Τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, οι απανταχού Έλληνες παρακολούθησαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις αμερικανικές εκλογές, οι οποίες ανέδειξαν νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ τον Τζο Μπάιντεν. Η χώρα μας περιμένει από τον νέο Πρόεδρο, ο οποίος είναι αλήθεια ότι πάντα διατηρούσε στενές σχέσεις με την ομογένεια, να συνεχίσει το πολύ καλό κλίμα στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ, οι οποίες τελευταία βελτιώθηκαν, κυρίως από τις πρωτοβουλίες του πρώην Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, κ. Μάικ Πομπέο.
Η εκλογή Μπάιντεν ανοίγει μία νέα σελίδα στις σχέσεις ΗΠΑ-Ελλάδος, καθώς ο ίδιος έχει μακρά σχέση με τη χώρα μας, έχει συνεργαστεί στενά με ομογενείς πολιτικούς, γνωρίζει πολύ καλά την κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, και έχει αναμειχθεί έντονα σε θέματα που απασχολούν Ελλάδα και Κύπρο.
Ως Ελλάδα περιμένουμε επί προεδρίας Μπάιντεν μία Αμερική περισσότερο εξωστρεφή σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, που θα αντιμετωπίσει πιο ενεργά προβλήματα που προκαλούν χώρες με αναθεωρητικές τάσεις.
Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις, ότι η εξωτερική πολιτική μπορεί να διαμορφωθεί με βάση τις φιλικές σχέσεις, αν και συχνά επί Προεδρίας Τραμπ οι προσωπικές σχέσεις του με τον κ. Ερντογάν λειτούργησαν σαν μαξιλάρι στο θέμα των κυρώσεων που επρόκειτο να επιβληθούν στην Τουρκία.
Επιζητούμε, ωστόσο, μία ακόμη πιο στενή συνεργασία επ’ ωφελεία και των δύο πλευρών, η οποία θα λαμβάνει υπόψη της και τα νέα δεδομένα στην περιοχή εξαιτίας της προκλητικής και συχνά επιθετικής συμπεριφοράς του κ. Ερντογάν.
Σε μία χρονική περίοδο που έχουν ξεκινήσει ξανά, μετά από αρκετά χρόνια, οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, με τη χώρα μας να ξεκαθαρίζει ότι προσέρχεται με πνεύμα συνεργασίας, ακολουθώντας με συνέπεια τη θέση που υιοθετήθηκε επί Κωνσταντίνου Καραμανλή, και έκτοτε ακολουθείται από όλες τις ελληνικές Κυβερνήσεις, ότι η συζήτηση με την Τουρκία είναι στρατηγική επιλογή.
Συζήτηση, ωστόσο, και διερευνητικές επαφές όχι με ανοιχτή ατζέντα, όπως επιδιώκει η γείτονα χώρα, αλλά όπως έχει ξεκαθαρίσει ο Υπουργός Εξωτερικών, κ. Νικ. Δένδιας, με μόνο θέμα συζήτησης, μόνη ελληνοτουρκική διαφορά, το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
Η αναθεωρητική στάση του Προέδρου Ερντογάν και της κυβέρνησής του, με το να θέτουν υπό αμφισβήτηση ακόμη και συνθήκες, ενδεχομένως να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, με απρόβλεπτες συνέπειες σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Και αυτό είναι κάτι που ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Ε.Ε., ούτε η Βορειοατλαντική συμμαχία θα ήθελαν. Για την αποφυγή μιας τέτοιας εξέλιξης, ίσως δούμε μία ενίσχυση της αμερικανικής παρουσίας στη γειτονιά μας, στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά και ενδυνάμωση των σχέσεων των ΗΠΑ με ΝΑΤΟ και Ευρώπη, οι οποίες είχαν ατονήσει επί Προεδρίας Τραμπ.
Η Ελλάδα, κατά τη γνώμη μου, πρέπει στο μέλλον να συνδέσει ακόμη περισσότερο τα συμφέροντά της με αυτά των ΗΠΑ στην περιοχή, αποδεικνύοντας ότι η χώρα μας αποτελεί έναν σταθερό και αξιόπιστο σύμμαχο, σε μία περίοδο έντονης αστάθειας. Σε αυτό είμαι βέβαιος ότι θα συμβάλει, όπως κάνει διαχρονικά, η ελληνική ομογένεια στις ΗΠΑ, η οποία μας κάνει πάντοτε περήφανους, στηρίζοντας εμπράκτως την Πατρίδα όποτε κρίνεται απαραίτητο.
Γιορτάζοντας φέτος τα 200 χρόνια της ανεξαρτησίας μας, οι απανταχού Έλληνες, σε Ελλάδα, ΗΠΑ και στον υπόλοιπο κόσμο, βλέπουμε την επέτειο αυτή ως μία ευκαιρία να ενδυναμώσουμε τις σχέσεις μας με τους συμμάχους μας και να δημιουργήσουμε το κοινό μας μέλλον, στη βάση κοινών αξιών και κοινών συμφερόντων.