Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο να προκαλεί. Και, ταυτοχρόνως, πολιτεύεται για να προκαλεί. Απλώς, όταν ετοιμάζεται να προκαλέσει, χαμηλώνει τα μάτια σαν ντροπαλή κορασίδα. Αλλά όσα λέει παραμένουν το ίδιο προκλητικά και φρικτά.
Θα περίμενε κανείς ότι ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης θα ήταν ο τελευταίος που θα μιλούσε για το Μάτι. Όχι απλώς γιατί, έπειτα από τόσα χρόνια στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, θα μπορούσε κάποιος εφαρμόζοντας την ίδια «τυμβωρυχική» νοοτροπία να του καταλογίσει τους δικούς του «καμένους». Ούτε γιατί, πάλι με την ίδια νοοτροπία, θα μπορούσε κανείς να του χρεώσει τον θάνατο του στενότατου συνεργάτη του, όταν εξερράγη παγιδευμένο κιβώτιο στο διπλανό του γραφείο. Ούτε καν επειδή τώρα που πολιτεύεται με τη Ν.Δ. θα έπρεπε να γνωρίζει πως όταν «χρεώνεις» σε μία κυβέρνηση νεκρούς από πυρκαγιά, τότε προφανώς αυτό κατ’ αντιστοιχίαν σημαίνει ότι η κυβέρνηση Καραμανλή, το 2007, «έκαψε 87 ανθρώπους».
Αλλά κυρίως διότι ο Χρυσοχοΐδης, έχοντας λάβει τη «λευκή επιταγή» από τον Κυριάκο Μητσοτάκη μαζί με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη τον Ιούλιο του 2019, συμπεριφέρθηκε ως εάν στο Μάτι να ήταν όλα καλώς καμωμένα.
Ύποπτη επιβράβευση
Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη προφανώς και, πριν εκστομίσει όσα είπε για τον ΣΥΡΙΖΑ που «έκαψε 100 ανθρώπους στο Μάτι», είχε μελετήσει το πόρισμα του ανακριτή της υπόθεσης, που ζήτησε την επέκταση του κατηγορητηρίου για 8 εκ των υπηρεσιακών παραγόντων που εμπλέκονταν στην υπόθεση. Μάλιστα, όσα καταθέτει στο κείμενό του ο ανακριτής Μαρνέρης είναι συγκλονιστικά, αφού μεταξύ άλλων αποδίδει ευθύνες σε όλους τους συναρμόδιους και εμπλεκόμενους για λάθη, παραλείψεις, ακόμη και ενδεχόμενο δόλο: λέει, δηλαδή, ευθέως, πως κάποιοι «έραβαν γαλόνια», κάνοντας σαμποτάζ σε συναδέλφους τους αξιωματικούς, ώστε να τους εκθέσουν στα μάτια της κοινής γνώμης και της τότε πολιτικής ηγεσίας, με στόχο να καταλάβουν τις θέσεις τους. Έκαναν ό,τι έκαναν –ή, μάλλον, δεν έκαναν ό,τι έπρεπε να κάνουν– με το βλέμμα στραμμένο στη μελλοντική υπηρεσιακή τους εξέλιξη, όταν οι πολιτικές συνθήκες θα ήταν ευνοϊκές και η Ν.Δ. θα βρισκόταν εκ νέου στη διακυβέρνηση της χώρας.
Το χάος αποτυπώνεται πλήρως στο πόρισμα, με όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και τους αξιωματικούς να πρωταγωνιστούν: η δεξιά δεν γνώριζε τι ποιούσε η αριστερά της.
