι, χάθηκε το ενθύμιο…
Η Ζωζώ Νταλμάς και τα Santè
Τα χρόνια πέρασαν, εγώ μεγάλωσα, ο παππούς έφυγε από τη ζωή, και η εικόνα εκείνη πέρασε στη λήθη, όπως και τόσα άλλα. Το παιδικό μου ερώτημα όμως παρέμενε: ποια ήταν εκείνη η πανέμορφη ξανθιά στην κόκκινη κασετίνα; Υπήρχε στην πραγματικότητα, ή επρόκειτο για φανταστικό έργο κάποιου ζωγράφου;
Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια, μέχρι να απαντήσω στην απορία μου. Η γυναίκα εκείνη ήταν πραγματική, και λεγόταν Ζωζώ Νταλμάς. Επρόκειτο για το μοντέλο που επέλεξε ο ζωγράφος να τοποθετήσει στη μακέτα του πακέτου, διάσημη χορεύτρια και ηθοποιός. Ενώ το όνομα Santè των τσιγάρων εκείνων οφειλόταν στη λατινική λέξη «sanitas», που σημαίνει υγεία – στη διαφήμιση αναφερόταν: «Πάντοτε με τα ελαφρά σιγαρέτα Σαντέ, που σας προφυλάσσουν από τας γνωστάς ενοχλήσεις». Ας μην ξεχνάμε πως εκείνη την εποχή πίστευαν πως το τσιγάρο κάνει καλό στην υγεία.
Τα τσιγάρα Santè πέρασαν στην ιστορία το 2016, μετά από 85 χρόνια ύπαρξης. Ο εκδοτικός οίκος Ύψιλον το 1998 προέβη στην έκδοση ενός τόμου με σκληρό εξώφυλλο με τον τίτλο «Santé – 15 συγγραφείς και ένα μυθικό τσιγάρο». Στο οπισθόφυλλο αναγράφεται: «Santé. Το τσιγάρο που τύλιξε στον καπνό του επτά δεκαετίες νεοελληνικού βίου. Δεκαπέντε συγγραφείς εμπλέκονται στο μύθο του. Και μέσα από το κατακόκκινο πακέτο ανασύρουν γεύσεις και αρώματα εποχών, επιθυμίες και αισθήσεις, όνειρα και περιπέτειες μνήμης, αποκαλύπτοντας τις λεπτομέρειες μιας σχέσης ιδιαίτερα προσωπικής όσο και ανέλπιστα συλλογικής». Οι 15 συγγραφείς που συμμετέχουν με κείμενά τους είναι οι: Πέτρος Αμπατζόγλου, Βασίλης Βασιλικός, Αναστάσης Βιστωνίτης, Μιχάλης Γκανάς, Τάσος Δενέγρης, Μάρω Δούκα, Ζυράννα Ζατέλη, Δημήτρης Καλοκύρης, Γιάννης Κοντός, Αχιλλέας Κυριακίδης, Γιώργος Μανιώτης, Άρης Μπερλής, Κωστής Παπαγιώργης, Γιώργος Σκαμπαρδώνης, Νίκος Χουλιαράς, ενώ το εικαστικό έχει κάνει ο Γιάννης Ψυχοπαίδης. Τιμής ένεκεν σε ένα τσιγάρο με το εμβληματικό κόκκινο πακέτο που πέρασε στην ιστορία.
Όπως πέρασε στην ιστορία και η μυθιστορηματική ζωή της πανέμορφης ξανθιάς με το τσιγάρο στην κόκκινη κασετίνα πολύ νωρίτερα, στις 31 Ιουλίου του 1988.
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο της ζωής της, ένα ρίγος διατρέχει το κορμί με τα όσα μαθαίνεις για εκείνη τη διάσημη αλλά και αυτοκαταστροφική ντίβα της εποχής.
