Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέκλεισε τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών, όμως το ενδεχόμενο της κάλπης παραμένει ένα από αυτά που επεξεργάζεται ο στρατηγικός σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου.
Βεβαίως, προς το παρόν η συζήτηση διεξάγεται σε θεωρητικό επίπεδο στον σκληρό πρωθυπουργικό πυρήνα, καθώς η φοβέρα της πανδημίας σκιάζει τα πάντα και ουδείς μπορεί στα σοβαρά να καταρτίσει πολιτικό σχεδιασμό: με άλλα λόγια, ουδείς γνωρίζει πότε θα ξεδιπλωθεί με μαζικό τρόπο ο εμβολιασμός του πληθυσμού, πότε θα γυρίσει σελίδα υγειονομικά η χώρα, αλλά και πότε θα οικοδομηθεί το περίφημο «τείχος ανοσίας», που σύμφωνα με όλους τους ειδικούς προϋποθέτει τον εμβολιασμό περίπου του 70% των Ελλήνων και εν γένει των μονίμως διαμενόντων στη χώρα. Ως εκ τούτου, σχέδια με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα δεν μπορούν να γίνουν, αφού οι εκλογές είναι μία διαδικασία που θα μπορούσε να τινάξει τα πάντα στον αέρα: προϋποθέτει περιοδείες, συγκεντρώσεις, συναθροίσεις αλλά και συνωστισμό πολιτών στα εκλογικά κέντρα και στις κάλπες. Κατά συνέπεια, για τους επόμενους –πολλούς– μήνες, ένα τέτοιο σενάριο αποκλείεται.
Κάλπες κρυμμένες πίσω από τις λέξεις
Ωστόσο, όσοι παρατήρησαν προσεκτικά τον τρόπο με τον οποίο ο πρωθυπουργός «έκλεισε» τα σενάρια εκλογών μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1, διαπίστωσαν πως πίσω από τις προσεκτικά διαλεγμένες λέξεις του προέβαλλαν όλα τα ενδεχόμενα: για παράδειγμα, άλλο πράγμα είναι η διαβεβαίωση «θα εξαντλήσω την τετραετία» και άλλο πράγμα η δήλωση του πρωθυπουργού «πρόθεσή μου είναι να εξαντλήσω την τετραετία». Ακόμη και η ρητή διαβεβαίωση ότι «δεν θα είναι εκλογική χρονιά το 2021» συνοδεύθηκε από... ρητορικά ερωτήματα: «Γιατί να είναι εκλογική χρονιά; Να διεκδικήσω τι;», διερωτήθηκε χαρακτηριστικά, εξηγώντας πως διαθέτει «άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία», «συμπαγή κοινοβουλευτική ομάδα» αλλά και ότι «πιστωνόμαστε με την αντιμετώπιση πρωτοφανών κρίσεων». Παραλλήλως, η αμέσως επόμενη φράση του πρωθυπουργού, που ενέταξε στην επιχειρηματολογία του γιατί δεν είναι ανάγκη να γίνουν εκλογές, κρύβει το κλειδί των εξελίξεων: «Έχουμε απόθεμα εμπιστοσύνης», είπε με εμφανή ικανοποίηση, υπονοώντας ότι αφού υπάρχει αυτό το «απόθεμα», δεν υφίσταται κανένας λόγος για εκλογές. Μόνο που αυτό «διαβάζεται» και... ανάποδα: ότι, δηλαδή, μόλις αυτό το απόθεμα εξαντληθεί ή κινδυνεύει, τέλος πάντων, να εξανεμιστεί, τότε θα εκλείψει και η επιχειρηματολογία κατά των πρόωρων εκλογών. Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός συνέδεσε τις πολιτικές επιλογές του με τους πολιτικούς συσχετισμούς και το «απόθεμα εμπιστοσύνης» της κυβέρνησής του, ομολογώντας εμμέσως πλην σαφέστατα πως όταν αλλάξουν οι συνθήκες, ενδέχεται να αλλάξουν και οι αποφάσεις του.
