Την ώρα που ο Τζον Λε Καρέ, ο «πατέρας» της κατασκοπικής λογοτεχνίας, εγκατέλειπε αυτόν τον μάταιο κόσμο, στην Ελλάδα αποκαλυπτόταν ένα πραγματικό παιχνίδι πρακτόρων με άγνωστες μέχρι στιγμής προεκτάσεις. Δύο Έλληνες πολίτες, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, συνελήφθησαν από τις αρχές στη Ρόδο, με την κατηγορία της κατασκοπίας σε βάρος της χώρας μας. Τα ερωτήματα προκύπτουν αβίαστα: Είναι μόνο οι δύο κατηγορούμενοι στο δίκτυο κατασκοπίας ή υπάρχουν κι άλλοι σύνδεσμοι ακόμα καλυπτόμενοι; Ποιος είναι ο ρόλος του προξενείου της Ρόδου στην υπόθεση; Τι πληροφορίες απέσπασαν; Γιατί αφέθηκαν ελεύθεροι; Ένα κουβάρι μυστηρίου με μπόλικο σασπένς αρχίζει να ξετυλίγεται.
Το απόγευμα της Παρασκευής 11 Δεκεμβρίου, την ώρα που ο «Σταύρος», το πλοίο της SAOS που εκτελεί το δρομολόγιο Ρόδος-Καστελόριζο, δένει στο λιμάνι του ακριτικού νησιού, μια ομάδα αστυνομικοί περιμένουν στην προβλήτα. Λίγη ώρα αργότερα, συλλαμβάνουν τον Μεχμέτ, τον 52χρονο μάγειρα του πλοίου, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συναδέλφων του και λίγων κατοίκων. Στην ομάδα των αστυνομικών, προστίθενται και δύο άτομα που επέβαιναν στο πλοίο, προφανώς μέλη της ΕΥΠ, και παρακολουθούσαν τον Έλληνα μουσουλμάνο, που κατηγορείται ότι κατασκόπευε θέσεις και κινήσεις των ενόπλων δυνάμεων «όχι για τα λεφτά αλλά για τη μητέρα-πατρίδα»...
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, έχει η περίπτωση του 35χρονου διερμηνέα του τουρκικού προξενείου στη Ρόδο Σεμπαχατίν Μπαϊράμ, ο οποίος κατηγορείται ότι βρίσκεται πίσω από τον 52χρονο μάγειρα και ότι αυτός ήταν που τον στρατολόγησε το περασμένο καλοκαίρι. Είναι αυτός που εγκατέλειψε το μειονοτικό χωριό του και την οικογενειακή επιχείρηση με καπνά στον Σώστη του δήμου Ιάσμου στην Κομοτηνή, για να σπουδάσει μαθηματικός στο ΑΠΘ και να εξελιχθεί, να ξεφύγει από τη μοίρα των περισσοτέρων μουσουλμάνων της Θράκης να δουλεύουν όλη τους τη ζωή στα χωράφια. Είναι αυτός που παράλληλα με τις σπουδές και τις προσπάθειες για μια καλύτερη ζωή, αναπτύσσει κοινωνική και πολιτική δράση, και όλα αυτά τα στοιχεία φαίνεται ότι δεν πέρασαν απαρατήρητα από αυτούς που έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στη Θράκη. Οι σχέσεις του με το DEB, του τουρκόφωνου κόμματος της Θράκης που εγείρει συνεχώς ζήτημα τουρκικής μειονότητας, αποκαλύπτονται το 2017, και το όνομά του φτάνει στην ελληνική Βουλή, όταν ο ανεξάρτητος βουλευτής Ν. Νικολόπουλος δημοσιοποιεί αναρτήσεις του Μπαϊράμ υπέρ της ανεξαρτητοποίησης της μειονοτικής Θράκης, με φωτό του Σαδίκ και με την ψευτοσημαία του ανεξάρτητου κράτους της Δυτικής Θράκης.
Οι δυο άνδρες γνωρίστηκαν σε κοινωνική εκδήλωση, σύμφωνα με την απολογία του Μεχμέτ Μποσταντζί, στη Ρόδο, όπου συμμετείχαν και άλλοι μουσουλμάνοι που ζουν στη Ρόδο και έχουν καταγωγή από την Κομοτηνή.