Η αρχή του παραμυθιού
Η Ζωζώ Νταλμάς γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1906, το πραγματικό της όνομα ήταν Ζωή Σταυρίδου και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Έμαθε πιάνο, τραγούδι και χορό στο «Ωδείον Γρεκού», και πήρε κάποια μαθήματα στο Μιλάνο, καθώς ήθελε να γίνει τραγουδίστρια της όπερας. Σε ηλικία 12 ετών αρραβωνιάστηκε έναν αεροπόρο με τον οποίο παντρεύτηκε δύο χρόνια αργότερα. Σε έξι μήνες τον χώρισε, κι εκείνος αποπειράθηκε ν’ αυτοκτονήσει με το όπλο του.
Το 1922 βγήκε στο θέατρο με τον θίασο της Ένκελ στη Θεσσαλονίκη, χορεύοντας τον χορό της κοιλιάς, κάνοντας το ανδρικό κοινό να παραληρεί. Με τον ίδιο θίασο βρέθηκε για παραστάσεις στην Αθήνα και λίγο αργότερα στην Αλεξάνδρεια, όπου την ερωτεύτηκε ένας Αιγύπτιος πρίγκιπας. Έμεινε κοντά του οκτώ μήνες. «Όλες κι όλες οι αποσκευές μου ήτανε μία ομπρέλα, ένα κουτί που πληρούσε χρέη βαλίτσας, δυο αλλαξιές και ένα φουστάνι πένθιμο που φορούσα, καθώς είχε πεθάνει η μητέρα μου. Ένας αράπης πρίγκιπας πήρε τη θέση του στην καρδιά μου και από το σανίδι βρέθηκα στα χαρέμια του. Χαρέμι, καφάσι, τσαρτσάφι, φερετζέ, απ’ όλα. Σκλάβα όμως κατά τα φαινόμενα. Πραγματικός σκλάβος ήταν ο πρίγκιπας που την είχε φάει κατακούτελα. Και τι δεν ξόδευε για μένα. Τα μπριγιάντια δεν ήξερα πού να τα βάλω. Στόλιζα μ’ αυτά και τις καλτσοδέτες μου, ακόμη και τις τόκες των παπουτσιών μου. Και λίρα με ουρά! Αλλά εγώ δεν είχα ιδέα του χρήματος. Τα τσεκ τα έχωνα μέσα στα παπούτσια μου στα ντουλάπια. Αυτή η νύχτα της Χαλιμάς κράτησε οχτώ ολόκληρους μήνες. Στο διάστημα αυτό γυρίσαμε όλο τον κόσμο. Βενετία, Μιλάνο, Παρίσι», αναφέρει η ίδια στα απομνημονεύματά της που παραχώρησε στον αγαπημένο της φίλο και χορευτή Δημήτρη Ιβάνωφ.
Μάλιστα, ο Δημήτρης Ιβάνωφ, μαζί με τον άλλο σπουδαίο φίλο της και ηθοποιό Βασίλη Κολοβό έχουν ξεκινήσει εδώ και χρόνια μια προσπάθεια να κυκλοφορήσουν τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Εγώ, η Ζωζώ Νταλμάς» σε βιβλίο, βασισμένο σε πλούσιο αρχειακό υλικό –προγράμματα, εφημερίδες, περιοδικά– προσωπικές αφηγήσεις και δεκάδες φωτογραφίες, που η ίδια κληροδότησε στον πιστό της φίλο Δημήτρη Ιβάνωφ με ιδιόγραφη διαθήκη, που δημοσιεύτηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, ένα υλικό που φωτίζει άγνωστες πλευρές της ζωής της. Επίσης, προγραμματιζόταν και κινηματογραφική ταινία με τη βιογραφία της, αλλά μέχρι σήμερα δεν υπάρχει κάτι νεότερο ως προς και τις δύο αυτές κινήσεις.
