Κατά κοινή εκτίμηση, οι απανταχού Έλληνες αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της ιστορίας μας ως έθνους, της εθνικής μας ταυτότητας, των επιτευγμάτων και της διεθνούς εικόνας της χώρας μας. Μια Διασπορά, αποτέλεσμα μακράς ιστορίας μεταναστεύσεων, που για τους περισσότερους αποδήμους δεν ήταν θέμα επιλογής.
Τεσσεράμισι χρόνια κυβερνήσαμε, βλέποντας τον απόδημο Ελληνισμό υπό το πρίσμα των παραπάνω εκτιμήσεων, με στόχο την ενίσχυση των σχέσεων με τη μητέρα-πατρίδα.
Έτσι, στον τομέα αυτό της εξωτερικής πολιτικής μας για τον Ελληνισμό της Διασποράς, αξιοποιήσαμε και συνεχίσαμε πολιτικές, που διαχρονικά και συναινετικά είχαν εφαρμοστεί από την πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων, καθώς αυτές είχαν διαμορφωθεί και μέσα από τη λειτουργία της ειδικής μόνιμης επιτροπής της Βουλής για τον Ελληνισμό της Διασποράς. Η πολιτική των ευρύτερων συναινέσεων στον τομέα αυτό ήταν και θα είναι κύριο μέλημά μας.
Επειδή δεν είναι εφικτό, σε ένα άρθρο, να αναλυθούν όλα τα ζητήματα που απασχολούν τον Ελληνισμό της Διασποράς ή να εκτιμηθούν το τι πετύχαμε ή όχι, χρήσιμο είναι –στις ιδιαίτερα κρίσιμες στιγμές για την πατρίδα μας– να αναφερθούμε στα μείζονα.
Και το μείζον είναι η υπεράσπιση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, απέναντι στην παραβατική αναθεωρητική συμπεριφορά της Τουρκίας, που ουσιαστικά απειλεί τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η ενότητα και η εθνική συνεννόηση είναι τα πιο αποτελεσματικά όπλα στην προσπάθεια αυτή, ζήτημα που η κυβέρνηση έχει την κύρια ευθύνη και πρέπει να αντιληφθεί έγκαιρα. Στην κατεύθυνση αυτή, οι απανταχού Έλληνες μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά. Η προβολή των ελληνικών θέσεων και η κινητοποίηση, παρά τις δυσκολίες λόγω της πανδημίας, θα διαδραμάτιζαν σπουδαίο ρόλο.
Δεύτερο μείζον θέμα είναι η εφαρμογή του πρόσφατα ψηφισθέντος νόμου για το δικαίωμα της ψήφου των Ελλήνων κατοίκων του εξωτερικού. Δεν ήταν επιλογή μας, καθώς η δική μας πρόταση ήταν στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης της δυνατότητας όλων των Ελλήνων του εξωτερικού να συμμετέχουν στην πολιτική ζωή της χώρας, προσεγγίζοντας τη λύση αυτού του ζητήματος με ευθύνη και ευαισθησία, όπως πάντα αντιμετωπίζουμε τα νομοσχέδια που αφορούν τη δημοκρατική έκφραση της βούλησης των πολιτών. Ωστόσο, τώρα έχουμε μια πραγματικότητα, τον νόμο, αποτέλεσμα βεβαίως συμβιβασμών, που η υλοποίησή του, όμως, βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα.
Τρίτο θέμα το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο για τον οργανισμό του Υπουργείου Εξωτερικών, που πρόκειται το επόμενο χρονικό διάστημα να κατατεθεί στις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής, όπου υπάρχουν διατάξεις για την ΓΓΑΕ (Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού) και προβλέπεται η συγχώνευσή της με τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διπλωματίας, Προξενικών και Θρησκευτικών Υποθέσεων, μία κίνηση σαφώς αντίθετη με την πολιτική που σχεδιάζεται, εφαρμόζεται και υλοποιείται από το 1983 μέχρι σήμερα, και ουσιαστικά σηματοδοτεί μια επιστροφή στο παρελθόν.
Από την ίδρυσή της, η ΓΓΑΕ, με το στελεχιακό της δυναμικό, συνέβαλε στο να αποτελέσει τη γέφυρα του ομογενειακού Ελληνισμού με την πατρίδα. Mέσα από τα ετήσια προγράμματα φιλοξενίας νέων και ηλικιωμένων, τη μεσολάβηση για επίλυση πολύ σημαντικών θεμάτων που αφορούσαν τους ομογενείς (εκπαιδευτικά, στρατολογικά, φορολογικά, ασφαλιστικά, κ.λπ.) και, ουσιαστικά, αποτελούσε και αποτελεί τον αναγκαίο και απαραίτητο σύνδεσμο, που δεν υπήρχε προηγουμένως.
