Η πανδημία, και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να την αντιμετωπίσει, έχει επιφέρει σημαντικά πλήγματα στην εργασιακή πραγματικότητα μεγάλου ποσοστού Ελλήνων πολιτών, ιδιαίτερα δε των Ελληνίδων. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι η κυβέρνηση είχε νομοθετήσει σημαντικές οπισθοχωρήσεις στα εργασιακά δικαιώματα από πριν και σχεδόν με το που ανέβηκε στην εξουσία – όπως είναι η παράκαμψη των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η κατάργηση του βάσιμου λόγου απόλυσης, και της ευθύνης αναθέτοντος εργολάβου έναντι των εργαζομένων, μέσα στην πανδημία τη θεσμοθέτηση των απλήρωτων υπερωριών κ.ά. Με αφορμή λοιπόν –και συχνότερα με πρόσχημα– τον Covid, δικαιώματα και κατακτήσεις χρόνων καταπατούνται συστηματικά.
Οι γυναίκες κρυφή δύναμη της εργασίας, και στην πανδημία
Οι γυναίκες, στην Ελλάδα, όπως και παντού, είναι κατά πλειοψηφία και αυτές που εργάζονταν επισφαλώς, με ακούσια μερική απασχόληση, με «ευέλικτα» σχήματα εργασίας και με μικρότερες απολαβές και από τα πριν. Στην «κορυφή» της εργασιακής αλυσίδας, οι γυναίκες έχουν φτωχή εκπροσώπηση, αφού κατέχουν το 13% των θέσεων διοικητικών συμβουλίων σε μεγάλες εταιρείες, μόνο το 16,6% των θέσεων των executive manager, το 21,7% των θέσεων στη Βουλή των Ελλήνων και μόνο το 11,3% των θέσεων στη νυν κυβέρνηση. Αν και οι γυναίκες σπουδάζουν περισσότερες και περισσότερο από τους άνδρες και γεμίζουν πλειοψηφικά τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, δεν προωθούνται σε υψηλότερες θέσεις και αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους. Η οικογένεια, συνήθως, είναι μειονέκτημα για μια γυναίκα καριέρας και πλεονέκτημα αντίστοιχα για έναν άνδρα. Και αυτό με δυο κουβέντες είναι ένα συγκαλυμμένα μεν, πατριαρχικό δε, σύστημα αξιολόγησης και στελέχωσης της εργασίας, της οικογένειας, της κοινωνίας.
Παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες είναι πλειοψηφία στα λεγόμενα «επαγγέλματα φροντίδας», δηλαδή το 76% των εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης (γιατροί, νοσηλεύτριες, μαίες, προσωπικό σε οίκους ευγηρίας και κοινωνικές δομές) και το 86% των εργαζομένων στον τομέα προσωπικής φροντίδας στην Ε.Ε.), στις εθνικές ειδικές ομάδες για την καταπολέμηση του Covid σε 87 χώρες –συμπεριλαμβανομένων και 17 κρατών μελών της Ε.Ε.– επικεφαλής ήταν κατά 85,2% άνδρες. Παρόμοια εξοργιστική ανισότητα καταγράφεται και στον χώρο της εκπαίδευσης –ιδιωτικής τε και δημόσιας– όπου οι εργαζόμενες γυναίκες είναι η συντριπτική πλειοψηφία, αλλά στις θέσεις ευθύνης είναι η συντριπτική μειοψηφία.
Ελληνίδες εργαζόμενες στον χώρο του πολιτισμού: το ελληνικό #ΜeΤoo
Να έρθω στον χώρο από τον οποίο προέρχομαι, αυτόν της μουσικής και του Πολιτισμού. Ακόμη και σε παλαιότερες και καλύτερες οικονομικά εποχές, οι γυναίκες καλλιτέχνιδες είχαν λαμβάνειν κατά μέσο όρο τη μισή αμοιβή από έναν άνδρα συνάδελφο εφάμιλλης καλλιτεχνικής και εμπορικής εμβέλειας με τον οποίο θα συνεργάζονταν. Η γυναίκα καλλιτέχνης, δημιουργός, ερμηνεύτρια, σπάνια θα ήταν μόνη της ή επικεφαλής σε σχήμα, πολύ πιο σπάνια από έναν άνδρα θα ήταν επιχειρηματίας στον χώρο, κτλ.