«Μου είπε να καταγράφω τις κινήσεις του στρατού, τον αριθμό των πλοίων και τα πλοία που είναι στο λιμάνι και αν υπάρχουν ελικόπτερα πάνω σε αυτά. Δεν μιλούσαμε στο τηλέφωνο, συναντιόμασταν κάθε φορά που είχα ρεπό στο Ενυδρείο σε διάφορα καφέ. Για να κλείνουμε τα ραντεβού, μιλούσαμε στο What’s app και σε άλλες εφαρμογές», κατέθεσε ο 52χρονος μουσουλμάνος στους αστυνομικούς της κρατικής ασφάλειας, σύμφωνα με πληροφορίες. Η «αθόρυβη» παρουσία του, ως μέλος πληρώματος πλοίου που εκτελεί το δρομολόγιο Ρόδος-Κω-Καστελόριζο και η δυνατότητα να βρίσκεται κοντά σε παρέες στρατιωτικών που πηγαίνουν στις θέσεις υπηρεσίας τους στα ακριτικά νησιά χωρίς να κινεί υποψίες, τον έκανε «πολύτιμο» στα μάτια του στρατολογητή του. Ωστόσο, αυτό φαίνεται ότι ήταν και το αδύνατο σημείο στην ολιγόμηνη δράση του, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, λόγω υπερβάλλοντος ζήλου προσέγγιζε όλο και περισσότερο παρέες στρατιωτικών και προσπαθούσε να ανοίξει συζήτηση μαζί τους. «Δεν το έκανα για τα λεφτά. Το έκανα για τη μητέρα πατρίδα», είπε ο Μποσταντζί στους αστυνομικούς, ο οποίος δεν θέλησε να αξιοποιήσει και το δικαίωμά του για παρουσία δικηγόρου, επιλέγοντας να «τα πει όλα» στις αρχές.
Αφέθηκαν ελεύθεροι το Σάββατο, συνελήφθησαν την Παρασκευή
Σε βάρος των δύο ανδρών σχηματίστηκε δικογραφία το περασμένο Σάββατο, με τις κατηγορίες που τους αποδίδονται να είναι της παράβασης του άρθρου 148 του Π.Κ. για κατασκοπία και του ν.376/1936 περί μέτρων ασφαλείας οχυρών θέσεων, η οποία ωστόσο δεν περαιώθηκε και δεν υποβλήθηκε στην Εισαγγελία για να ασκηθεί δίωξη. Κι αυτό γιατί ο 35χρονος, προφανώς κατόπιν δικηγορικής και όχι μόνο παρότρυνσης, άσκησε το δικαίωμά του να δώσει έγγραφες εξηγήσεις –με προθεσμία χθεσινή– την ώρα που ο 52χρονος χωρίς δικηγόρο τα είπε... όλα. Εξ αυτού και δεν ήταν δικονομικά δυνατό να κρατηθούν, ενώ, αν και σύμφωνα με δικηγορικές πηγές η κατασκοπία είναι κακουργηματικού χαρακτήρα, οι συλλήψεις δεν είχαν τον χαρακτήρα αυτόφωρου.
Τελικά οι δύο άνδρες συνελήφθησαν εκ νέου την Παρασκευή, με διαφορά λίγων ωρών, ο 35χρονος διπλωματικός υπάλληλος στη Ρόδο και ο μάγειρας στην Κομοτηνή, καθώς είχε απολυθεί από την εταιρεία του. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει ολοκληρωθεί η έρευνα από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών των τεσσάρων ηλεκτρονικών υπολογιστών, οκτώ κινητών (δεν είναι όλα λειτουργικά) και δύο σκληρών δίσκων, που κατασχέθηκαν από την οικία του 35χρονου αλλά και των δύο κινητών τηλεφώνων που κατασχέθηκαν από τον 52χρονο, όπως και έχουν ελεγχθεί οι λογαριασμοί τους σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Αντιθέτως, είναι σε εξέλιξη ο έλεγχος των τηλεφωνικών επικοινωνιών τους, μετά την εισαγγελική παραγγελία για άρση του απορρήτου συνομιλιών κινητών και σταθερών τηλεφώνων τους, καθώς και οι μεταξύ τους συνομιλίες και η ανταλλαγή μηνυμάτων τους.
