Όταν αναφερόμαστε σε πεζοδρόμιο εννοούμε εκείνο το υπερυψωμένο κομμάτι του δρόμου που δίνει την δυνατότητα στους πεζούς να κυκλοφορούν με ασφάλεια! Αν λοιπόν το πεζοδρόμιο είναι σωστά κατασκευασμένο και στις διαστάσεις που πρέπει, οι άνθρωποι νιώθουν ασφαλείς. Σε «σωστά» πεζοδρόμια περπατάει και η κυρία με την δωδεκάποντη γόβα και οι ηλικιωμένοι με αστάθεια, και η μαμά που έχει καροτσάκι με μωρό, και η κυρία με το σκύλο της και όσοι φοράνε μοκασίνι.
Ξέρουμε όμως τι συμβαίνει όταν τα πεζοδρόμια καταργούνται, καταλαμβάνονται, παγώνουν… Μπορείς να τα διαβείς μόνον όταν έχεις ταλέντα ακροβάτη. Συμφωνούμε; Χαίρομαι.
Μεγαλώνοντας κατάλαβα ότι σε οποιοδήποτε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας, όποιος δεν έχει «λιώσει σόλες σε πεζοδρόμια» δεν δικαιούται να έχει άποψη, και τον κατατάσσω στην κατηγορία του «κλαρινογαμπρού».
Το συμπέρασμα της ζωής που έχει προκύψει μέχρι τώρα είναι ότι ΔΕΝ μπορώ και δεν θέλω να εμπιστευτώ όσους ή όσες δεν έχουν λιώσει τις σόλες τους σε πολλά «πεζοδρόμια του κόσμου». Πως να εμπιστευθώ έναν που θα διαχειριστεί τα οικονομικά μιας χώρας και δεν έκανε ούτε ταμίας στο δεκαπεντεμελές. Πως να σεβαστώ έναν υπουργό άμυνας όταν δεν έχει υπηρετήσει, πως να εκτιμήσω έναν πολιτικό όταν δεν έχει ποτέ αγωνιστεί να εξασφαλίσει τα κοινόχρηστα και το νοίκι του, πως να εμπιστευθώ να γίνω συνεπιβάτης σε μηχανή μεγάλου κυβισμού, όταν ο οδηγός δηλώνει ότι μπορεί να οδηγήσει γιατί είδε στο youtube το αγώνα Isle of man!!
Παραδείγματα από την καθημερινή ζωή.
Ξέρεις πότε πέθανε το ρεπορτάζ; Πέθανε όταν οι ρεπόρτερς αντί να είναι στους δρόμους, μπήκαν στα γραφεία, φορέσαν γόβες και πιάσανε τα έξυπνα κινητά.
Έτσι κάπως εξατμίστηκε το ρεπορτάζ και αναδείχθηκε το δημοσιοσχετιλίκι . Στο «πεζοδρόμιο» συναντάς όλους τους ανθρωπότυπους. Από εκείνους που πίνουν ντρόγκια, εκείνους τους βιαστικούς κουστουμαρισμένους δικηγόρους, τους «τρελούς» της γειτονιάς, τους νοικοκύρηδες, τους πληροφοριοδότες που ήταν, είναι και θα παραμείνουν οι περιπτεράδες, τους καταστηματάρχες, τους εμπόρους «παλαιάς και νέας κοπής»… Εκεί στο πεζοδρόμιο καταλαβαίνεις πως ντύνονται οι άνθρωποι. Εκεί προκύπτει το πραγματικό θέμα – πρόβλημα. Δεν μπορείς να γράψεις για τα σ@@@ αν δεν τα έχεις πατήσει πρώτα. Δεν μπορείς να γράψεις για διαδήλωση αν δεν έχεις μυρίσει δακρυγόνα, δεν μπορείς να μεταφέρεις την απόγνωση αν δεν μοιραστείς με απεγνωσμένο, μισό τσιγάρο. Ό,τι και να κάνεις αν δεν έχεις την βιωματική εμπειρία, είναι σαν να γράφεις για ελληνικό καλοκαίρι, βλέποντας μόνο ένα καρτποστάλ με μια γάτα που λιάζεται σ’ ένα λευκό δρομάκι.