Το ασαφές εργασιακό καθεστώς που παραδοσιακά δυστυχώς επικρατούσε στη δουλειά μας χειροτέρεψε στα χρόνια της κρίσης για να διαλυθεί εντελώς μετά την πανδημία και λόγω της συνεχούς καραντίνας αλλά –κυρίως– λόγω των κυβερνητικών επιλογών. Το επάγγελμά μας εδώ και έναν χρόνο ουσιαστικά δεν υφίσταται, όλες οι συναδέλφισσες έχουν χάσει την επαφή όχι μόνο με την καλλιτεχνική έκφραση και το κοινό, αλλά και με μια δουλειά που τους εξασφάλιζε τα προς το ζην. Αυτό φαίνεται να μην το συνειδητοποιεί απ’ όλους μόνο το Υπουργείο Πολιτισμού.
Η «ανάπαυλα» όμως αυτή –ας την πούμε έτσι για να ακουστεί και πιο αισιόδοξη η λέξη αντί για τα αλλεπάλληλα lockdown– θα μπορούσε να αποτελέσει μια ευκαιρία για ένα νοικοκύρεμα των θεσμικών και εργασιακών εκκρεμοτήτων του χώρου: των πνευματικών δικαιωμάτων, των συμβάσεων εργασίας, με παράλληλη βέβαια οικονομική στήριξη του χώρου από το Υπουργείο, έως να περάσει η μπόρα. Δυστυχώς, οι άνθρωποι αφέθηκαν στη μοίρα τους και λοιδορήθηκαν και από πάνω, ενώ η οπισθοδρόμηση στα εργασιακά είναι και εδώ γενική καθώς αποτελεί συνειδητή επιλογή της κυβέρνησης.
Η κίνηση πολλών γυναικών και ανδρών να κάνουν την ακινησία αυτής της περιόδου μέσο για καταγγελία και κάθαρση, ήρθε ως αντίδραση στο αδιέξοδο. Η Σοφία Μπεκατώρου έδωσε το έναυσμα, αλλά ο χώρος αντέδρασε αμέσως, και αυτό είναι σημαντικό, δείχνει ότι υπάρχουν υγιή αντανακλαστικά, τα οποία μέσω των ανθρώπων του Πολιτισμού μεταδόθηκαν σε όλη την κοινωνία, δυσκολεύοντας πιστεύω στο μέλλον παρόμοιες κακοποιητικές και εγκληματικές συμπεριφορές σε γυναίκες και άνδρες.
Το ελληνικό #ΜeΤoo συνδέεται σαφώς και με την εργασιακή επισφάλεια, συνδέεται και με τα μικρά μεροκάματα, με την έλλειψη θεσμοθετημένου και σαφούς εργασιακού πλαισίου, με την ανεργία, και όλα τα παραπάνω με τις παρέες και τις ομάδες επιρροής. Αν ρυθμιστεί ο εργασιακός χώρος, και οι κακοποιητές δεν θα έχουν πεδίο δράσης, και οι εργαζόμενες/νοι σε αυτούς θα έχουν περισσότερες επιλογές και τρόπους να προφυλάξουν τους εαυτούς τους.