Ο έρωτάς της με τον Κεμάλ
Η Ζωζώ Νταλμάς γνωρίστηκε με τον ηγέτη των Τούρκων Κεμάλ Ατατούρκ το 1925 και έμεινε ερωμένη του μέχρι το τέλος του, το 1935.
Ο Κεμάλ ήταν ένας από τους μεγαλύτερους έρωτές της, όχι μόνο για τη διάρκεια αλλά και την ποιότητα της σχέσης τους. Ένας έρωτας που παρεξηγήθηκε από πολλούς στην Ελλάδα, μέχρι που έφτασαν να την κατονομάσουν ως κατάσκοπο και μάλιστα διπλό, αφού ο Βενιζέλος πολλές φορές τής ζητούσε να μάθει διάφορα για εκείνον.
Ο τρόπος γνωριμίας τους ήταν επικός, ή μάλλον τον έκανε επικό εκείνη. Ο Κεμάλ την είχε δει να τραγουδάει και να χορεύει ένα βράδυ και μαγεύτηκε. Την κάλεσε στο τραπέζι του και μετά της ζήτησε να τον ακολουθήσει στο δωμάτιό του. Το πρωί που ξύπνησε η Νταλμάς, εκείνος είχε ήδη φύγει για τις δουλειές του αφήνοντάς της ένα χαρτονόμισμα 1.000 λιρών ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες της. Μα εκείνη προσβλήθηκε. Αφαίρεσε τη μορφή του Κεμάλ από το χαρτονόμισμα και του άφησε το υπόλοιπο κομμάτι, μαζί με ένα σημείωμα: «Από αυτό που μου αφήσατε, πήρα μόνο αυτό που μου χρειαζόταν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο». Αυτό ήταν. Ο Κεμάλ απόρησε και ενθουσιάστηκε από την κίνησή της, και τον χαρακτήρα που αυτή εξέπεμπε. Το επόμενο βράδυ της έστειλε λουλούδια και ένα ακριβό κόσμημα, μα εκείνη του τα επέστρεψε. Από εκεί και μετά, έγιναν οι δυο τους αχώριστοι. Ένας μεγάλος έρωτας είχε γεννηθεί, που κράτησε μέχρι το τέλος του Τούρκου ηγέτη. Σε συνέντευξή της το 1962 είχε δηλώσει για τον έρωτά της με τον Κεμάλ: «“Άστα, μπαμπά”, του έλεγα ειρωνικά, “το θες ή δεν το θες, είσαι Ρωμιός! Από πού ήταν η γιαγιά σου; Δεν ήταν η κυρα-Μαρία από τα Γιάννενα; Ύστερα… τούρκεψες, μπαμπά”! Κι αυτός χαχάνιζε, χτυπιόταν, άρπαζε ένα μπουκάλι με ρακή, έπινε στην υγειά μου και στην… ελληνοτουρκική φιλία».
«Όταν έβγαινε στη σκηνή η Νταλμάς, έπεφτε το θέατρο κάτω από τα χειροκροτήματα. Τόσο μοναδική ήταν. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι ο Κεμάλ την ερωτεύτηκε σφόδρα, αλλά λόγω διαφορετικής θρησκευτικής ταυτότητας δεν παντρεύτηκαν ποτέ», διευκρινίζει ο Δημήτρης Ιβάνωφ σε μια συνέντευξή του στο «respectnews» ένα χρόνο νωρίτερα. Για να συμπληρώσει: «Θα μπορούσε να έχει τη μισή Αθήνα δική της. Σκόρπιζε τα χρήματά της δεξιά και αριστερά. Δεν υπολόγιζε το χρήμα. Μέσα στα απομνημονεύματά της λέει ότι είχε γίνει νονά σε 104 βαφτίσεις και είχε κάνει 45 γάμους με προικοδότηση. Επίσης είχε δώσει πολλά λεφτά στον Ερυθρό Σταυρό, ως δωρεά. Μέσα στο βιβλίο μάλιστα αναφέρουμε πως, όταν την είχε στο πλευρό του ο πρίγκιπας της Αιγύπτου στο παλάτι, εκείνη του έφυγε, πήγε στη Θεσσαλονίκη και ανοικοδόμησε το “Ραχμανίκειο γηροκομείο”. Απέκτησε πολλά λεφτά, από τα οποία δεν κράτησε ούτε μια δραχμή. Πέθανε πάμπτωχη σε έναν οίκο ευγηρίας την οποία είχα βάλει εγώ. Και μαζί με τη σύνταξή της, έδινα και εγώ κάποια χρήματα για να την προσέχουν».