Κι όμως, επί ηγεσίας Χρυσοχοΐδη –άρα, επί πρωθυπουργίας Μητσοτάκη– όλοι σχεδόν οι αναφερόμενοι στο πόρισμα αναβαθμίστηκαν και πήραν θέσεις. Και, βεβαίως, είναι προφανές πως όλες οι προαγωγές έγιναν με εισήγηση και πρόταση του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, όπως γίνεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Ωστόσο, η πιο προκλητική και «τρανταχτή» περίπτωση που θα επέβαλλε αιδήμονα σιωπή σε κάθε άνθρωπο που θα είχε στοιχειώδη αίσθηση του αυτοσεβασμού και της σεμνότητας, είναι η αναβάθμιση του τότε αρχηγού της Αστυνομίας, Κωνσταντίνου Τσουβάλα. Ο Τσουβάλας, ως εκ της θέσεώς του, χρεώθηκε τότε το απίστευτο μπάχαλο, το αλαλούμ στη λεωφόρο Μαραθώνος, αλλά και το γεγονός ότι η Αστυνομία τότε, αντί να λειτουργήσει υπέρ της εκκένωσης του Ματιού, έκανε το ακριβώς αντίθετο: αντί, δηλαδή, να κόψει την κίνηση στη λεωφόρο Μαραθώνος προς το Μάτι, εμπόδισε την έξοδο όσων βρίσκονταν στο Μάτι προς τη λεωφόρο Μαραθώνος. Και, ταυτοχρόνως, οι αστυνομικοί έδιναν εντολές σε όσους έβγαιναν στη λεωφόρο για να διασωθούν να γυρίσουν... στους στενούς και, εν πολλοίς, αδιέξοδους, δρόμους του Ματιού, με αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό πολλών ανθρώπων και την τραγική κατάληξη που όλοι γνωρίζουμε.
Ο κ. Τσουβάλας, λοιπόν, ευλόγως αποπέμφθηκε από την τότε πολιτική ηγεσία από τη θέση του όταν οι φλόγες έσβησαν, αλλά ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ήρθε πριν ενάμιση χρόνο να τον επιστρατεύσει εκ νέου σε μία νέα, «πολιτική» θέση: υπηρετεί έκτοτε ως Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, παρ’ ότι αυτή η κίνηση προφανώς δεν βοηθά τη Ν.Δ. να αποκρούσει τις κατηγορίες πως η αξιοποίησή του σχετίζεται με τη διαρροή των συνομιλιών από εκείνη τη μέρα, που έδειξαν το «χάος» που επικρατούσε και εξέθεσαν την τότε κυβέρνηση. Ειδικά αν η αξιοποίηση Τσουβάλα συνδυαστεί με την υπηρεσιακή «επιβράβευση» όλων όσοι ενεπλάκησαν στη διαχείριση της εθνικής αυτής τραγωδίας.
Μάλιστα, το πράγμα γίνεται ακόμη πιο περίεργο, αν σκεφτεί κανείς ότι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ζητήσει στις 31 Ιουλίου του 2018 την παραίτηση του κ. Τσουβάλα, απορώντας, μάλιστα, πώς ο αρχηγός της Αστυνομίας και άλλοι υπηρεσιακοί και πολιτικοί παράγοντες «μπορούν να κοιμούνται τα βράδια». Φαίνεται, λοιπόν, πως έναν χρόνο μετά ο νυν πρωθυπουργός αλλά και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης δεν έχουν καμία απορία για το αν έχει ή όχι αυπνίες ο Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη...
Επιλογή πόλωσης και διχασμού
Τούτων δοθέντων, θα περίμενε κανείς ότι ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης θα ήταν ο τελευταίος που θα μιλούσε για το Μάτι. Κι όμως, από το δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1, όταν εκλήθη να σχολιάσει τις εύλογες απορίες βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ γιατί ο ίδιος έσπευσε να κλείσει προληπτικά την Εθνική Οδό και να «προστατέψει» τον παραχωρησιούχο από τυχόν πρόστιμο (ο νόμος 4663/20 προβλέπει ότι αν ο παραχωρησιούχος δεν καταφέρει να κρατήσει ανοιχτό τον δρόμο και αυτός κλείσει λόγω καιρικών φαινομένων για περισσότερο από μία ώρα, τότε κινδυνεύει από πρόστιμο που μπορεί να φτάσει και το 1 εκατομμύριο ευρώ...), ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης επεφύλαξε μία επονείδιστη προσβολή στη μνήμη των 103 νεκρών του Ματιού και των οικογενειών τους: τους «επιστράτευσε» στην πολιτική αντιπαράθεση, συνεχίζοντας να τυμβωρυχεί σε βάρος τους. «Αυτοί που τα λένε αυτά δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι έγινε στο Μάτι», είπε στην αρχή, και στη συνέχεια ξεδίπλωσε τη σκέψη του υπονοώντας, grosso modo, πως ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το Μάτι «δεν δικαιούται διά να ομιλεί». Σαν να μην έφταναν αυτά, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ισχυρίστηκε ότι αυτοί «που τα λένε αυτά» «έκαψαν 100 ανθρώπους στο Μάτι», ενώ χαρακτήρισε τις απορίες των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ «έωλες και γελοίες πολιτικά».
