Η συζήτηση για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους, των επιχειρήσεων, αλλά και εν γένει της οικονομικής δραστηριότητας, απασχολεί όλο και περισσότερο τον δημόσιο διάλογο. Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό, καθώς η λεγόμενη «4η βιομηχανική επανάσταση» είναι μπροστά μας και έρχεται να επηρεάσει κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας. Από την εργασία, την παραγωγική διαδικασία, την εκπαίδευση και την υγεία, έως τις συναλλαγές μας με το κράτος και τον τρόπο που διασκεδάζουμε και επικοινωνούμε με τους γύρω μας.
Η πανδημία λειτούργησε ως επιταχυντής, καθώς οι νέες τεχνολογίες κλήθηκαν να δώσουν άμεσες λύσεις στα προβλήματα που έφερε μαζί της αυτή η πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση. Ταυτόχρονα, βέβαια, έφερε βίαια στην επιφάνεια τα ζητήματα των ανισοτήτων και των ψηφιακών αποκλεισμών μεγάλων ομάδων του πληθυσμού, καθώς και τις ελλείψεις σε τεχνολογικές υποδομές και νομοθετικό πλαίσιο.
Η χώρα μας για δεκαετίες, δυστυχώς, ήταν ουραγός στην υιοθέτηση των νέων τεχνολογικών εξελίξεων, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ακολουθήσει τους ρυθμούς του ψηφιακού μετασχηματισμού που συντελούνταν σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Η έλλειψη ενιαίας στρατηγικής, ο κατακερματισμός των δράσεων, και τα αλληλοεπικαλυπτόμενα έργα, υποβάθμιζαν περαιτέρω τη θέση της Ελλάδας στον ψηφιακό μετασχηματισμό, πράγμα το οποίο αποτυπωνόταν και στους σχετικούς δείκτες DESI (Digital Economy and Society Index) τής Ε.Ε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο της διακυβέρνησής του, αναγνωρίζοντας πως η αποτυχία της χώρας στην ψηφιακή μετάβαση στερεί πολύτιμα αναπτυξιακά εργαλεία στην οικονομία μας, αλλά και χρήσιμες εφαρμογές που θα διευκόλυναν την καθημερινότητα των πολιτών, ίδρυσε για πρώτη φορά σχετικό υπουργείο, και εκπόνησε την «Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική 2016-2021». Αυτά μας έδωσαν τη δυνατότητα να απορροφήσουμε παγωμένα ευρωπαϊκά κονδύλια ύψους 1,2 δισ. ευρώ, τα οποία, σε συνδυασμό με την ενεργοποίηση πόρων από το Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, χρηματοδότησαν δράσεις ψηφιακού μετασχηματισμού μέσα σε ένα ενιαίο εθνικό στρατηγικό πλαίσιο.
Έτσι ξεκίνησε η υλοποίηση εμβληματικών έργων, που συνεχίζονται και αναγνωρίζονται από τη σημερινή κυβέρνηση, όπως το κεντρικό Σύστημα Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων (ΣΗΔΕ) και των απομακρυσμένων ψηφιακών υπογραφών στο Δημόσιο, για άρση της γραφειοκρατίας, ενίσχυση της διαφάνειας και εξοικονόμηση πόρων. Δημιουργήθηκε πλήθος ηλεκτρονικών υπηρεσιών επαφής των πολιτών με δημόσιες υπηρεσίες (πλατφόρμες αιτήσεων, εγγραφές/μετεγγραφές φοιτητών, οικοδομικές άδειες, κτηματολόγιο, σύστημα Δημοσίων συμβάσεων κ.ά.). Δρομολογήθηκε η δημιουργία της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης, το ψηφιακό ΓΕΜΗ με παροχή ψηφιακών υπογραφών προς τις επιχειρήσεις, προωθήθηκε η τηλεματική και το ηλεκτρονικό εισιτήριο στα μέσα μαζικής μεταφοράς, όπως και η τηλεϊατρική. Ξεμπλόκαρε το δίκτυο δημοσίου τομέα ΣΥΖΕΥΞΙΣ ΙΙ. Μπήκε σε άμεση προτεραιότητα η ανάπτυξη και η πρόσβαση σε ευρυζωνικές υποδομές, ακόμα και σε μη εμπορικές περιοχές (UltraFast, Rural και SuperFast Broadband), καθώς και η δημιουργία πιλοτικών δικτύων 5G κ.ά.
