Την ώρα που η οικονομία βουλιάζει κάθε μέρα που περνά και τα νοσοκομεία ξεχειλίζουν μην μπορώντας να ανταποκριθούν στο τσουνάμι νέων νοσηλειών, ο ανεξέλεγκτος κύκλος βίας που γέννησε η αστυνομική καταστολή στην Νέα Σμύρνη έρχεται να δημιουργήσει συνθήκες «τέλειας καταιγίδας».
Βεβαίως, όλα δείχνουν ότι ο τρόπος που «ποντάρει» το Μέγαρο Μαξίμου στην ατζέντα της δημόσιας ασφάλειας δεν είναι τυχαίος, αλλά συνδέεται με επιδιώξεις του στρατηγικού σχεδιασμού της κυβέρνησης για αλλαγή ατζέντας. Εξάλλου, η τακτική του αντιπερισπασμού κάθε φορά που μία κυβέρνηση «ζορίζεται» δεν είναι ανακάλυψη των ημερών, αλλά δοκιμασμένη συνταγή σε όλες τις εποχές και όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης –πολλώ δε μάλλον όταν η ΝΔ, με αυτή την αλλαγή ατζέντας μπορεί να τοποθετήσει τη δημόσια αντιπαράθεση σε ένα γήπεδο που η ίδια θεωρεί προνομιακό για την ίδια: στα θέματα δημόσιας ασφάλειας. Εκεί, δηλαδή, που στο Μαξίμου θεωρούν ότι μπορούν να κερδίσουν πόντους μεταξύ των «νοικοκυραίων» και μεγάλου μέρους της «μεσαίας τάξης» -η οποία, άλλωστε, όσο περνούν οι εβδομάδες, ανακαλύπτει ολοένα και περισσότερους λόγους για να αποδοκιμάσει το κυβερνών κόμμα.
Ανεξέλεγκτος κύκλος
Το ότι η ΝΔ «ποντάρει», εξάλλου, σε τέτοια θέματα και οικοδομεί προφίλ «θεματοφύλακα του νόμου και της τάξης» είχε φανεί και πριν τον άγριο ξυλοδαρμό του νεαρού στην πλατεία της, αμιγώς οικογενειακής, Νέας Σμύρνης την περασμένη Κυριακή: εδώ και τρεις εβδομάδες και ενόσω ακόμη και υπουργοί φοβούνται επεισόδια και κύκλο αναταραχής αν έχουμε τον πρώτο νεκρό απεργό πείνας σε ευρωπαϊκό έδαφος τον 21ο αιώνα, το Μαξίμου κάνει επίδειξη πυγμής και σκληρότητας σε βάρος του καταδικασμένου τρομοκράτη, επιχειρώντας ταυτόχρονα να «στριμώξει» τον πολιτικό του αντίπαλο, καταλογίζοντάς του πως δεν υπερασπίζεται την αξία μίας ανθρώπινης ζωής, αλλά τις πράξεις ενός δολοφόνου –κι αυτό παρά το γεγονός πως το πολιτικό μπλοκ που στηρίζει το αίτημα «μην αφήσετε τον Κουφοντίνα να πεθάνει» απαρτίζεται όχι μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από σύσσωμη την προοδευτική αντιπολίτευση.
Η πολιτική «επένδυση» της κυβέρνησης στον «νόμο και τάξη», άλλωστε, φάνηκε ήδη από το βράδυ της Δευτέρας: παρά τις αντιδράσεις για όσα είχαν γίνει μία ημέρα νωρίτερα στη Νέα Σμύρνη και παρότι ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ήταν εγκαλούμενος γιατί... έλυσε υπερβολικά τα χέρια ορισμένων «πραιτώρων» στο εσωτερικό της Αστυνομίας, ο ίδιος ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη είχε ανέβει στην Θεσσαλονίκη διοργανώνοντας την... εκπόρθηση του κτηρίου της πρυτανείας του ΑΠΘ. Ενόσω, δηλαδή, ήταν νωπές ακόμη οι μνήμες στην πόλη από τις βιαιοπραγίες αστυνομικών σε βάρος φοιτητών πριν τρεις εβδομάδες στο προαύλιο του πανεπιστημίου, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη έπαιζε με τα σπίρτα σε μία μπαρουταποθήκη έχοντας ανέβει στην Θεσσαλονίκη με ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις και τις «Αύρες» (τα ειδικά αστυνομικά βυτία που πλήττουν τους διαδηλωτές με δυνατούς πίδακες νερού) προκειμένου να... «αλώσει» το κτήριο του ΑΠΘ, διαλύοντας βιαίως την κατάληψη. Βεβαίως, οι ψυχραιμότεροι επικράτησαν και ο έμπειρος Χρυσοχοΐδης αποφάσισε να μην πάρει το ρίσκο. Όμως και μόνο η πρόθεση για «απόβαση» στο Αριστοτέλειο σε μία τέτοια συγκυρία δείχνει πώς αντιλαμβάνονται την ατζέντα «νόμος και τάξη» στο Μαξίμου.
