Είναι το τέταρτο κατά σειρά βιβλίο της συγγραφέως-δικηγόρου και, ίσως, το πιο συναρπαστικό, δηλαδή το πιο… δεν-μπορώ-να-το-αφήσω-από-τα-χέρια-μου.
Για όσους και όσες, όμως, δεν είχαν τη χαρά να τη διαβάσουν ποτέ, παραθέτω τα τρία βιβλία που προηγήθηκαν του «Αερόστατου»: «Η Καρφίτσα» (εκδ. Καστανιώτης), «Υποταγή» (εκδ. Καστανιώτης) και «Τι απέγινε ο Σμερντιάκοφ» (εκδ. Γαβριηλίδης).
Το «Αερόστατο του Γαμβέττα», ανάλαφρο και ταξιδιάρικο μεν, αινιγματικό δε, ακριβώς όπως προδίδει ο τίτλος του, στάθηκε ικανό να διαψεύσει μια κουβέντα που η ίδια η Μαλανδρίνου έχει μοιραστεί αναφορικά με τα γραπτά της: «Είναι οι χαρακτήρες που με απασχολούν πάνω απ’ όλα. Γι’ αυτό και οι ιστορίες μου είναι μικρής εμβέλειας, καθημερινές... Μικρές και ανθρώπινες, χωρίς, ίσως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πέρα από το ότι αναδεικνύουν τους ήρωες. Στα γραπτά μου δεν διστάζω να επιδίδομαι σ’ ένα ασταμάτητο κυνήγι των χαρακτήρων, ακόμα και σε βάρος της πλοκής».
Πρώτον, γιατί η ιστορία της αυτή δεν είναι καθόλου μικρή και χωρίς ενδιαφέρον. Όσο καλογραμμένοι και να είναι οι κεντρικοί της ήρωες και κυρίως ο πρωταγωνιστής, ο αστυνομικός Λεωνίδας Γαμπέτας, δεν καταφέρνουν να συναγωνιστούν την άρτια ξεδίπλωση και αναδίπλωση της πλοκής. Αυτό ακριβώς το συστατικό καθιστά το βιβλίο ικανό να γίνει ταινία, καθώς ήδη από τη χάρτινη φύση του πελεκά το μυαλό του αναγνώστη με εικόνες άξιες να πάρουν πραγματική κίνηση και φωνή.
Δεύτερον, γιατί επ’ ουδενί το πράγματι ασταμάτητο κυνήγι των χαρακτήρων του «Αερόστατου» δεν επιτυγχάνεται σε βάρος της πλοκής. Η ιστορία έχει ανάσες, παύσεις και ακραίες ταχύτητες, όλα αυτά δε σε αριστουργηματικά επιλεγμένες εναλλαγές, ώστε μεταξύ της αγωνιώδους ανάγνωσης «για να δεις τι θα γίνει επιτέλους», το μάτι και ο νους μπορούν να σταθούν και σε στιγμές ποιητικής αξίας, αλλά και σε στιγμιότυπα που ξύνουν… φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές πληγές.
Το «Αερόστατο του Γαμβέττα» περιλαμβάνει πολιτική, αθλητισμό, έρωτα, οικογενειακές σχέσεις και τα δράματα που τους αντιστοιχούν, έχει ήττες και νίκες των ηρώων του, έχει υποψίες θρίλερ και διαθέσεις σαρκασμού. Οι ήρωες είναι ανθρώπινοι, είναι οι γείτονες και οι συνάδελφοί μας, κάποιοι από αυτούς, όμως, αναρριχώνται σε κοινωνικά ύψη που τους κάνουν να μοιάζουν αντιπαθητικοί και απρόσιτοι.
Η ιδέα της Αριστεράς που γίνεται Εξουσία και δείχνει πρόσωπο που επ’ ουδενί θα περίμενε κανείς, πολλώ δε μάλλον κάποιος ψηφοφόρος της, είναι αυτό το κομμάτι που κάνει το τελευταίο βιβλίο της Μαρίας Μαλανδρίνου εξαιρετικά επίκαιρο. Η συγγραφέας δεν πέφτει στο σφάλμα να καταγράψει το τώρα με τη μεθυσμένη κι επιπόλαιη, ίσως, ματιά του γραφιά που διψάει να «πιάσει τον παλμό της εποχής». Με το γνώριμο, νηφάλιο και αριστοκρατικό της ύφος βουτά την πένα της, πού και πού, στον ωκεανό της επικαιρότητας και των εξελίξεων. Το κεντρικό μελανοδοχείο της, όμως, είναι Λογοτεχνία και αυτό σημαίνει αποστασιοποίηση και δημιουργικότητα, φαντασία και ανοιχτοσύνη.
Συστήνω αυτό το βιβλίο σε όσες κα όσους πιστεύουν ότι η νεοελληνική λογοτεχνία είναι ανύπαρκτη, όχι για να τους αλλάξω γνώμη, αλλά για να τους προκαλέσω να ανοίξουν πιο προσεκτικά τα μάτια και τα αυτιά τους, ανεξάρτητα από το αν κερδίσουν, τελικά, κάτι.
Προσωπικά, αυτό ακριβώς με δίδαξε το «Αερόστατο του Γαμβέττα» και ο συμπαθέστατος πρωταγωνιστής του: πίστευε και μη, ερεύνα.