Άλλες από αυτές τις δράσεις τις συνέχισε η σημερινή κυβέρνηση, άλλες καθυστερεί να τις ολοκληρώσει, και δυστυχώς κάποιες τις πάγωσε αναιτιολόγητα, όπως τον ψηφιακό μετασχηματισμό του αγροτικού τομέα (ευφυής γεωργία) και τη στρατηγική για τις έξυπνες πόλεις. Χρόνος όμως για καθυστερήσεις δεν υπάρχει πλέον.
Η Ε.Ε., τρέχοντας πίσω από τις εξελίξεις και τα νέα δεδομένα της κρίσης που γέννησε η πανδημία, θέσπισε τελικά το επονομαζόμενο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με στόχο την επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ένας από τους βασικούς άξονες του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι η ψηφιακή μετάβαση.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ., στην προσπάθειά της να δημιουργήσει μία πρόταση ενταγμένη στο παραπάνω πλαίσιο που έθεσε η Ε.Ε., παρουσίασε ένα γενικόλογο κείμενο με τον ευφάνταστο τίτλο «Ελλάδα 2.0». Η ελληνική πρόταση για την απορρόφηση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης προέκυψε χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με την κοινωνία, τους φορείς και τα κόμματα, παρ’ ότι οι δεσμεύσεις της έχουν ορίζοντα πολύ μεγαλύτερο της κυβερνητικής θητείας.
Ως προς την κατανομή των πόρων που θα προκύψουν από το Ταμείο Ανάκαμψης, όλο το προηγούμενο διάστημα ακούγαμε από την κυβέρνηση ότι 5,5 δισ. ευρώ θα διοχετευτούν στον ψηφιακό πυλώνα, τελικά όμως μέσα στην πρόταση είδαμε ότι αυτά έγιναν 2,1 δισ. ευρώ. Σε έναν τόσο κομβικό τομέα, που θα παίξει κρίσιμο ρόλο στην προσπάθεια της χώρας μας να ακολουθήσει τις τεχνολογικές εξελίξεις και να αναπτυχθεί στη νέα ψηφιακή εποχή, κάθε έκπτωση σε χρηματοδοτικούς πόρους φέρνει μελλοντικά πολλαπλάσια αρνητικά αποτελέσματα.
Αλλά ακόμα και στους επιμέρους άξονες δράσεων που παρουσιάστηκαν, παρατηρούμε απουσία προτεραιοποίησης των έργων και των στόχων. Αυτή η έλλειψη σε συνδυασμό με τον μειωμένο προϋπολογισμό, προκαλούν αμφιβολίες για την υλοποίησή τους. Η κυβέρνηση από την έως τώρα πορεία της μας έχει δώσει δείγματα γραφής άλλωστε. Συμβασιοποιημένα έργα επί ΣΥΡΙΖΑ, όπως το Ultra Fast BroadBand, που θα έπρεπε να είναι σε προχωρημένο κατασκευαστικό στάδιο, τώρα επανεντάσσονται στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Στον άξονα του ψηφιακού μετασχηματισμού των επιχειρήσεων ύψους 300 εκατ. ευρώ, βλέπουμε επίσης την απουσία σχεδίου, χρονοδιαγραμμάτων, ιεράρχησης των έργων, προσδιορισμού των φορέων που θα εμπλακούν. Απουσιάζει η ενεργός εμπλοκή των επιμελητηρίων, γεγονός που υπονομεύει την επιτυχία του εγχειρήματος. Θα έπρεπε, μάλιστα, να τρέξει εμπροσθοβαρώς η δράση για τον ψηφιακό μετασχηματισμό του λιανεμπορίου, για κατά τόπους πλατφόρμες e-shop μέσω των επιμελητηρίων, καθώς έχει αποδειχτεί ότι η επιδότηση για να φτιάξει η κάθε επιχείρηση το δικό της e-shop δεν αποδίδει. Πρόκειται για μια ανάγκη που αναδείχθηκε με μεγάλη ένταση στην πανδημία και θα απασχολήσει τον εμπορικό κόσμο και στο παρόν και στο μέλλον.