Στην Ανατολική Ουκρανία, τα τύμπανα του πολέμου ήχησαν… και πλέον κανένας δεν μπορεί να αποτρέψει την κλιμάκωση των εχθροπραξιών ανάμεσα στον ουκρανικό στρατό και τις δυνάμεις των Ρωσόφωνων αυτονομιστών. Η δεδηλωμένη πρόθεση του Ουκρανού Προέδρου να εντάξει την χώρα του στην συμμαχία του ΝΑΤΟ, οι δηλώσεις του για προσπάθεια ανάκτησης της ανατολικής Ουκρανίας, και τέλος οι συχνές επισκέψεις των Αμερικανών αξιωματούχων στο Κίεβο, έχουν ανοίξει για τα καλά τον Ασκό του Αιόλου.
Τι τελευταίες ώρες, υπό την θέα των ρωσικών στρατευμάτων που έχουν μεταφερθεί κυριολεκτικά λίγα χιλιόμετρα μακριά από το ουκρανικό έδαφος και της μεγάλης κινητικότητας στην κοινότητα των Ρωσόφωνων εντός της ουκρανικής επικράτειας, η ουκρανική κυβέρνηση επιχειρεί εσπευσμένα να επανέλθει στο τραπέζι του διαλόγου. Στο ίδιο μήκος κύματος, κινούνται οι Ηνωμένες Πολιτείες, η G7 όσο όμως και οι Βρυξέλλες, οι οποίες φαίνονται αποφασισμένες να αποτρέψουν την Μόσχα από το να επαναλάβει μια επιχείρηση τύπου «Κριμαία».
Ωστόσο, η Ρωσία δεν πτοείται... και δείχνει τα δόντια της, αποδεικνύοντας πως από την υπόθεση της Ουκρανίας, δεν θα κάνει ούτε βήμα πίσω.
Οι Ουκρανοί ζητούν διάλογο
Νωρίς το απόγευμα της Δευτέρας έγινε γνωστό πως ο Ουκρανός Πρόεδρος ζήτησε από την Μόσχα να έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο ομόλογο του. Ωστόσο το αίτημα αυτό έχει μείνει αναπάντητο από την Μόσχα, η οποία φαίνεται πως δεν είναι διατεθειμένη να επιστρέψει στο τραπέζι του διαλόγου υπό τις παρούσες συνθήκες.
«Το αίτημα μας προς τον πρόεδρο της Ρωσίας έχει κατατεθεί από το γραφείο του Ουκρανού Προέδρου. Δεν έχουμε λάβει ακόμα καμία επίσημη απάντηση. Ελπίζουμε πως αυτό δεν σημαίνει πως η Μόσχα απορρίπτει τον διάλογο» ανέφερε η εκπρόσωπος του Ουκρανού Προέδρου, Ιουλία Μέντελ.
Την ίδια ώρα καταγγελίες για την στάση της Ρωσίας απηύθυνε και ο Ουκρανός Υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος κατηγόρησε την Μόσχα πως «θέτει εμπόδια στην ολοκλήρωση των συνομιλίων στο πλαίσιο του OSCE για την αποκλιμάκωση της έντασης στα σύνορα μεταξύ των δυο χωρών».
Από την πλευρά του… και σε πιο πολεμικό κλίμα, ο επικεφαλής του ουκρανικού στρατούς ξηράς, στρατηγός Ρουσλάν Χομτσάκ επεσήμανε πως ναι μεν η συγκέντρωση των ρωσικών δυνάμεων κοντά στα σύνορα της Ουκρανίας προβληματίζει το Κίεβο, όμως τόνισε πως «η κατάσταση είναι υπό έλεγχο» ξεκαθαρίζοντας πως δεν υπάρχει κίνδυνος περικύκλωσης της χώρας.
Η Δύση εντείνει την πίεση προς την Ρωσία
Τοίχο προστασίας στην κυβέρνηση του Κιέβου διαμορφώνει η Δύση, επιχειρώντας να αποτρέψει την επανάληψη των γεγονότων της Κριμαίας. Τον τόνο αρχικά έδωσε ο ίδιος ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος απείλησε ευθέως την Μόσχα με επιβολή σκληρών κυρώσεων σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία, ενώ θέση πήραν και οι υπουργοί εξωτερικών της G7, οι οποίοι με κοινή τους δήλωση ζήτησαν χθες από την Ρωσία «να σταματήσει τις προκλήσεις της και να μειώσει αμέσως τις εντάσεις, σύμφωνα με τις διεθνείς της υποχρεώσεις».
