Ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης που πριν γίνει πρωθυπουργός έταζε ότι στη διακυβέρνησή του θα «επεδίωκε ευρεία πολιτική συναίνεση για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας»… όμως ακόμα και τότε δεν έχανε την ευκαιρία να πυροβολεί για προδοσίες, πούρα και κότερα.
Αντίθετα με τις υποσχέσεις του, η αλήθεια είναι πως τη συναίνεση δεν την επεδίωκε ούτε πριν μας σκάσει κατακέφαλα η πανδημία πέρυσι τον Μάρτιο...
Αυτό αποδεικνύουν άλλωστε οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες το προηγούμενο διάστημα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, από την αρχή, χωρίς συναινέσεις διαβουλεύσεις και λοιπές δημοκρατικές ευαισθησίες, πέρασε ντάλα Αύγουστο την κατάργηση του ασύλου στα Πανεπιστήμια. Δεν ρώτησε συγκλήτους, δεν ρώτησε καθηγητές, δεν ρώτησε φοιτητές. Δεν άνοιξε και μύτη βέβαια...
Στο ίδιο modus operandi –αυτό των ΠΝΠ, των τροπολογιών σε άσχετα νομοσχέδια και της fast track διαβούλευσης– κινήθηκε και αργότερα.
Είχε μάλιστα το προνόμιο όλα αυτά να τα περάσει χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση και την κοινωνία. Όλα αυτά μέχρι και πέρυσι τον Μάρτιο, που η χώρα μπήκε σε lockdown λόγω covid19.
Τότε το πολιτικό σύστημα μούδιασε, συναίνεσαν όλα τα κόμματα, «έβαλαν πλάτη», «έμειναν σπίτι» και έκαναν τηλεδιασκέψεις, διατυπώνοντας μάλιστα προτάσεις, κοστολογημένες, μετρημένες, ζυγισμένες.
Ο ιός –όπως ήταν φυσικό– τα επισκίασε όλα. Η αναμπουμπούλα στα ελληνοτουρκικά με το τουρκολιβυκό σύμφωνο και το Οruc Reis που έκανε σουλάτσο στα χωρικά μας ύδατα επί μήνες μπορεί να ήταν πρωτοφανούς κλίμακας και έντασης μεγαλύτερης κατά πολλούς με την κρίση των Ιμίων το 1996, αλλά λίγο η πανδημία, λίγο το lockdown, ήταν δεύτερο θέμα στα δελτία...
Και τότε η αντιπολίτευση ζητούσε Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών. Ο «συναινετικός» πρωθυπουργός δεν τους έκανε τη χάρη, αντιθέτως, τους ενημέρωσε κατά μόνας και αφού είχε προκληθεί –και δικαίως, μιας και ενημερωθήκαμε από τους Τούρκους– σάλος για τη μυστική τριμερή Ελλάδας-Τουρκίας-Γερμανίας στο Βερολίνο. Η δικαιολογία τότε ήταν ότι θα υπήρχαν διαρροές, δεν θα είχε αποτέλεσμα, θα εμφανιζόμασταν ανήσυχοι, θα έριχνε νερό στον μύλο της Τουρκίας και άλλα τέτοια…
Στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, που ανέδειξε με τραγικό τρόπο τη μηδενική προετοιμασία της Πολιτείας στη διάρκεια του καλοκαιριού, η αντιπολίτευση ξαναζήτησε Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών. Πιο πρόσφατο αίτημα αυτό της Παρασκευής, από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Αλέξης Τσίπρας, αμέσως μετά τη συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έθεσε το ζήτημα του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών με τη συμμετοχή μελών και της Επιτροπής των ειδικών επιστημόνων, στέλνοντας μήνυμα ότι ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση αδυνατούν να διαχειριστούν την πανδημία.
Και πάλι όμως ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε τον δικό του μοναχικό δρόμο… Ο ίδιος ο πρωθυπουργός άλλωστε περιγράφει την κατάσταση συχνά ως «εμπόλεμη». «Είμαστε σε πόλεμο με αόρατο εχθρό», είχε πει στο πρώτο του διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό πέρυσι τον Μάρτη, φράση που επανέλαβε πολλές φορές το τελευταίο δεκάμηνο.
Κι όμως, στο αίτημα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε με συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών στη Βουλή. Το αντίθετο από τη συναίνεση, δηλαδή… καθώς μια συζήτηση στη Βουλή προσφέρει παράλληλους μονολόγους με ατάκες που θα παίξουν στα δελτία, χωρίς στην ουσία να παράξουν κανένα πολιτικό αποτέλεσμα. Καμία συμφωνία ικανή να σώσει ζωές, κανένα σχέδιο σε μια χώρα σε πόλεμο που πλέον μετρά πάνω από 5.500 νεκρούς. Βέβαια, της υγειονομικής κρίσης θα ακολουθήσει η οικονομική κρίση, με την αγορά να μετρά πολλές εκατοντάδες χιλιάδες λουκέτα και μια οικονομική καταστροφή που μπροστά της τα Μνημόνια θα φαντάζουν περίπατος στην εξοχή.
Αν η πανδημία είναι «πόλεμος», όπως υποστηρίζει ο πρωθυπουργός, εκτός από πολεμοφόδια –δηλαδή ενίσχυση του ΕΣΥ και της πρωτοβάθμιας φροντίδας– χρειάζεται και συστράτευση δυνάμεων. Αντί για συστράτευση, η κυβέρνηση επιλέγει να ναρκισσεύεται φορώντας τη στολή του στρατηγού την ώρα που ούτε το στράτευμα (ΕΣΥ) ενισχύει, ούτε τους αμάχους (οικονομία) προστατεύει, ούτε αρκετές ασπίδες (εμβόλια) έχει εξασφαλίσει… κι ας χειροκροτηθεί την Παρασκευή.