Από τα μέχρι στιγμής στοιχεία, σύμφωνα με πληροφορίες του greekschannel, προκύπτει ότι είχαν στην κατοχή τους φωτογραφικό και βιντεοσκοπημένο υλικό από στρατιωτικές μονάδες και οχυρωματικές θέσεις στη Ρόδο, το Καστελόριζο, τη Νίσυρο, τη Ρω και τη Σύμη, τις αλλαγές φρουράς και άλλα στρατιωτικής φύσης στοιχεία. Στις πολυεπίπεδες έρευνες συμμετέχουν αστυνομικοί, στελέχη της ΕΥΠ αλλά και στρατιωτικοί, προκειμένου να αποσαφηνιστεί το μέγεθος των πληροφοριών αλλά και το μέχρι πού είχαν μεταφερθεί οι όποιες πληροφορίες.
Ο... πρακτόρικος ανταγωνισμός Ελλάδας και Τουρκίας
Οι γείτονες πάντα προσπαθούσαν να μάθουν τα… μυστικά μας, όπως κι εμείς τα δικά τους, για να είμαστε δίκαιοι. Ιστορίες που αγγίζουν τα όρια της φαντασίας του... Λε Καρέ και του Φλέμινγκ κυκλοφορούν για τους Έλληνες πράκτορες, όπως και συνωμοσιολογικά σενάρια σχετικά με τη δράση Τούρκων πρακτόρων. Η ουσία είναι ότι και οι δυο πλευρές επεδίωκαν και επιδιώκουν να έχουν ισχυρά δίκτυα πληροφόρησης για νευραλγικά ζητήματα του «εχθρού», χτίζοντας παράλληλα και έναν μηχανισμό δολιοφθοράς ικανό να παρέμβει στο εσωτερικό του αντιπάλου όποτε αυτό απαιτηθεί.
Το 2011, είχε προκαλέσει αίσθηση η αποκάλυψη του, εκλιπόντα πλέον, πρώην πρωθυπουργού της Τουρκίας Μεσούτ Γιλμάζ ότι πίσω από τους εμπρησμούς δασών στην Ελλάδα την περίοδο 1995-97 βρίσκονταν Τούρκοι πράκτορες. Ο Γιλμάζ είχε αποκαλύψει ότι υπάρχει μια κατηγορία μυστικών κονδυλίων, για τη διάθεση των οποίων ενημερώνει ο απερχόμενος πρωθυπουργός τον διάδοχό του, που αφορούν στη δράση μυστικών υπηρεσιών, αναφέροντας για την περίπτωσή του τους εμπρησμούς στην Ελλάδα και την απόπειρα τουρκοκίνητου πραξικοπήματος στο Αζερμπαϊτζάν (τη σχέση του οποίου με την Τουρκία διαπιστώσαμε πολύ πρόσφατα). Εκείνη την περίοδο κυκλοφορούσε στους κύκλους της ελληνικής αντικατασκοπίας ότι υπήρχαν ενδείξεις για τουρκικό δάκτυλο πίσω από τις πυρκαγιές, κάτι που δεν διασταυρώθηκε ποτέ. Πιο πρόσφατα, δράση ξένων πρακτόρων διαπιστώθηκε και με αφορμή την παρουσία των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που κατηγορούνται για εμπλοκή στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 σε βάρος του Ερντογάν, σε μυστική τοποθεσία στη χώρα. Ωστόσο, το πλέον επιτυχημένο χτύπημα της ΜΙΤ με ελληνικό άρωμα είναι η σύλληψη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, του ηγέτη του PKK, αν και το πώς έγινε κατορθωτό αυτό το χτύπημα σηκώνει πολλή συζήτηση.