Μικροκομματική εκμετάλλευση του χάους
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το ότι το Μαξίμου επιχειρεί να εκμεταλλευθεί τον κύκλο βίας που έχει ανοίξει για να αλλάξει την ατζέντα και να «στριμώξει» τον ΣΥΡΙΖΑ τεκμαίρεται και από την στάση που κρατά έναντι του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης: ήδη από το βράδυ της Τρίτης, όταν σημειώθηκε ο τραυματισμός του αστυνομικού, ο πρωθυπουργός προέβη σε ειδική, διαγγελματικού χαρακτήρα, δήλωση, προκειμένου να αποδοκιμάσει το γεγονός, αλλά και να το διαχωρίσει από την γενεσιουργό αιτία του: δηλαδή, από την αστυνομική βία της Κυριακής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε την φρίκη και τη λύπη του για το συγκεκριμένο επεισόδιο, με τον τραυματία αστυνομικό, ενώ δεν του περίσσεψε μία λέξη για την αστυνομική βία. Διάλεξε στρατόπεδο, δηλαδή. Επίσης, όσο κι αν ο ίδιος ομνύει στην ενότητα, οι διατυπώσεις του μηνύματός του ήταν εξαιρετικά διχαστικές: «δε θα επιτρέψω», «κάποιοι αγνόησαν το μήνυμά μας» ήταν μερικές μόνο από τις συγκρουσιακές εκφράσεις του, που αναντίλεκτα μυρίζουν μπαρούτι.
Συν τοις άλλοις, το ότι με το που ξεδιπλώθηκε ο κύκλος πολιτικής αντιπαράθεσης για το θέμα, το Μαξίμου άφησε να διαρρεύσει ότι ο πρωθυπουργός «θα σήκωνε το γάντι Τσίπρα» απαντώντας στην ερώτηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην «Ωρα του Πρωθυπουργού στη Βουλή» ενισχύει τα σημάδια πως η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην κοινωνία όχι ως έναν κύκλο αποσταθεροποίησης που πρέπει να κλείσει «χθες», αλλά ως μία αφορμή να κερδίσει πολιτικούς πόνους έναντι του αντιπάλου της στα μάτια της μεσαίας τάξης και των «νοικοκυραίων» ψηφοφόρων.
Άλλωστε, ακόμη και μετά τον τραυματισμό του αστυνομικού, κορυφαία κυβερνητικά στελέχη έδειξαν πως έχουν στόχο τον ΣΥΡΙΖΑ και όχι το να κλείσει ο κύκλος βίας: ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, μάλιστα, έφτρασε στο σημείο να διαφωνήσει και με την αυτονόητη διαπίστωση του ΣΥΡΙΖΑ ότι «η βία γεννά βία» διαχωρίζοντας την αστυνομική βία της Κυριακής από τον τραυματισμό του αστυνομικού που έλαβε χώρα δύο μέρες μετά. Χαρακτήρισε, μάλιστα, την φράση αυτή ως «τέλειο άλλοθι για τον διχασμό», ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η κυβερνητική εκπρόσωπος: συγκεκριμένα, κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «υποδαυλίζει την κοινωνική ταραχή πατώντας στην ψυχολογική πίεση των πολιτών από τα περιοριστικά μέτρα ώστε να αποκομίσει μικροκομματικά οφέλη και να βρει αντιπολιτευτικό αφήγημα», ενώ κάλεσε τον κ.Τσίπρα να τοποθετηθεί θεωρώντας «αδιανόητο πώς δεν το έχει ήδη πράξει». Ισχυρίστηκε, επιπροσθέτως, πως κάποιοι επιθυμούν να δουν ξανά εικόνες 2008 και 2011 αλλά συμπλήρωσε πώς «η χώρα δεν μπορεί να γυρίσει πίσω» υπογραμμίζοντας παράλληλα πώς «δεν υπάρχει καλή και κακή βία». «Ένα περιστατικό αστυνομικής βίας δεν μπορεί να γίνεται άλλοθι για να καίγεται η πόλη» σημείωσε χαρακτηριστικά ενώ ειχαν ήδη περάσει 24 ώρες από τότε που το Μαξίμου καταλόγιζε στην Κουμουνδούρου ότι προσπαθεί να φτιάξει «πλατείες νεοαγανακτισμένων».
Απώλεια ελέγχου
Ωστόσο, την ώρα που η κυβέρνηση δείχνει να παίζει με τη φωτιά προσπαθώντας περισσότερο να αντλήσει κομματικά οφέλη παρά να σβήσει την κοινωνική φλόγα που μπορεί να μετεξελιχθεί σε πυρκαγιά ανά πάσα στιγμή, μία πρόσφατη ματιά στο παρελθόν δείχνει πως πολλές φορές το παιχνίδι με τα σπίρτα οδήγησε σε απρόβλεπτα ολοκαυτώματα –πολλώ δε μάλλον όταν η πανδημία, η ανασφάλεια για το μέλλον, αλλά και ο πολύμηνος εγκλεισμός έχουν μετατρέψει την κοινωνία σε ένα κουρασμένο και εύφλεκτο υλικό, έτοιμο να εκραγεί. Εξάλλου, αν δει κανείς προσεκτικά πώς ο αστυνομικός την περασμένη Κυριακή χτυπούσε στο κεφάλι και τον αυχένα τον νεαρό με το παράνομο πτυσσόμενο μεταλλικό γκλοπ του, θα διαπιστώσει πως το κακό θα μπορούσε να είχε γίνει. Το ίδιο ισχύει, προφανώς, και για τα χτυπήματα που υπέστη στο κεφάλι ο τραυματίας αστυνομικός, ειδικά αν όσοι τον χτυπούσαν κατάφερναν τον σκοπό τους να τού αφαιρέσουν το κράνος. Με άλλα λόγια, η χώρα βρέθηκε δύο φορές μέσα σε 48 ώρες πολύ κοντά στο να καταγραφεί ένα θύμα ανεξέλεγκτης και τυφλής βίας. Με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την κοινωνική ειρήνη, εν καιρώ πανδημίας και ενόσω η οικονομία χειμάζεται, η κοινωνία αγωνιά, τα νοσοκομεία είναι έτοιμα να «σκάσουν». Και όλα αυτά μαζί, διαμορφώνουν για την κυβέρνηση συνθήκες τέλειας καταιγίδας και συνολικής απώλειας ελέγχου, με συνέπειες απρόβλεπτες και ίσως αναπότρεπτες.