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καταθέσει τη δική του πρόταση για την ψηφιακή μετάβαση. Οι σχεδιαζόμενες δράσεις πρέπει να αποδίδουν το μέγιστο παραγωγικό, αναπτυξιακό και κοινωνικό αποτύπωμα, καθώς οι μοναδικές βιώσιμες πολιτικές είναι αυτές της ενίσχυσης της συνοχής και της άρσης των ανισοτήτων, όπως απέδειξε και η περίοδος της πανδημίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η ψηφιακή μετάβαση της χώρας θα πρέπει να είναι συμπεριληπτική, αίροντας κάθε είδους ψηφιακών αποκλεισμών και ανισοτήτων, αλλά και να αποτελέσει βραχίονα για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας. Κρίσιμοι παράγοντες για την επίτευξη των στόχων αυτών είναι να ενισχυθούν οι εσωτερικές παραγωγικές δυνάμεις, και όχι να διογκωθεί η κατανάλωση έτοιμων ψηφιακών προϊόντων και υπηρεσιών, είναι επίσης η επιτάχυνση της ψηφιοποίησης του Δημοσίου με απλούστευση των διαδικασιών, και όχι απλώς η ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας, η δημιουργία κατάλληλου πλαισίου στήριξης μικρομεσαίων και πολύ μικρών επιχειρήσεων για ψηφιακό μετασχηματισμό, η ανάσχεση του brain drain με φορολογικά, ασφαλιστικά και εργασιακά κίνητρα στον κλάδο πληροφορικής που διαπρέπουν σε επιχειρήσεις και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού.
Στη νέα ψηφιακή εποχή, καθοριστικό ζητούμενο είναι η προστασία των συνταγματικά κατοχυρωμένων προσωπικών δεδομένων των πολιτών και η ασφάλεια των δημοσίων δεδομένων ενάντια σε φαινόμενα Data Mining, ηλεκτρονικής απάτης και κυβερνοεπιθέσεων. Τα «big data» αποτελούν τον νέο χρυσό στην εποχή μας και η αξιοποίησή τους για εμπορικούς, κατασταλτικούς και πολιτικούς σκοπούς απειλούν την ποιότητα της δημοκρατίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ως ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία υποστηρίζουμε, αναλαμβάνοντας μάλιστα διεθνείς πρωτοβουλίες, την επιβολή νέας φορολογίας για τις πολυεθνικές-γίγαντες του Ίντερνετ. Αυτή είναι μια συζήτηση που έχει ανοίξει και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι πολιτική επιλογή, οι νέες τεχνολογίες να αποτελέσουν κοιτίδα συγκλίσεων και όχι διαχωρισμού, κοιτίδα Δημοκρατίας και όχι ενός ολοκληρωτισμού νέου τύπου. Δεν νοείται ψηφιακή μετάβαση χωρίς την πρόσβαση όλων των πολιτών σε τεχνολογικό εξοπλισμό, όπως είδαμε να συμβαίνει με χιλιάδες μαθητές στην τηλεκπαίδευση. Δεν γίνεται να μιλάμε για 4η βιομηχανική επανάσταση με μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες αποκλεισμένες από τις ψηφιακές δεξιότητες. Δεν μπορούμε να συζητάμε για εμβάθυνση της Δημοκρατίας χωρίς απόλυτη προστασία των προσωπικών και ευαίσθητων δημοσίων δεδομένων.
Οι χρηματοδοτικοί πόροι υπάρχουν για να στηριχθεί ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός του Δημοσίου και των επιχειρήσεων κάθε μεγέθους. Η απλούστευση και η ψηφιοποίηση των καθημερινών συναλλαγών ανάμεσα σε πολίτες, επιχειρήσεις και Δημόσιο, μέσω της διαλειτουργικότητας των συστημάτων, είναι απόλυτα εφικτή και αναγκαία ταυτόχρονα.
Η χώρα μας διαθέτει το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο, αν στηριχθεί επαρκώς, μπορεί να αποδώσει τα μέγιστα τόσο στη δημιουργία καινοτόμων ψηφιακών υπηρεσιών, όσο και στην ίδια την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, και της διευκόλυνσης της καθημερινότητας των πολιτών. Χρέος μιας προοδευτικής κυβέρνησης είναι να μη μείνει κανείς πίσω και να μεταβούμε όλοι μαζί στη νέα ψηφιακή εποχή χωρίς νέες ανισότητες.