«Ήμουν Ελληνίδα…»
Για το τέλος, ο καλός της φίλος και επιβλέπων τα δικαιώματά της άφησε την πικρία του για την αντιμετώπιση της Ζωζώς Νταλμάς από τους συναδέλφους της εδώ στην Ελλάδα: «Δεν της συγχώρησαν ποτέ οι συνάδελφοί της στην Ελλάδα ότι ήταν ερωμένη του Κεμάλ Ατατούρκ. Της είχαν κόψει και την άδεια, με αποτέλεσμα να απαγορευόταν να εργαστεί. Όμως κανείς δεν λέει ότι επί Γερμανικής Κατοχής, μαζί με τον πλοίαρχο Βασίλη Λάσκο, λόγω κατασκοπίας, οι Γερμανοί τη σάπισαν στο ξύλο με αποτέλεσμα να χάσει το τεσσάρων μηνών παιδί που κυοφορούσε. Επειδή μιλούσε και γερμανικά, αλλά και επειδή την ερωτεύτηκε ο Γερμανός φρούραρχος, γλίτωσε τελικά την εκτέλεση».
Η Ζωζώ Νταλμάς έπαιξε σε επτά κινηματογραφικές ταινίες, γυρισμένες στην Ελλάδα, στην Τουρκία και στη Γαλλία, από τις οποίες δεν σώζεται καμία. Η Μελίνα Μερκούρη θέλησε να γυρίσει ταινία για τη ζωή της. Την είχε συναντήσει και της είχε αποκαλύψει ότι σκόπευε να φέρει τον Ομάρ Σαρίφ για να υποδυθεί τον ρόλο του Κεμάλ Ατατούρκ. Αργότερα την ίδια επιθυμία εξέφρασε και η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Αλλά και οι δύο προσπάθειες έπεσαν στο κενό. Η Ζωζώ Νταλμάς αποσύρθηκε από τα καλλιτεχνικά δρώμενα το 1957, και έζησε απομονωμένη σε ένα μικρό υπόγειο διαμέρισμα της οδού Τρικάλων, στους Αμπελόκηπους για πολλά χρόνια.
«Έζησα τα πάντα, έκανα τα πάντα, δεν είχα φραγμούς, ήμουν ελεύθερη. Μεγάλες λέξεις, πόζες, ξελιγώματα, ε; Αλλά ησυχάστε, δεν πρόκειται για τέτοιο πράγμα. Νομίζετε πως μία καλλιτέχνις της δικής μου ιδιοσυγκρασίας, μποέμισσα από κούνια και αδιόρθωτη αναρχική που δεν μπορεί να ανεχθεί ρέγουλες, ετικέτες και δεσμούς σκλαβιάς, δεν έχει καμία φιλοσοφική αρχή; Ε, λοιπόν εγώ έχω μία. Η ζωή δεν έχει καμία απολύτως αξία, όταν δεν μοιάζει με ρομάντζο».
Και τα κατάφερε. Η ζωή της έμοιαζε πράγματι με ένα δυνατό και γεμάτο συγκινήσεις ρομάντζο. Η ανάμνησή της έμεινε αποτυπωμένη για πάντα στο κατακόκκινο πακέτο των τσιγάρων Santè, που αν και έχει αποσυρθεί, όλοι θυμόμαστε με συγκίνηση και νοσταλγία…