ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ: Ο ΕΝ ΣΑΜΩ ΚΟΜΗΤΗΣ
Σπουδαία η διαδρομή του Πυθαγόρα, τραγικό το τέλος του.
Ο περιτριγυρισμένος από δόξα, περίδοξος, όπως δηλώνει και το όνομα του, Περικλής του Ξανθίππου ο Χολαργεύς ήταν Αρχαίος Έλληνας πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός του 5ου αιώνα π.Χ. Δικαιολογείται απόλυτα ο χαρακτηρισμός χρυσός αιώνας που περιγράφει την εποχή εκείνη λόγω της δύναμης, της δόξας και της φήμης την οποία γνώρισε η Αρχαία Αθήνα χάρη σε εκείνον. Ακριβέστερα, έζησε την περίοδο μεταξύ των Περσικών Πολέμων και του Πελοποννησιακού Πολέμου, περίπου 495-429 π.Χ.
Ο Περικλής γεννήθηκε στον Δήμο Χολαργού, βόρεια της Αθήνας, γύρω στο 495 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο επίσης πολιτικός και στρατηγός Ξάνθιππος. Ανήκε στην Ακαμαντίδα φυλή, ο πλούτος και η υψηλή κοινωνική θέση της οικογενείας του, του εξασφάλισαν ήρεμα νεανικά χρόνια και είχε την τύχη όχι μόνο να ικανοποιήσει την αγάπη του για τη μελέτη αλλά και να γνωρίσει και να μαθητεύσει κοντά σε μερικούς από τους πιο ξακουστούς φιλοσόφους της εποχής του, όπως ήταν ο Ζήνων ο Ελεάτης, ιδρυτής της Ελεατικής Φιλοσοφικής Σχολής στην Κάτω Ιταλία, ο φιλόσοφος Πρωταγόρας, καθώς και ο φιλόσοφος, Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία και από το χαρακτήρα του οποίου εικάζεται ότι πήρε την πραότητα και τον αυτοέλεγχο, κύρια χαρακτηριστικά της μετέπειτα πολιτικής του.
Ο Περικλής παντρεύτηκε πρώτα μία γυναίκα για την οποία δεν γνωρίζουμε πολλά, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Ξάνθιππο και τον Πάραλο. Ο γάμος τους όμως δεν ήταν ευτυχισμένος και γύρω στο 445 π.Χ. ο Περικλής χώρισε τη γυναίκα του και την προσέφερε σε έναν άλλο άνδρα για γάμο, με τη σύμφωνη γνώμη των αρσενικών μελών της οικογένειας της γυναίκας του. Μετέπειτα, η γυναίκα με την οποία συνδέθηκε ήταν η Μιλήσια Ασπασία, εταίρα από την Μίλητο και κατά πολλά χρόνια νεότερή του. Ο Σωκράτης την περιέγραψε ως την πιο έξυπνη και πνευματική γυναίκα της εποχής της. Η σχέση αυτή ήταν υπερβολικά τολμηρή, επειδή ο Περικλής τής συμπεριφερόταν ως ίση προς ίσο, κάτι που ήταν αδιανόητο για τους περισσότερους άνδρες εκείνης της εποχής, δεδομένης την κοινωνική θέση της γυναίκας στην Αρχαία Αθήνα.
Το γεγονός που τον σημάδεψε Βαθυά ήταν ο θάνατος των δύο παιδιών του, του Ξάνθιππου και του Πάραλου, από τον πρώτο του γάμο, καθώς και ο θάνατος της αδελφής του. Όλοι τους πέθαναν από τον φοβερό λοιμό που χτύπησε την Αθήνα τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο θάνατος τόσων συγγενικών προσώπων ήταν κάτι το οποίο ποτέ δεν κατάφερε ψυχολογικά να ξεπεράσει. Λίγο πριν από τον θάνατό του, οι Αθηναίοι άλλαξαν τον νόμο του 451 π.Χ. για το δικαίωμα στην αθηναϊκή υπηκοότητα, που έκανε τον μισό-Αθηναίο γιο του που είχε αποκτήσει με την Ασπασία, Περικλή τον νεότερο, Αθηναίο πολίτη και νόμιμο κληρονόμο του. Ειρωνικά, ο ίδιος ο Περικλής είχε προτείνει να ψηφιστεί ο προηγούμενος σε ισχύ νόμος περί του δικαιώματος της Αθηναϊκής υπηκοότητας.