«Κλειδί» η κρίση μετά την πανδημία
Σε κάθε περίπτωση, τα εκλογικά σενάρια έχουν ενσκήψει στο Μέγαρο Μαξίμου όχι από... φαντασία, αλλά εξαιτίας ενός αντικειμενικού παράγοντα, το φάντασμα του οποίου πλανάται ήδη πάνω από την κυβέρνηση: της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης που θα αφήσει πιίσω της η πανδημία του κορωνοϊού. Οι προβλέψεις είναι ζοφερές και η πραγματικότητα που διαμορφώνεται στον κόσμο της αγοράς δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία: μία στις δύο επιχειρήσεις εστίασης δηλώνουν ότι δεν θα ανοίξουν μετά την καραντίνα – και αυτό από μόνο του προοιωνίζεται μία βαθιά κοινωνική κρίση και μία έκρηξη της ανεργίας, αν συνυπολογιστεί ότι ο κλάδος της εστίασης είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εργοδότης στη χώρα μετά το Δημόσιο! Μ’ άλλα λόγια, ο κίνδυνος να χάσουν τη δουλειά τους περισσότεροι από 150.000 άνθρωποι είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτός, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους κοινωνικούς, αλλά και τους πολιτικούς συσχετισμούς. «Μαύρες» είναι οι προβλέψεις και για το λιανεμπόριο και τους μικρομεσαίους, ενώ οι κεντρικές οδοί των πόλεων, ακόμη και εκείνες που έχουν «ακίνητα προβολής» –όπως λένε και στη γλώσσα τους οι ειδήμονες του real estate– έχουν αρχίσει να θυμίζουν τις πιο σκοτεινές μέρες της «μνημονιακής» περιόδου: ενδεικτικά, περισσεύουν τα «ενοικιάζεται» και τα «διατίθεται» στη Σταδίου, την Ακαδημίας, ακόμη και στην «καρδιά» του Κολωνακίου, όπως ο πεζόδρομος της Τσακάλωφ, η Σκουφά, ακόμη και η Πατριάρχου Ιωακείμ. Θλιβερή είναι η εικόνα και στην Τσιμισκή και την Αγία Σοφία της Θεσσαλονίκης, ενώ σκηνικό ερήμωσης χαρακτηρίζει ακόμη και την «καρδιά» περιοχών που ακόμη πληρώνουν την υπολειτουργία του τουρισμού το περασμένο καλοκαίρι.
Όλα τούτα, σε συνδυασμό με συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης στον τομέα της διαχείρισης της πανδημίας, αλλά και στην εργατική πολιτική («πάγωμα» της αύξησης του κατώτατου μισθού, «νομιμοποίηση» απλήρωτων υπερωριών, άνοδος του ανώτατου ορίου εργασίας από τις 8 στις 10 ώρες κ.ά.) θα διαμορφώσουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ, το οποίο αυτήν τη στιγμή ουδείς μπορεί να προβλέψει. Αν, μάλιστα, όλα τα παραπάνω συνδυαστούν με το γεγονός ότι προωθείται η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού χάρτη της χώρας που έγινε ποτέ, με τα «μεγάλα ψάρια» να ετοιμάζονται ήδη να φάνε τα μικρά και τα... «μεσαία», τότε είναι σαφές ότι οι επόμενοι αρκετοί μήνες μπορεί να επιφυλάσσουν εκπλήξεις και να επιφέρουν ραγδαία φθορά της κυβέρνησης, ακόμη και τάσεις ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών.
Μηδενίζοντας το κοντέρ για το «πακέτο»...
