Θυμός, θυμός, θυμός… Σχέσεις, οικογένεια. Δικαιολογημένοι και αδικαιολόγητοι θυμοί. Αλήθειες που γνωρίζουν μόνοι οι εμπλεκόμενοι, αλλά που όταν απελευθερώνονται έχουν άλλη δυναμική. Ποτέ μην αφήνεις πίσω ένα σπίτι «θυμωμένο», γιατί όταν επιστρέψεις μπορεί να το βρεις αδειανό.
Πάντα όταν έφευγα, άφηνα πίσω μου ένα «θυμωμένο» σπίτι και πάντα φοβόμουν μήπως όταν ξαναγυρίσω θα ήταν γκρεμισμένο. Ζούσα με τους φόβους του «θυμωμένου» σπιτιού, γιατί δεν είχα τη δύναμη να τους επιλύω. Είχα ήδη κουρασμένη ψυχή. Αυτό όμως γιγάντωνε τους φόβους μου ασυνείδητα, κι έτσι δεν επιθυμούσα την επιστροφή. Κάπως μαγικά οι φόβοι μου είχαν μεταλλαχθεί σε άρνηση, και αυτό είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί στις ανθρώπινες σχέσεις.
Αν αυτό συμβεί, τότε η ψυχή θα πονάει εσαεί, γιατί δεν θα συνειδητοποιήσει εύκολα ότι αυτή η άρνηση οφείλεται στο «θυμωμένο» σπίτι που άφησε πίσω της η ψυχή αλλά και η καρδιά. Φοβάσαι, θυμώνεις, λυγίζεις να το αντιμετωπίσεις, γιατί νομίζεις πως πια έχει γκρεμιστεί μέσα σου, εκείνο το σπίτι. Είναι αδειανό στην ψυχή σου.
Αν αυτό συμβεί, ο προσωπικός σου πάτος μόλις ξεκίνησε να βυθίζει την ψυχή σου, να δημιουργεί μόνιμους φόβους και ανυπέρβλητα κενά. Μόλις πήρες την κατηφόρα.
Αλίμονο σε όποιον επιστρέψει σε αυτό το σπίτι και κάτσει στα σκαλιά του –πριν μπει μέσα–, γιατί ο άνθρωπος που ζούσε εκεί δεν είναι πια στη ζωή. Έφυγε χωρίς να αποχαιρετιστούν, να αγκαλιαστούν, να τα βρουν, να επιλύσουν όσα τους βάραιναν, και να γεφυρώσουν ξανά το παρελθόν και τον κάθε πόνο που προέρχεται από το «θυμωμένο» σπίτι τού χθες.
Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα που να μπορείς να αλλάξεις. Ο άνθρωπος που ζούσε εκεί, δεν είναι πια στη ζωή. Μπορεί να ήταν ο πατέρας σου, η μητέρα σου, ο αδελφός σου, ο πρώην άνδρας σου και πατέρας του παιδιού σου, ο κολλητός σου. Αυτός ο πόνος θα ’ναι αβάσταχτος. Θα διαπιστώσεις με την επιστροφή σου πως τώρα πια καταρρέεις και μαζί με σένα και όλες σου οι μνήμες, το παρελθόν σου, οι αληθινές αγκαλιές.
Στην άκρη του μυαλού μας να έχουμε πάντα το σήμερα, γιατί μπορεί στο αύριο όλα να είναι αργά. Να βρεθούμε μετέωροι, εμείς και το συναίσθημά μας. Εκείνα τα σκαλιά της επιστροφής θα είναι ο προσωπικός μας θάνατος. Ποτέ δεν θα μπορέσουμε να ξανάρθουμε σε επαφή με το αληθινό μας συναίσθημα. Τι νόημα έχει να αφήσεις σ’ εκείνα τα σκαλιά ένα λουλούδι, όταν τα λουλούδια που μαζεύατε παρέα δεν θα ανθίσουν πάλι. Τι σημασία έχει να μαζέψεις κάθε κοινή σας ανάμνηση, όταν αυτά που θα πάρεις μαζί σου θα είναι τα βαρίδια σου για τον πάτο σου, αφού δεν θα υπάρχει η συγχώρεση, η λύτρωση, η αγκαλιά μετά τον πόνο. Δεν θα έχεις φωτίσει ξανά το «θυμωμένο» σπίτι.
Ευτυχώς πρόλαβα να τα πω στη μητέρα μου, την κυρα-Λένη μου, και στον Αλέκο μου, τον αδερφό μου. Στον μπαμπάκα μου, τον κυρ-Γιώργο μου, δεν πρόλαβα. Κουβαλούσα μόνο θυμό. Μέχρι που...
Αυτό το «μέχρι που» θα είναι το επόμενο άρθρο μου. Όμως τώρα να σκεφτείτε πόσους θυμούς μπορείτε να απαλύνετε στο σήμερα, σαν να μην υπάρχει αύριο. Αφήστε ελεύθερο τον άγγελό σας να βρει το «θυμωμένο» σπίτι και να φτάσετε με γρήγορα βήματα εκεί. Να κάτσετε για λίγο στα σκαλιά, να σκεφτείτε τα όμορφα, και να χτυπήσετε το κουδούνι με ένα λουλούδι από τον κοινό κήπο της ψυχής σας. Είναι σημαντικό αυτό το λουλούδι να το δώσετε εν ζωή. Να ζήσετε ξανά όπως χθες.
Εκείνα τα σκαλιά της ρίζας μας θα είναι το καθαρτήριο της ψυχής μας.
Μαμά, μπαμπά, αδελφέ μου, γιε μου, φίλε μου, πρώην μου, ανοίξτε την πόρτα. Είμαι εδώ, και είμαστε ζωντανοί να αγκαλιαστούμε ξανά...
Ακόμη κι αν δεν ανοίξει κάποιος την πόρτα, η δική μας ψυχή θα είναι καθαρή. Δεν θα έχουμε αφήσει πίσω μας ένα «θυμωμένο» σπίτι. Αν χρειαστεί να ξαναγυρίσουμε, για μας θα είναι αλλιώς...