Η Τουρκία επί δεκαετίες προσπαθεί να «χτίσει» ένα δίκτυο πληροφοριών στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διπλωμάτες και υπαλληλικό προσωπικό των προξενείων της, δημοσιογράφους δυστυχώς Έλληνες, εκδότες, επιχειρηματίες μέχρι και εκκλησιαστικούς ταγούς. Παρ’ όλες τις προσπάθειές τους, όμως, δεν έχουν πετύχει να στήσουν έναν αποτελεσματικό μηχανισμό με έγκυρη πληροφόρηση. Κι ενώ όλοι δείχνουν το Προξενείο της Κομοτηνής, ως φυτώριο και σχολείο πρακτόρων, η «δουλειά» γινόταν επί πολλά χρόνια στη Θεσσαλονίκη με την υπόγεια βοήθεια του εκεί αμερικανικού προξενείου, κάτι που πλέον δεν συμβαίνει. Όμως, τα μεγαλύτερα deals γίνονται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες σε δυο κοσμοπολίτικα ελληνικά νησιά, όπως λένε οι καλά γνωρίζοντες, υπό το πέπλο κάλυψης που προσφέρει η χλιδή και η λάμψη των νησιών αλλά και ο συνωστισμός ισχυρών προσώπων διαφόρων εθνικοτήτων. Αντιθέτως, η ΜΙΤ είναι πολύ προσεκτική στα Δωδεκάνησα και στα συνορεύοντα νησιά με την Τουρκία, αφού τα εκεί κλιμάκια της ΕΥΠ διοικούνται από τα δεύτερα επιτελικά γραφεία των μεραρχιών, ταξιαρχιών, ακόμα και λόχων των Ενόπλων Δυνάμεων.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια νέα μέθοδος στρατολόγησης από πλευράς ΜΙΤ, μέθοδος που πιστώνεται στον πανίσχυρο Χακάν Φιντάν, το σημερινό αφεντικό των μυστικών υπηρεσιών και άνθρωπο του Ερντογάν. Μέσω ενός οργανωμένου αλλά και πολυδάπανου δικτύου στην Ευρώπη, προσεγγίζονται και στρατολογούνται Ευρωπαίοι συνταξιούχοι (κυρίως αστυνομικοί, στρατιωτικοί ή με «χαλαρές ηθικές αντιστάσεις»), που μπορούν εύκολα να περάσουν ως ξένοιαστοι τουρίστες στα Βαλκάνια, την Ελλάδα και την Κύπρο. Δύο συλλήψεις Γερμανών ηλικιωμένων σε Κω και Ρόδο τα τελευταία πέντε χρόνια με την κατηγορία για κατασκοπία σε βάρος της χώρας μας, επιβεβαιώνουν την τακτική Φιντάν.
Παραπάνω από αξιοσημείωτη είναι η ημέτερη κατασκοπική δράση στα τουρκικά εδάφη. Το έλλειμμα σε υλικοοικονομική υποστήριξη καλύπτεται από τον ηρωισμό και τη ριψοκίνδυνη στάση των αφοσιωμένων Ελλήνων, που δεν διστάζουν να παίξουν «στα ζάρια» τη ζωή τους έστω και για μια πληροφορία, έστω και για τη δημιουργία ενός συνδέσμου «εκτός έδρας».
Από τον Γιαννόπουλο στον Καλεντερίδη
Πριν από λίγους μήνες, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 74 χρόνων ένας θρύλος των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών: Ο Βασίλης Γιαννόπουλος. Γεννημένος στο Κάτω Νευροκόπι Δράμας λίγο καιρό μετά τον εμφύλιο, ο Γιαννόπουλος, αφού τελείωσε το σχολείο, εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων και το 1969 αποφοίτησε με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού Μηχανικού. Συνέχισε στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Ελληνικού Στρατού, στην Ανώτερη Σχολή Πολέμου και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας. Άριστος γνώστης της τουρκικής γλώσσας και της Τουρκίας εν γένει, από νωρίς εξειδικεύτηκε στα ελληνοτουρκικά θέματα. Μεταξύ άλλων, υπηρέτησε ως Διοικητής Μηχανικού στην Κύπρο, μερικά χρόνια μετά την εθνική τραγωδία του 1974, αλλά και στα νησιά του Αιγαίου.
Όταν αποστρατεύτηκε, παρ’ ότι είχε εκπληρώσει στο ακέραιο το καθήκον και την υποχρέωσή του έναντι της πατρίδας, ο Γιαννόπουλος, θέλοντας να προσφέρει κι άλλα, εντάχθηκε στην ΕΥΠ. Ρισκάροντας στην κυριολεξία τη ζωή του, πέρναγε κρυφά διά θαλάσσης ή ξηράς στην Τουρκία, κυκλοφορούσε ως Τούρκος, μάθαινε ό,τι μπορούσε να μάθει και στρατολογούσε συνεχώς πρόθυμους Τούρκους, αυξάνοντας μάτια και αυτιά «απέναντι». Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο Γιαννόπουλος, που όργωνε την Τουρκία, κατέγραψε ίσως τη σημαντικότερη επιτυχία των ελληνικών υπηρεσιών πληροφοριών μαθαίνοντας τα επιθετικά σχέδια της 4ης Στρατιάς σε περίπτωση σύρραξης και τις κινήσεις τους στα ελληνικά νησιά.