Με άλλα λόγια, οι επόμενοι μήνες μπορεί να κρύβουν εκπλήξεις για αυτό που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ονομάζει «απόθεμα εμπιστοσύνης»: ως εκ τούτου, όλα τα σενάρια θα παραμείνουν στο τραπέζι, έως ότου στο Μαξίμου διαπιστώσουν πόσο βαθιές και εκτεταμένες θα είναι οι κοινωνικές και οικονομικές –αλλά κυρίως οι πολιτικές– επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης. Βάσει, πάντως, του σεναρίου για φθινοπωρινές ή χειμωνιάτικες κάλπες, ο πρωθυπουργός θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί το εναπομείναν «απόθεμα» μετά το καλοκαίρι, ώστε να «μηδενίσει το κοντέρ» και να δρομολογήσει τις πολιτικές εξελίξεις όσο ο ίδιος έχει το προβάδισμα και, άρα, κρατά την «μπαγκέτα» στο πολιτικό σκηνικό. Βεβαίως, με δεδομένο ότι έως το ερχόμενο φθινόπωρο η κυβέρνηση κάθε άλλο παρά άφθαρτη θα είναι, κάθε επιλογή έχει ρίσκο. Πολλώ δε μάλλον που οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν με απλή αναλογική, κάτι το οποίο αφενός θα ανοίξει το πολιτικό παιχνίδι για σχηματισμό κυβέρνησης, αφετέρου είναι πολύ πιθανό να υποβάλει τη χώρα σε μία διπλή εκλογική «ταλαιπωρία», ώστε να «καεί» η απλή αναλογική και να διεξαχθούν εκλογές με σύστημα ενισχυμένης αναλογικής. Με άλλα λόγια, το βασικό «μείον» του εκλογικού σεναρίου είναι ότι υπάρχουν αρκετά «αν». Όμως, όπως το θέτει και έμπειρος «γαλάζιος» παράγοντας, «το τι θα γίνει αν πάμε σε εκλογές είναι αβέβαιο. Το ότι αν δεν πάμε, σε 1,5 χρόνο η κυβέρνηση θα έχει πάρει την κάτω βόλτα είναι βέβαιο».
Συν τοις άλλοις, όσοι εισηγούνται στον πρωθυπουργό να ανοίξει το καπάκι των εκλογών επικαλούνται άλλον έναν οικονομικό παράγοντα: ότι, δηλαδή, αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης «μηδενίσει» το κοντέρ και ενεργοποιήσει το σενάριο «2 (χρόνια) συν 4 (χρόνια)», τότε θα έχει μπροστά του μία καθαρή τετραετία να αναστρέψει το κλίμα και να πιστωθεί την αλλαγή της χώρας έχοντας γεμάτη τη φαρέτρα του: ο λόγος, φυσικά, για τα περίπου 32 δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης, που κάθε πρωθυπουργός θα ήθελε να τα διαχειριστεί για πολλούς και διάφορους λόγους: κατ’ αρχάς, πρόκειται για ένα τόσο μεγάλο «πακέτο» που θα μπορούσε να αλλάξει τόσο πολύ την οικονομία ώστε να αναδιαμορφώσει τους πολιτικούς συσχετισμούς και να επουλωθούν οι όποιες πληγές αφήσει στην κυβέρνηση η πανδημία. Κατά δεύτερον, όσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης κρατά τα «κλειδιά» του «πακέτου» των 32 δισεκατομμυρίων, τόσο θα διατηρεί τη δύναμή του απέναντι και στο επιχειρηματικό κατεστημένο της χώρας, αφού δύσκολα κάποιος μεγαλόσχημος παράγοντας θα αποφάσιζε να συγκρουστεί μαζί του τόσο σε οικονομικό-επιχειρηματικό, όσο ακόμη και σε μιντιακό επίπεδο...
Στόχος ο Τσίπρας και οι «βαρόνοι»...