Με άλλα λόγια, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης δεν επιστράτευσε απλώς τη χυδαιότητα, ούτε προσέβαλε βαρύτατα τη μνήμη 103 ανθρώπων και όλων όσοι υπέφεραν από αυτή την τραγωδία και έχουν ακόμη χαραγμένα στα σώματά τους όσα έγιναν την εφιαλτική εκείνη μέρα του Ιουλίου του 2018 στην ανατολική Αττική. Πέραν αυτών, απέφυγε να απαντήσει σε μία κρίσιμη ερώτηση, ενώ ταυτοχρόνως έριξε λάδι στη φωτιά του κοινωνικού και πολιτικού διχασμού, ακριβώς την ώρα που απαιτείτο το αντίθετο: δηλαδή, ενότητα και ομοψυχία για να αντιμετωπιστεί η κρίση που κόστισε τη ζωή σε 4 συνανθρώπους μας και προκάλεσε πολλές πληγές σε όλη τη χώρα.
Παλιά του τέχνη κόσκινο
Βεβαίως, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης προκαλεί. Ούτε που προκαλεί με χαμηλωμένο βλέμμα και ποντάροντας στη συλλογική λήθη. Μπορεί κάποιοι να το έχουν ξεχάσει, αλλά η οικογένεια Ινδαρέ ακόμη θυμάται τις «απειλές» της Κατεχάκη πως... όταν «μιλούσε» το drone της Αστυνομίας θα φαινόταν, δήθεν, ότι οι γιοι του σκηνοθέτη δεν εδάρησαν αδίκως, αλλά συμμετείχαν στη διπλανή κατάληψη της οδού Ματρόζου. Κι όμως, τα πλάνα από το drone δεν «μίλησαν» ποτέ, διότι προφανώς δεν έλεγαν αυτό που ισχυριζόταν η Αστυνομία.
Όπως δεν έλεγαν αυτό που ισχυριζόταν η Αστυνομία –και η συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ– τα πλάνα από κινητά που δείχνουν την άγρια καταστολή κατά τα πρόσφατα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια, αλλά και την οργή ανεκπαίδευτων ειδικών φρουρών σε βάρος φοιτητών κατά τις επετείους του Πολυτεχνείου ή της δολοφονίας Γρηγορόπουλου.
Βεβαίως, είπαμε: ο Χρυσοχοΐδης, τώρα που πολιτεύεται με τη Δεξιά και απευθύνεται σε πολύ συντηρητικότερους ψηφοφόρους από εκείνους που είχε συνηθίσει, πρέπει να αποδείξει ότι δεν είναι «μουσαφίρης» και ότι είναι ένας απ’ αυτούς. Γι’ αυτό δείχνει την ίδια υπερβολή που έδειχναν οι γενίτσαροι στη μάχη, προσπαθώντας κι εκείνοι να αποδείξουν το ίδιο.
Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, άλλωστε, έχει ένα δοκιμασμένο «όπλο»: το χαμηλωμένο βλέμμα. Με χαμηλωμένο βλέμμα δικαιολογείτο, πριν μερικά χρόνια, επειδή είχε ψηφίσει το Μνημόνιο, λέγοντας το γελοιωδέστερο επιχείρημα όλων: ότι δεν είχε προλάβει να το διαβάσει. Με το ίδιο χαμηλωμένο βλέμμα και το τρέκλισμα στη φωνή, ο Χρυσοχοΐδης τυμβωρύχησε σε βάρος των νεκρών στο Μάτι. Αλλά, όσο κι αν χαμηλώνει ο υπουργός το βλέμμα του, το ότι ψήφισε επειδή ήταν «αδιάβαστος» ακούγεται το ίδιο γελοίο, και το «μη μιλάτε κι εσείς που κάψατε 100 στο Μάτι» ακούγεται το ίδιο φρικτό.