Το άνοιγμα στον αραβικό κόσμο και στη Μέση Ανατολή συνεχίζει να καλλιεργεί συστηματικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μετά την επίσκεψή του στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια, ο πρωθυπουργός προγραμματίζει ταξίδι στο Ιράκ και συγκεκριμένα στη Βαγδάτη και στο Ερμπίλ, πρωτεύουσα του Ιρακινού Κουρδιστάν.
Παράλληλα, προ ημερών ο κ. Μητσοτάκης υποδέχθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου τον Σουμπραχμανιάμ Τζαϊσανκάρ, υπουργό Εξωτερικών της Ινδίας, μια χώρα με την οποία επίσης επιδιώκει η κυβέρνηση την εμβάθυνση και διεύρυνση των σχέσεών της, ενώ και η Ινδία δείχνει αυξημένο ενδιαφέρον για τη νοτιοανατολική Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο, μια περιοχή στην οποία η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στην ανάπτυξη περιφερειακών σχημάτων συνεργασίας. Ελλάδα και Αίγυπτος συμμετέχουν άλλωστε σε σχήματα περιφερειακής συνεργασίας, όπως η τριμερής συνεργασία με την Κύπρο, το East Mediterranean Gas Forum και το νεοσύστατο «Φόρουμ Φιλίας», σχήματα που όπως τονίζουν στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν ως βάση το διεθνές δίκαιο, τις σχέσεις καλής γειτονίας και την προώθηση της ειρήνης, της σταθερότητας και της ευημερίας στην περιοχή της Μεσογείου.
Το ταξίδι του πρωθυπουργού στο Ιράκ σχεδιάζεται για τις 12 και 13 Ιουλίου και θα είναι το πρώτο μετά από μια περίοδο 20 μηνών, το οποίο πραγματοποιείται με διευρυμένη σύνθεση και εμπορικό χαρακτήρα, πέρα φυσικά από τον γεωπολιτικό. Ήταν τον Νοέμβριο του 2019 όταν ο κ. Μητσοτάκης μετέβη στη Σανγκάη μαζί με περίπου 60 Έλληνες επιχειρηματίες, προκειμένου να διερευνηθούν τα πεδία συνεργειών, εξαγωγών και εισαγωγών από την Κίνα. Τώρα, στη Βαγδάτη θα μεταβούν επικεφαλής ελληνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον χώρο των τροφίμων, της ενέργειας, των κατασκευών και του φαρμάκου, σε μία προσπάθεια να συμμετέχουν στο εγχείρημα ανοικοδόμησης του Ιράκ σε όλα τα επίπεδα. Δεδομένη είναι επίσης η βούληση του πρωθυπουργού να προσδώσει στη χώρα μας τον ρόλο μιας φυσικής γέφυρας ανάμεσα στις εξελίξεις στην Ευρώπη και στις εξελίξεις στο ευρύτερο περιβάλλον του αραβικού κόσμου.
Έντονο επενδυτικό και οικονομικό χαρακτήρα θα έχει και το επόμενο ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο Τόκιο, όπου θα βρίσκεται στις 23 Ιουλίου και στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων. Πέρυσι, στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ο πρωθυπουργός είχε συναντηθεί με τον διοικητή της Japan Bank for International Cooperation και είχαν συζητήσει μία ευρεία γκάμα πιθανών συνεργασιών σε τομείς όπως η διαχείριση απορριμμάτων, οι νέες τεχνολογίες και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι δύο πλευρές συμφώνησαν πως θέλουν να εργαστούν στην ανοικοδόμηση των πολιτικών και οικονομικών σχέσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ιαπωνία.
Έκτοτε, οι επαφές των δύο κυβερνήσεων έχουν πυκνώσει, με κύριο εκπρόσωπο από ελληνικής πλευράς τον υφυπουργό Εξωτερικών, αρμόδιο για την οικονομική διπλωματία, Κώστα Φραγκογιάννη. Έμφαση έχει δοθεί στην επίσπευση της Συμφωνίας Αποφυγής Διπλής Φορολόγησης αλλά και στη συνεργασία, βάσει μνημονίου, της Αναπτυξιακής Τράπεζας της Ιαπωνίας και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, καθώς και στην απευθείας αεροπορική σύνδεση των δύο χωρών. Πέρα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τους Έλληνες αθλητές τους οποίους θα παρακολουθήσει, ο κ. Μητσοτάκης προγραμματίζει συναντήσεις με υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης και της επιχειρηματικής κοινότητας της χώρας.
Τρίτος σημαντικός διπλωματικός «σταθμός» του πρωθυπουργού τον Ιούλιο (ενδέχεται και στις αρχές Αυγούστου) θα είναι πίσω στην Αθήνα, την οποία αναμένεται να επισκεφθεί ο γερουσιαστής Ρόμπερτ (Μπομπ) Μενέντεζ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ, που αναδεικνύεται σε άνθρωπο-κλειδί για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις επί Προεδρίας Μπάιντεν. Το διακομματικό νομοσχέδιο για την αναβάθμιση της αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ, που εισηγήθηκε μαζί με τον Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο, προχωρά με γοργούς ρυθμούς για κατάθεση, συζήτηση και ψήφιση στην ολομέλεια της Γερουσίας. Το νομοσχέδιο πέρασε προ ημερών από την Επιτροπή, με τον πρόεδρό της κ. Μενέντεζ να δηλώνει πως «η υπερψήφιση του νομοσχεδίου συνιστά μια αναγνώριση της ισχυρής διμερούς σχέσης, ενισχύει την υποστήριξη του εκσυγχρονισμού των Ελληνικών Ένοπλων Δυνάμεων και ενισχύει την πολυμερή δέσμευση μεταξύ της Κύπρου, του Ισραήλ, της Ελλάδας και των ΗΠΑ».