Κυβερνητική αποτυχία στη διαχείριση της πανδημίας και κοινωνική αντίδραση
Ενώ η κυβέρνηση μας οδήγησε στο πρώτο lockdown διακηρύσσοντας σε όλους τους τόνους ότι αυτό γίνεται κατ’ εξαίρεση, προκειμένου να θωρακιστεί το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) και οι κρατικές δομές, ούτε το ΕΣΥ θωρακίστηκε, οι κρατικές δομές αποδυναμώθηκαν, και τα lockdown έγιναν καθεστώς και σύστημα. Στις διαδοχικές καραντίνες που ακολούθησαν την πρώτη, η κυβέρνηση σταμάτησε να αναφέρει το ΕΣΥ και τις υποχρεώσεις της έναντι της κοινωνίας και άρχισε να μιλάει για «ατομική» ευθύνη. Σε διαμαρτυρίες παραγωγικών κλάδων, λ.χ. των εργαζόμενων στον Πολιτισμό που είναι άνεργοι τώρα ένα χρόνο, των εργαζόμενων στην εστίαση και τους μικρομαγαζάτορες που κινδυνεύουν να κλείσουν τα καταστήματά τους διά παντός, οι απαντήσεις ήταν συγκαταβατικές και απαράδεκτες. Κινήσεις στήριξης του ΕΣΥ δεν έγιναν, κινήσεις αποσυμφόρησης των σχολείων με «άπλωμα» των τάξεων και προσλήψεις εκπαιδευτικών δεν έγιναν, προμήθειες σε Μέσα Μαζικής Μεταφοράς για να αποφεύγεται η συμφόρηση και η υπερμετάδοση δεν έγιναν. Έγιναν όμως πολλές απευθείας αναθέσεις για «δουλειές». Και επιβλήθηκαν και πολλές παράλογες απαγορεύσεις που στέρησαν τη διέξοδο των ανθρώπων στον ήλιο και στον περίπατο, το δικαίωμα παρουσίας στον δημόσιο χώρο, στη γειτονιά τους και παντού. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν όταν αυτός ο «κατ’οίκον περιορισμός» άρχισε να επιβάλλεται με πρόστιμα και προπηλακισμούς από ειδικούς φρουρούς της ΕΛ.ΑΣ., χωρίς την κατάλληλη εκπαίδευση, για να βρίσκονται και να δρουν μέσα σε γειτονιές, όπως έγινε στη Νέα Σμύρνη. Οι εικόνες που είδαμε τις προηγούμενες ημέρες, δεν οφείλονται πρωτίστως σε μια κοινωνία καταπιεσμένη, με οικονομικά προβλήματα και εύλογο θυμό για τις κυβερνητικές επιλογές. Οφείλονται σε υπερβολική και παράλογη χρήση αστυνομικής βίας.
Συνοψίζοντας
Ζούμε σε μια δύσκολη συγκυρία, αλλά αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία και πρόσχημα για την οπισθοχώρηση δικαιωμάτων, ούτε εργασιακών, ούτε άλλων. Η κυβέρνηση έσπευσε υπό αυτή την έννοια να κάνει «την κρίση ευκαιρία», περικόπτοντας δικαιώματα και πλήττοντας ιδιαίτερα τις γυναίκες, αλλά έσπευσε επίσης να αυξήσει την «κρατική πυγμή» με πρόσχημα την τήρηση των μέτρων αποστασιοποίησης, προκειμένου να προλάβει αντιδράσεις λόγω των κάκιστων κοινωνικών πολιτικών της. Όμως η κοινωνία μας έχει εμπεδωμένα δημοκρατικά αντανακλαστικά και δεν το δέχεται. Μέσα στη δύσκολη συνθήκη, με ανεργία, με οικονομική δυσπραγία, με ανθρώπους σε κατάθλιψη και αδιέξοδα λόγω του διαρκούς εγκλεισμού, η κυβέρνηση έπρεπε να σταθεί αρωγός σε αυτούς τους πολίτες που τόσο καιρό πειθαρχούν και υπομένουν, και όχι απέναντι και τιμητής. Γι’ αυτή την κυβερνητική έπαρση και ύβρη είμαι σίγουρη ότι θα έρθει σύντομα η μέρα της πτώσης και της κάθαρσης. Για μας τις γυναίκες, για όλες τις γυναίκες «ζογκλέρ» της καραντίνας, με την τηλεργασία, την τηλεκπαίδευση, το νοικοκυριό, την οικογενειακή ένταση, τους χίλιους ρόλους και τις άλλες τόσες υπερβάσεις, επιδιώκουμε και τώρα και μετά ίσα δικαιώματα, ασφάλεια και ευκαιρίες.