Επίθεση στον Πούτιν εξαπέλυσε όμως και ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ, ο οποίος δήλωσε ότι Βρετανία και οι ΗΠΑ «αντιτίθενται έντονα» στην εκστρατεία της Ρωσίας για την αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας και ζητούν επίσης από τη Μόσχα την αποκλιμάκωση της κατάστασης. «Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν και εγώ συμφωνούμε ότι η Ρωσία θα πρέπει να προβεί άμεσα στην αποκλιμάκωση της κατάστασης και να ανταποκριθεί στις διεθνείς δεσμεύσεις της απέναντι στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη», έγραψε στο twitter ο Ντόμινιλ Ράαμπ.
Μήνυμα στην Μόσχα έστειλε όμως και η Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ, η οποία ζήτησε από τον Βλαντιμίρ Πούτιν στην τελευταία τηλεφωνική τους συνομιλία να άρει τον στρατιωτικό κλοιό στη μεθόριο της ανατολικής Ουκρανίας. «Η συζήτηση περιλάμβανε και την ενίσχυση της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στα σύνορα της ανατολικής Ουκρανίας», ανέφερε η ανακοίνωση της γερμανικής κυβέρνησης για την επικοινωνία Μέρκελ - Πούτιν προσθέτοντας πως «η καγκελάριος ζήτησε να μειωθεί αυτή η στρατιωτική παρουσία προκειμένου να υπάρξει αποκλιμάκωση της κατάστασης».
Η Ρωσία δείχνει τα δόντια της στην Ουκρανία, κοιτώντας προς την Ουάσιγκτον
Οι εκκλήσεις της Ουκρανίας για επιστροφή στο τραπέζι του διαλόγου, φαίνεται πως δεν συγκινούν την ρωσική κυβέρνηση. Η Μόσχα απορρίπτει πως έχει λάβει το οποιοδήποτε αίτημα διαλόγου από το Κίεβο, ενώ ξεκαθαρίζει προς όλες τις κατευθύνσεις πως ναι μεν δεν απειλεί την Ουκρανία, αλλά ξεκαθαρίζει πως δεν πρόκειται να αποδεχθεί τετελεσμένα στα σύνορα της.
Όσον αφορά την αποκλιμάκωση της έντασης και της αποφυγής ενός πολέμου μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Διμίτρι Πεσκόφ, επικαλέστηκε μια φράση του Βλάντιμιρ Πούτιν. «Ελπίζω η σύνεση να επικρατήσει στην κυβέρνηση του Κιέβου, ώστε να μην υπάρξει μια σοβαρή κλιμάκωση».
Πρακτικά, λοιπόν, η Ρωσία δείχνει να αψηφά πλήρως τις αμερικανικές απειλές αλλά και τις ευρωπαϊκές προτροπές για αποκλιμάκωση, ρίχνοντας τη καυτή μπάλα στο γήπεδο της ουκρανικής κυβέρνησης. Οι δυνάμεις του ρωσικού στρατού, οι οποίες έχουν φτάσει στα ουκρανικά σύνορα, συνιστούν μια προειδοποίηση για το Κίεβο. Ωστόσο, ο βασικός προβληματισμός μέχρι στιγμής της κυβέρνησης του Κιέβου δεν είναι μια νέα εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων, όσο η κινητοποίηση των Ρωσόφωνων και Ρωσόφιλων που κατοικούν εντός της ουκρανικής επικράτειας.
Ο Πούτιν, φαντάζει δύσκολο αυτή τη στιγμή να επιχειρήσει μια ευρείας κλίμακας πολεμική επιχείρηση στην Ουκρανία. Κάτι τέτοιο, είναι δεδομένο, πως θα έθετε τον ίδιο αντιμέτωπο με το σύνολο της διεθνούς κοινότητας και την επιβολών σκληρών κυρώσεων σχεδόν δεδομένη. Συνεπώς, το πρώτο χαρτί που θα παίξει ο Πούτιν, θα είναι η μικρής κλίμακας επιχειρήσεις των αυτονομιστών, οι οποίοι θα επαναφέρουν το χάος στην χώρα, αποδεικνύοντας πως η κυβέρνηση του Κιέβου αδυνατεί να ασκήσει κυριαρχία στο σύνολο της επικράτειας.
Η αμερικανική παρέμβαση βάζει φωτιές
Για να περιγράψουμε το ρόλο του αμερικανικού παράγοντα σε μια περιφερειακή διένεξη, συνηθίζουμε να λέμε «πως η Ουάσιγκτον παρατηρεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις, καλώντας τις δυο πλευρές να δείξουν έμπρακτη διάθεση για αποκλιμάκωση». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Τζο Μπάιντεν, έχει υιοθετήσει μια ιδιαίτερα παρεμβατική πολιτική στα τεκταινόμενα της Ανατολικής Ευρώπης, με στόχο την ανάσχεση της ρωσικής επιρροής.