Οι πολιτικοί, ξέρεις γιατί μοιάζουν να έχουν αυτισμό; Γιατί επιμένουν να μην κατεβαίνουν στο πεζοδρόμιο ν’ ακούσουν, να μάθουν, να υποστούν. Αν ο δήμαρχος ( παράδειγμα φέρνω) της πόλης, δεν πάει να περπατήσει στις γειτονιές των γκέτο, πως θα καταλάβει τι σημαίνει γκέτο; Ακούω και βλέπω δηλώσεις των πολιτικών, όλων των κομμάτων, από το «Σκοπιανό», την «ανάκαμψη», την φορολογία, την περίθαλψη, την παιδεία.
Πως να σ’ εμπιστευθώ βρε φίλε όταν η όποια αντιπολιτευτική κριτική εξαντλείται σε μικροκομματικούς «σκυλοκαβγάδες»; Τι να μου πει για φτώχεια εκείνος που νομίζει ότι μπορεί με ψυχραιμία και αξιοπρέπεια να ζήσει ένας ενήλικας με 450 Ευρώ τον μήνα, την ίδια στιγμή που για το δικό του μανικιούρ – πεντικιούρ θέλει 150 Ευρώ τον μήνα; Βλέπεις τηλεόραση και νομίζεις ότι οι «παράγοντες» ζούνε σε μια άλλη χώρα, η οποία έχει περισσότερες ομοιότητες με την Λιμνούπολη, παρά με την πραγματικότητα της Ελλάδας.
Παρά τα όποια ιδεολογραφήματα υποστηρίζουν, δυστυχώς τελικά αποδεικνύεται ότι ΟΛΑ κινούνται γύρω από το κεφάλαιο. Τέλος. Όποιος θέλει να κυβερνήσει, πρέπει να γίνεται υπηρέτης των μεγάλων κεφαλαίων γιατί διαφορετικά σου κατεβάζουν τους διακόπτες και πιάνει δουλειά ο επόμενος.
Κάποτε νόμιζα ότι μπορεί ν’ αλλάξει ο κόσμος. Τώρα με άλλαξε ο κόσμος.
Κυνικό; Ρεαλιστικό; Απογοητευτικό ; Μπορεί. Αλλά κάποια στιγμή πρέπει να δεις την πραγματικότητα. Από τον πρόεδρο των ΗΠΑ έως τον πρόεδρο της κοινότητας του «κάτω Μαρμαρά» αν δεν ευνοήσεις το κεφάλαιο, καταργείσαι.
Το μεγάλο θέμα είναι ποιος μπορεί να διαπραγματευτεί. Εκείνος που δεν δούλεψε και δήλωνε εισοδηματίας, ή εκείνος που επέζησε ως πλασιέ. Δεν ξέρω τι θα κάνεις εσύ, εγώ με τον «πλασιέ» θα πάω.
Ποιος ξέρει να εφαρμόζει καλή στρατηγική σε πολεμική σύγκρουση; Ένας που τον ήχο του πυροβόλου τον έχει «κατεβάσει ως εφέ στο έξυπνο κινητό» ή εκείνος που χειρίστηκε τα πυροβόλα Gatling; Δεν μπορείς να διοικήσεις στρατιές στην Μέση Ανατολή αν δεν έχεις βιώσει συνθήκες εμπλοκής σε καιρικές συνθήκες ερήμου.