Με το πέρας της δράσης του –στο τέλος του 1995 άρχιζαν να «εξαφανίζονται» σύνδεσμοί του, κάτι που σήμαινε ότι ήρθε η ώρα να αποχωρήσει– ο Βασίλης Γιαννόπουλος ασχολήθηκε με τα κοινά στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου και εκλέχθηκε δύο φορές δήμαρχος Νευροκοπίου. Είχε προλάβει να χρίσει τον διάδοχό του, τον συνταγματάρχη Σάββα Καλεντερίδη, ο οποίος με τη σειρά του «όργωσε» τα παράλια και την ενδοχώρα της γείτονος, στρατολογώντας Τούρκους αξιωματικούς, μαθαίνοντας απόρρητα σχέδια και γνωρίζοντας ακόμα και τους μυστικούς κώδικες επικοινωνίας της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας! Το σημαντικότερο παράσημο για τον συνταγματάρχη Καλεντερίδη ήταν η επικήρυξή του για ένα εκατομμύριο δολάρια από τους γείτονες, όταν αυτός συνέχιζε τη δράση του υπό τον μανδύα του εμπορικού ακολούθου στο προξενείο της Σμύρνης. Ακόμα κι όταν έγινε ασφυκτικός ο κλοιός, ο Καλεντερίδης «μάθαινε κι έκανε πράγματα» πριν διαφύγει μέσω θαλάσσης από τη Μικρά Ασία.
Η ΕΥΠ των χιλίων βασάνων και αρετών
Στην πολύπαθη ΕΥΠ μπορεί να κάνουν πάρτι και να εμφανίζονται δημοσίως να κομπορρημονούν ότι είναι… πράκτορες, ωστόσο υπάρχει και ένα πολύ σοβαρό κομμάτι, που παράγει έργο υπό δύσκολες συνθήκες σε εχθρικό περιβάλλον, και το οποίο συναπαρτίζουν άξιοι αξιωματικοί και ανώτατα στελέχη του πολιτικού προσωπικού της, οι οποίοι πολλές φορές παίζουν «κορώνα-γράμματα» τη ζωή τους προκειμένου να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους.
Ενστάσεις μπορούν να διατυπωθούν για την πολιτική ηγεσία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, που διορίζεται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, μη λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις επιχειρησιακές ικανότητες ή τις γνώσεις για το αντικείμενο, ούτε καν την οξύτητα πνεύματος που απαιτεί αυτή η υπηρεσία. Υπήρχαν πολλές φωτεινές εξαιρέσεις, που έπαιξαν ρόλο τόσο στη διαχείριση εθνικών θεμάτων όσο και στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και μάλιστα στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Ωστόσο, αρκετοί εξ αυτών περισσότερο με κομιστές «πληροφοριών» στους πρωθυπουργούς και την αμερικανική πρεσβεία έμοιαζαν παρά επιτέλεσαν το καθήκον τους έναντι του Συντάγματος και της χώρας.
«Η ΕΥΠ αποτελεί μέρος μιας αναποτελεσματικής Δημόσιας Διοίκησης με όλες τις παθογένειές της. Λόγω της ιδιαιτερότητας της αποστολής της έχει υποστεί μεγαλύτερες επεμβάσεις από τις εκάστοτε κυβερνήσεις απ’ ό,τι το υπόλοιπο Δημόσιο. Παρ’ όλα αυτά, έχει ευσυνείδητα στελέχη, τα οποία χρειάζονται ενθάρρυνση για να αποδώσουν». Στο ολιγόλογο σημείωμα του πρώην διοικητή της ΕΥΠ Λουκά Αποστολίδη συμπυκνώνεται το κεφάλαιο Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών.
Ως συμπέρασμα πρέπει να εξαχθεί ότι τα σύγχρονα δημοκρατικά κράτη πρέπει να έχουν μυστικές υπηρεσίες που δρουν αποτρεπτικά προς τις επιδιώξεις δολιοφθοράς ξένων παραγόντων, θωρακίζουν το απόρρητο των επικοινωνιών και προστατεύουν το πολίτευμα.