Ο Ελληνισμός της Διασποράς αποτελεί, εκατοντάδες χρόνια τώρα, το αποτύπωμα της πατρίδας μας σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.
Τα τελευταία 120 χρόνια απέκτησε, κατά κύριο λόγο, χαρακτηριστικά οικονομικής μετανάστευσης και αυτό το φαινόμενο δημιούργησε πολλές «μικρές και μεγάλες Ελλάδες» έξω από τα στενά γεωγραφικά σύνορα της Ελλάδας.
Είναι σαφές ότι οι Ελληνίδες και οι Έλληνες που ζουν και δημιουργούν στο εξωτερικό έχουν διαφορετικές αφετηρίες, διαφορετικά βιώματα και διαφορετικό βαθμό σύνδεσης με τη μητέρα-πατρίδα. Έχουμε, πλέον, Έλληνες μετανάστες πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης γενεάς, οι οποίοι, ωστόσο, έχουν ως κοινό παρονομαστή την αγάπη τους για την Ελλάδα και την ίδια την εθνική τους συνείδηση.
Είναι γεγονός ότι η Ελληνική Πολιτεία, για πολλές δεκαετίες, αντιμετώπισε τον Ελληνισμό της Διασποράς με μια στενή διοικητική αντίληψη, χωρίς να μεριμνά για τη διαρκή ενδυνάμωση μιας πραγματικά λειτουργικής και συμμετοχικής σχέσης του με την οικονομική, πολιτική και κοινωνική εξέλιξη της χώρας.
Κατά την κυβερνητική θητεία 2015-2019, με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, άνοιξε, για πρώτη φορά, μια ουσιαστική συζήτηση για την πολιτική ενοποίηση του Ελληνισμού και εξετάστηκε με σοβαρότητα η προοπτική της συμμετοχής του Ελληνισμού της Διασποράς στο ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι. Ο στόχος ήταν προφανής και απαλλαγμένος από κάθε πολιτική σκοπιμότητα. Ο στόχος ήταν και παραμένει η πρακτική επανένωση του συνόλου των δυνάμεων του Ελληνισμού, έτσι ώστε το έθνος να ισχυροποιήσει την ταυτότητά του, να εμπλουτίσει το αναπτυξιακό δυναμικό του κατά την έξοδο από την περίοδο της μεγάλης πτώχευσης και να μετατρέψει σε εθνικό κεφάλαιο τα ατομικά και συλλογικά επιτεύγματα των Ελλήνων που εργάστηκαν σκληρά, απέκτησαν γνώσεις και καταξιώθηκαν επαγγελματικά, κοινωνικά και επιστημονικά στις νέες τους πατρίδες.
Η πτώχευση της Ελλάδας δεν ήταν μόνο οικονομική.
Ήταν, πρωτίστως, ηθική και αξιακή.
Η τεράστια σπουδαιότητα της επανενεργοποίησης και επανένταξης των απανταχού της γης Ελλήνων βρίσκεται στο γεγονός ότι είναι οι μόνοι ανιδιοτελείς και ευπατρίδες σύμμαχοι κάθε εθνικής προσπάθειας ανάκαμψης.
Σίγουρα, όπως λέει κι ο λαός, «κάθε αρχή και δύσκολη», γιατί δεν είναι εύκολο να ανακτήσει το ελληνικό κράτος την αξιοπιστία του έναντι εκατομμυρίων Ελλήνων, οι οποίοι είδαν τα ελληνόγλωσσα σχολεία να κλείνουν και να εγκαταλείπονται, συναντούσαν και συναντούν μια απαρχαιωμένη και κουραστική γραφειοκρατική αντιμετώπιση κάθε επενδυτικού τους σχεδίου στην πατρίδα και, το πιο βασικό, διέσωσαν μόνοι τους, με μόνο ουσιαστικό συμπαραστάτη την Εκκλησία, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις μας.
Η Ελληνική Πολιτεία ήταν εκκωφαντικά απούσα. Μετά τις πρόσφατες εκλογές, η κυβέρνηση που ανέλαβε οριστικοποίησε νομοθετικά, με τη συμφωνία όλων των δημοκρατικών δυνάμεων, το δικαίωμα συμμετοχής του Ελληνισμού της Διασποράς στις εγχώριες εκλογικές διαδικασίες. Αυτό από μόνο του δεν θα σημάνει απολύτως τίποτα, αν δε συνοδευτεί από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης σε παιδαγωγικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο, ώστε όλοι οι συμπατριώτες μας που βρίσκονται εκτός συνόρων να αισθανθούν ότι οι πόθοι και οι αγωνίες τους μπορούν να δικαιωθούν με αφετηρία την ενεργό συμμετοχή τους στις πολιτικές διαδικασίες. Οι εθνικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε απαιτούν από όλους μας τη μέγιστη σύνεση, ενότητα και ανιδιοτέλεια.
Από την πλευρά μου, ως αναπληρώτρια τομεάρχης Εξωτερικών για τον Ελληνισμό της Διασποράς, θέλω να διαβεβαιώσω όλες και όλους τους συμπατριώτες του εξωτερικού ότι θα συζητήσουμε για όλα τα θέματα, θα συναποφασίσουμε ένα πλαίσιο ανασύστασης και ενδυνάμωσης των δεσμών όλων των Ελλήνων και θα κάνουμε μια νέα αρχή, δίκαιη, ειλικρινή, αποδοτική για όλους και πάνω απ’ όλα επωφελή για την πατρίδα.