Συν τοις άλλοις, όσοι εισηγούνται στον πρωθυπουργό εκλογές δεν αφήνουν εκτός της εξίσωσης και μία διπλή στρατηγική επιδίωξη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη: ο μεγαλύτερος στόχος του Μαξίμου είναι ο Αλέξης Τσίπρας, που, παρά την ήττα του, αναγνωρίζουν όλοι πως είναι ένας πολιτικός αντίπαλος που ουδόλως μπορεί να υποτιμηθεί. Κατά συνέπεια, αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κάνει τίποτα και αφήσει τον χρόνο να περάσει, τότε το πιθανότερο είναι ότι απλώς θα λειτουργήσουν τα συγκοινωνούντα δοχεία του δικομματισμού και κάποια στιγμή το εκκρεμές θα γυρίσει και θα ενεργοποιηθεί η θεωρία του «ώριμου φρούτου». Θα αρχίσει να αδειάζει η κλεψύδρα, δηλαδή, για να τον υποδεχθεί, σε κάποια χρόνια από τώρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο Μέγαρο Μαξίμου ώστε να του παραδώσει την εξουσία. Αντιθέτως, αν ο πρωθυπουργός προσφύγει αιφνιδιαστικά σε εκλογές πριν ο ίδιος και η κυβερνώσα παράταξη φθαρούν αποφασιστικά, τότε μπορεί να ελπίζει –όπως του λένε συνεργάτες του– πως έπειτα από άλλη μία ή άλλες δύο εκλογικές ήττες (αν γίνουν επαναληπτικές εκλογές), θα «τελειώσει» τον Αλέξη Τσίπρα. Βεβαίως, στο σενάριο αυτό υπάρχουν αρκετά προβλήματα, αφού το εσωκομματικό κλίμα στην Κουμουνδούρου είναι τέτοιο που θεωρείται αυτονόητο για τη συντριπτική πλειονότητα των στελεχών πως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δικαιούται όσες ευκαιρίες θέλει. «Τους πήρε από το 3% και τους έκανε κυβέρνηση. Δεν θα τολμήσει να τον αμφισβητήσει κανείς ακόμη κι αν χάσει όχι μία ή δύο, αλλά δέκα εκλογές», τονίζει μπαρουτοκαπνισμένος παράγοντας της ΝΔ, που «ξορκίζει» το σενάριο διεξαγωγής πρόωρων εκλογών.
Βεβαίως, το θέμα δεν είναι μόνο οι πολιτικές και εσωκομματικές «αντοχές» του Αλέξη Τσίπρα (που φαίνονται ανεξάντλητες), αλλά ακόμη μία στρατηγική επιδίωξη του Κυριάκου Μητσοτάκη: να «τελειώσει» με τους «βαρόνους» του κόμματός του, ώστε να κρατήσει «καθαρό» το εσωκομματικό παιχνίδι για τον ίδιο: για τους προσεκτικούς παρατηρητές των κινήσεων Μητσοτάκη, βασική συνισταμένη των επιλογών του πρωθυπουργού είναι να οδηγήσει σε «αποστρατεία» όλους όσοι θα μπορούσαν να τον αμφισβητήσουν στο μέλλον: για παράδειγμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να μην ανοίξει την πόρτα του υπουργικού συμβουλίου για τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, καίτοι ένα στέλεχος με το διαμέτρημα και τις διεθνείς επαφές του τέως επιτρόπου προφανώς δεν περισσεύει. Επίσης, ειδικά στη διακεκαυμένη περίοδο της παρούσας συγκυρίας για τα ελληνοτουρκικά, αν δεν περισσεύει στην κυβέρνηση κάποιο στέλεχος, αυτό είναι αυτονοήτως η Ντόρα Μπακογιάννη: κι όμως, ο πρωθυπουργός φαίνεται πως έχει την πρώην υπουργό Εξωτερικών και αδελφή του εκτός σχεδιασμού. Για τους συνομιλητές του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι σαφές ότι εκτός σχεδιασμού θα παραμείνουν άλλα παραδοσιακά και «βαριά» στελέχη της ΝΔ, όπως η Μαριέττα Γιαννάκου και ο Νικήτας Κακλαμάνης, ενώ κατά τις ίδιες πηγές ο πρωθυπουργός θα ήθελε να δει τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη να πηγαίνει σπίτι του μετά τη λήξη της θητείας του στις Βρυξέλλες, αλλά και τους δύο πρώην πρωθυπουργούς, Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, να συμφωνούν να «κρεμάσουν» τα πολιτικά τους παπούτσια, συναινώντας να μην ενταχθούν στα ψηφοδέλτια στις επόμενες εκλογές. Για να γίνουν, όμως, όλα αυτά, θα πρέπει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να είναι κυρίαρχος όταν έρθει η ώρα των εκλογών, και όχι ο πρωθυπουργός ενός κόμματος που θα έχει πάρει την κάτω βόλτα, με «βαρόνους» και «δελφίνους» να καραδοκούν...