Για τους λόγους αυτούς, στο υπό συζήτηση σχέδιο νόμου για τον Οργανισμό του Υπουργείου Εξωτερικών, ως κυβέρνηση, ρητά αναφέραμε ότι:
«Στο Υπουργείο Εξωτερικών λειτουργεί Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, της οποίας προΐσταται ο αρμόδιος για θέματα αποδήμου ελληνισμού Υφυπουργός Εξωτερικών, εφόσον έχει ορισθεί υφυπουργός με συναφείς αρμοδιότητες, και στη θέση του Γενικού Γραμματέα Αποδήμου Ελληνισμού τοποθετείται, με κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εξωτερικών, μόνιμος υπάλληλος του Διπλωματικού Κλάδου που φέρει τον βαθμό του Πρέσβη ή μετακλητός υπάλληλος. Επίσης η Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού υποστηρίζει το έργο του Συμβουλίου Απόδημου Ελληνισμού»
.
Είναι, μάλιστα, οξύμωρο το γεγονός πριν από λίγους μήνες να ψηφίζει η Βουλή, με πολύ μεγάλη για τα κοινοβουλευτικά δεδομένα πλειοψηφία, τον νόμο 4648/2018 για τη «Διευκόλυνση άσκησης εκλογικού δικαιώματος εκλογέων που βρίσκονται εκτός Ελληνικής Επικράτειας και τροποποίηση εκλογικής διαδικασίας», και λίγους μήνες μετά να αποδυναμώνει και να εξαϋλώνει, ουσιαστικά, τον επιχειρησιακό βραχίονα σύνδεσης της ομογένειας με την ελληνική πολιτεία, δηλαδή τη ΓΓΑΕ.
Έγκαιρα καλέσαμε τον πρωθυπουργό και την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών να μην προχωρήσει σε αυτή την επικίνδυνη ατραπό, αλλά μέσα από έναν ουσιαστικό διάλογο και μια ενδελεχή διαβούλευση με τις ομογενειακές οργανώσεις, τα πολιτικά κόμματα και το στελεχιακό δυναμικό τής ΓΓΑΕ να προχωρήσει στη σύνταξη ενός νέου, σύγχρονου, αποτελεσματικού οργανισμού της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού μαζί με ένα πλάνο στελέχωσής της και ενίσχυσης του προϋπολογισμού της, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Φωνή, όμως, βοώντος εν τη ερήμω…
Τέλος, οι εκδηλώσεις για τη συμπλήρωση 200 ετών από το 1821, ώστε να αναδειχθεί η χώρα μας ως ψηφίδα στον παγκόσμιο πολιτισμό, στην παγκόσμια κοινότητα, και που δεν θα έχουν ως στόχο την άγραν εφήμερων εντυπώσεων και ευκαιριακών προσεταιρισμών.
Θέλουμε μέσα από αυτές τις εκδηλώσεις να υπάρχει ενεργοποίηση, όχι μόνον των κοινοβουλευτικών ή των αιρετών τοπικών αυτοδιοικήσεων, αλλά του συνόλου του Ελληνισμού, ιδιαίτερα των νέων, έτσι ώστε να οικοδομηθεί μια διαρκής και μόνιμη σχέση, με αμοιβαία οφέλη και άρρηκτους δεσμούς, πέρα από μικροκομματικά συμφέροντα και προσωπικές φιλοδοξίες.
Να μην αφήσουμε μόνο αποτυπώματα, όταν θα σβήσουν τα φώτα των γιορτών, αλλά έναν δρόμο, όπου θα συνεχίσουμε να περπατάμε.
Το εύρος, η απήχηση και η διεθνής ακτινοβολία του Ελληνισμού δεν περιορίζονται στα στενά γεωγραφικά όρια του ελλαδικού ηπειρωτικού και νησιωτικού χώρου. Κι αυτό οφείλεται στη μακραίωνη όσο και πολύτιμη πολιτιστική μας κληρονομιά, που έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως ως θεμέλια λίθος όλων των σύγχρονων ανθρώπινων επιτευγμάτων, από τις θετικές επιστήμες μέχρι τη φιλοσοφία, το δίκαιο και την πολιτική.
Το εθνικό ιστορικό μας αποτύπωμα, φύσει και θέσει ανθρωποκεντρικό, δεν μπόρεσε ποτέ να σβηστεί ούτε θα γίνει, παρά τις συνεχείς υπονομεύσεις, τους σφετερισμούς, τις επιβουλές, τις απειλές, τις προκλήσεις και τα βέλη που δέχτηκε και δέχεται, κατά καιρούς. Αυτό είναι και το χρέος μας.