Παρά την πανδημία του Covid-19, τον ον Ιούλιο και τον Αύγουστο συνεχίστηκε η πανεπιστημιακή ανασκαφή στο Ασκληπιείο και στην αγορά της πόλης της Επιδαύρου με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Οι έρευνες στην Επίδαυρο διενεργούνται από τον ομότιμο καθηγητή Β. Λαμπρινουδάκη, τον επίκουρο καθηγητή Στ. Κατάκη (συνδιευθυντές) και την δρ. Α. Σφυρόερα.
Στο Ασκληπιείο, στην περιοχή της Θόλου, συνεχίστηκε η ανασκαφή του κτηρίου μέρος του οποίου αποκαλύφθηκε πέρσι, και το οποίο προηγήθηκε της Θόλου στην ίδια θέση με ανάλογη λειτουργία. Η αρχιτεκτονική μορφή του κτηρίου, που είχε ισόγειο και υπόγειο, είναι πολύ σπάνια. Το ισόγειο κτισμένο με πλίνθινους τοίχους πάνω σε λίθινη κρηπίδα, περιβαλλόταν από ξύλινη περίσταση πάνω σε λίθινες βάσεις. Κάτω από το ισόγειο υπήρχε αντίστοιχων διαστάσεων υπόγειος χώρος, λαξευμένος στον φυσικό βράχο, ωφέλιμου ύψους περ. 2,40 μ.
Τα τοιχώματα του βράχου ήταν επενδεδυμένα με λίθινους τοίχους επιχρισμένους με βαθυκόκκινο κονίαμα. Το δάπεδο του υπογείου έχει σωθεί σχεδόν ακέραιο και είναι ψηφιδωτό από μικρά άσπρα βότσαλα, με γραπτή διακόσμηση. Πρόκειται για το μεγαλύτερο και καλύτερα σωζόμενο ψηφιδωτό δάπεδο ανάμεσα στα σπάνια δείγματα της εποχής του. Εφέτος διαπιστώθηκε ότι το πλάτος του κτηρίου στο εσωτερικό του υπογείου είναι 3,6 μ. και στο ισόγειο, μαζί με την περίσταση, 8,20 μ. Το κτήριο έχει αποκαλυφθεί έως τώρα σε μήκος 10,2 μ., συνεχίζεται όμως προς τα δυτικά και εν μέρει κάτω από τη Θόλο.
Τετράγωνη εσοχή που εντοπίσθηκε στο δάπεδο ερμηνεύεται ως το ίχνος εγκατάστασης της σκάλας καθόδου από το ισόγειο στο υπόγειο (εικ. 3). Η συνέχεια της ανασκαφής αναμένεται να αποκαλύψει στη νότια πλευρά του το πλήρες μήκος του κτηρίου και άλλα στοιχεία για τη μορφή και τη λειτουργία του. Βάσει των κινητών ευρημάτων και της αρχιτεκτονικής του μορφής, το κτήριο χρονολογείται στον ύστερο 7ο / πρώιμο 6ο π.Χ. αιώνα, χρονολόγηση που συνάδει με την περίοδο ακμής που καταγράφει η ιστορία της Επιδαύρου την εποχή εκείνη.
Το νέο αυτό κτήριο, έχοντας προφανώς την ίδια λειτουργία και ουσιαστικά την ίδια δομή με τη Θόλο, η οποία το αντικατέστησε, συμβάλλει καίρια στην ερμηνεία της λειτουργίας της Θόλου ως έδρα της λατρείας του χθόνιου Ασκληπιού, ανατροφοδοτεί τη συζήτηση σχετικά με την πρώιμη μορφή και οργάνωση του ιερού, και αποδεικνύει ότι οι αρχές του Ασκληπιείου ανάγονται στον 7ο και όχι τον 6ο π.Χ. αιώνα, όπως μέχρι τώρα πιστεύαμε.
Παράλληλα με την ανασκαφή έχει ξεκινήσει η μελέτη για την αποτελεσματική συντήρηση και ανάδειξη του κτηρίου, ώστε να αποδοθεί επισκέψιμο στο κοινό. Η ανασκαφή χρηματοδοτείται από το 2018 από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Η εφετινή έρευνα πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας.
Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν και στην Αγορά της αρχαίας πόλεως της Επιδαύρου, όπου έχει αποκαλυφθεί μέρος μίας κρήνης του 4ου π.Χ. αιώνα, διαστάσεων 11.3 x 20 μ., με μεγάλη υπόστυλη δεξαμενή και χώρο υδροληψίας, με ιωνικού ρυθμού πρόσοψη και εσωτερικό με ροοκρήνες και αρυκρήνες.
Tον 2ο μ.Χ. αιώνα κατασκευάσθηκε στον ίδιο χώρο μία μεγάλη στοά. Χαρακτηριστικά ευρήματα της ανασκαφής επιτρέπουν την υπόθεση ότι το σύμπλεγμα αυτό των μνημείων συνδέεται με το τέμενος του Ασκληπιού, το οποίο είδε ο περιηγητής του 2ου μ.Χ. αι. Παυσανίας εισερχόμενος στην πόλη. Οι εργασίες αποκάλυψαν το βόρειο τμήμα της στοάς σε όλο της σχεδόν το μήκος.
Παράλληλα, το σύμπλεγμα των μνημείων απελευθερώθηκε αφενός από τους σωλήνες ύδρευσης των αγρών της περιοχής και αφετέρου από την αγροτική οδό που το διέτρεχαν και ο χώρος ανάδειξης (~2.700 τ.μ.) ορίσθηκε με καλαίσθητη περίφραξη.
Από τα φετινά ευρήματα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα είναι επιγραφή που αναφέρει επισκευή της κρήνης και του υδραγωγείου της τον 1ο μ.Χ. αιώνα (εικ. 6) και η δεξιά κνήμη μαρμάρινου αγάλματος αξιωματούχου του 2ου μ.Χ. αιώνα, του οποίου ο κορμός είχε βρεθεί στον ίδιο χώρο παλαιότερα (εικ. 7). Από το 2019 η πανεπιστημιακή αυτή έρευνα χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Ιωάννη Σ. Λάτση με ένα τριετές πρόγραμμα που αποβλέπει στην ανάδειξη του σημαντικού αυτού συμπλέγματος μνημείων.