Να πάω στον χώρο του θεάματος και της ενημέρωσης; Πως μπορείς να έχεις άποψη για θέατρο όταν η μόνη γνώση που έχεις προκύπτει από την συμμετοχή σου στην γιορτή του σχολείου, όταν τότε, στην έκτη δημοτικού «έπαιξες» τον ρόλο του Διάκου; Πως μπορείς να ξέρεις τι «θέλει να δει ο κόσμος» όταν έχεις την ψευδαίσθηση ότι αυτό που αρέσει στον Αμερικανό, αρέσει και στον Γάλλο, αρέσει και στον Έλληνα και στον Ιρανό;
Είναι απίθανο, α- πι- θα- νο, να καταλάβεις πως συμπεριφέρεται ένας Αμερικάνος σε μια γυναίκα, αν δεν έρθεις να το δεις από κοντά. Δεν την αγγίζει, δεν την αγκαλιάζει, δεν την κάνει σφιχτή αγκαλιά. Όχι ποτέ. Γιατί αν η «άλλη» καλέσει την αστυνομία και καταγγείλει την αγκαλιά ως παρενόχληση, ο άλλος συλλαμβάνεται. Τόσο εύκολα, τόσο γρήγορα, τόσο απλά. Με εντελώς άλλα αστεία γελάνε οι Ιρλανδοί, με άλλα οι Μεξικάνοι και με άλλα οι Εγγλέζοι και με άλλα οι Έλληνες.
Θα είναι λυτρωτικό όσοι διοικούν να έχουν επίγνωση. Νιώθω ότι αυτοί που αποφασίζουν για τις τύχες μας στην Ελλάδα, έχουν χάσει την επαφή με την πραγματική ζωή. Νιώθω ότι ξεπατικώνουν τις συμπεριφορές των όσων συμμετέχουν σε πάνελ ενημερωτικών ή ψυχαγωγικών εκπομπών. Καβγάς για τον καβγά με σκοπό να εντυπωσιάσουμε το κοινό μιας πλατείας.
Ξέρεις κάποτε, (οι νεότεροι σίγουρα δεν το ξέρουν και οι πιο παλιοί μπορεί να μην το θυμούνται) η Αμαλία Μεγαπάνου, η σύζυγος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, το γένος Κανελλόπουλου, πήγε με το υπέροχο σινιόν και τα μαργαριτάρια της σ’ ένα μπουρδέλο. Σκοπός της να γράψει ένα βιβλίο για την ζωή των ιερόδουλων. Έτσι υπέγραψε και κυκλοφόρησε το βιβλίο της «διάλογος με την Άννα». Μια από τις πιο μορφωμένες γυναίκες, με καταγωγή από οικογένεια διανοούμενων και μία ίσως από τις πιο κομψές «πρώτες κυρίες» διεθνώς, για τις ανάγκες ενός βιβλίου, άφησε το άρωμά της να εξατμιστεί από την μυρωδιά του μπουρδέλου. Έζησε με την Άννα για μήνες, πήγαινε κάθε μέρα, χωρίς την προστασία του «τίτλου» . Έκανε ρεπορτάζ – έρευνα, μύρισε, είδε και μετά έγραψε.
Είναι πολύ τιμητικό να σεβαστείς και σε σεβαστεί το πεζοδρόμιο. Αυτό είναι το κλειδί για την επιβίωση αλλά και για ρεαλιστικές αποφάσεις. Όταν ακούς το «πεζοδρόμιο» γίνεσαι πιο σοφός, πιο δίκαιος, πιο «ανοιχτός» και με περισσότερες πιθανότητες να ζήσεις με την συνειδητοποίηση ενός γνώστη και όχι με την άγνοια του ιδρυματισμού.
Είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια αυτιστική αντιμετώπιση των πολύ σοβαρών ζητημάτων ζωής. Αν δεν ανακατωθούν με το «πεζοδρόμιο» οι κάθε είδους εξουσιαστές, είναι απολύτως χαμένοι και οι ίδιοι και οι οπαδοί τους.
Είναι τρομακτική αγωνία να σε καθίζουν με το ζόρι ως συνεπιβάτη μηχανής, που θα την οδηγήσει ένα τρίχρονο. Σε μια τέτοια περίπτωση θ’ ακολουθούσες; Αν όχι για ξανασκέψου τι τακτική υιοθετείς τώρα. Φοβάμαι ότι οι περισσότεροι επιλέξαμε να γίνουμε συνεπιβάτες. Αν έχουμε καιρό να κατέβουμε; Φυσικά ακόμη και με κίνδυνο να σπάσουμε μια κλείδα.. Κατεβαίνεις αν όχι ορθόδοξα, ανορθόδοξα.