Εκμεταλλευόμενος τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας, ο Περικλής μετέτρεψε τη Δηλιακή Συμμαχία σε Αθηναϊκή Ηγεμονία και οδήγησε την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού. Κύριος στόχος των επεκτατικών και στρατιωτικών επιχειρήσεων που πραγματοποίησε κατά την διάρκεια της κυριαρχίας του ήταν η διαφύλαξη των συμφερόντων της Αθήνας, τον οποίο πέτυχε χάρη στο πανίσχυρο αθηναϊκό ναυτικό, που άρχισε να δυναμώνει την εποχή του Θεμιστοκλή και αργότερα του Κίμωνα, γιου του Μιλτιάδη. Ωστόσο, στην απόλυτη ακμή του έφτασε κατά την εποχή του Περικλή και αποτέλεσε τον κινητήριο μοχλό της αθηναϊκής υπερδύναμης.
Όταν ο Περικλής παραμέρισε δια εξοστρακισμού τον κυριότερο πολιτικό του αντίπαλο, τον συντηρητικό Κίμωνα, άρχισε και η πραγματική άνοδος της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Μετά από τον εξοστρακισμό του Κίμωνα, ο Περικλής συνέχισε να προτείνει ολοένα και πιο ριζοσπαστικούς νόμους που προωθούσαν τον βαθμό της δημοκρατίας σε νέα ύψη. Η πολιτική του Περικλή συνέχισε να είναι υπερβολικά φιλολαϊκή, πράγμα που τον κράτησε στην εξουσία τις επόμενες δύο δεκαετίες και του άνοιξε τον δρόμο, ώστε να κάνει την Αθήνα, την ισχυρότερη πόλη της Μεσογείου και την πιο ξακουστή στον αρχαίο κόσμο. Το 458 π.Χ. μείωσε το μέγεθος της απαιτούμενης περιουσίας πού έπρεπε να έχει κάποιος ώστε να γίνει Επώνυμος Άρχων. Λίγο μετά το 454 π.Χ., αύξησε τον μισθό των δικαστικών της Ηλιαίας.
Κατά την εποχή του Περικλή, τέθηκαν οι βάσεις του λεγόμενου Δυτικού Πολιτισμού, καθώς ο ίδιος υπήρξε μέγας υποστηρικτής της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου. Ως ηγέτης της Αθήνας με μία σειρά νόμων υποστήριξε τις λαϊκές μάζες και τις βοήθησε να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα σε βάρος της αριστοκρατικής τάξης στην οποία ανήκε και ο ίδιος. Ο πλέον ριζοσπαστικός νόμος που επέβαλε ήταν αυτός του 451 π.Χ. Ο νόμος αυτός, επέτρεπε σε κάποιον να αποκτήσει την αθηναϊκή υπηκοότητα μόνο εφόσον και οι δύο του γονείς ήταν Αθηναίοι, πλήττοντας ιδιαίτερα για άλλη μία φορά την τάξη των αριστοκρατών, επειδή πρακτικά απαγόρευε την απόκτηση αθηναϊκής υπηκοότητας στα παιδιά των αριστοκρατών πού είχαν το ένα γονέα από άλλη πόλη. Ακόμη, επέτρεψε στις χαμηλότερες τάξεις να κατέχουν υψηλότερα αξιώματα από αυτά πού τους επιτρέπονταν μέχρι πρότινος, επειδή ο Περικλής επιδίωκε τη διεύρυνση του Δήμου, του λαού, πάνω στην οποία θα μπορούσε να στηρίξει τα μελλοντικά του προγράμματα. Πίστευε ότι εκτός από τα άλλα, εάν αύξανε την δύναμη του λαού θα μπορούσε να αυξήσει την στρατιωτική και κυρίως ναυτική δύναμη της Αθήνας. Η πολιτική του αυτή βασιζόταν στο ότι οι κωπηλάτες των αθηναϊκών πλοίων προέρχονταν από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.
Ο Περικλής οδήγησε την Αθήνα στον χρυσό αιώνα της άμεσης δημοκρατίας, των γραμμάτων, των τεχνών και του πολιτισμού, μεταμόρφωσε την πόλη του με έργα απαράμιλλου κάλλους και σπουδαιότητας που έμελλε να μείνουν αθάνατα. Υπήρξε μέγας προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας και των επιστημών, και ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Αθήνα έγινε το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου. Επίσης, σε αυτόν οφείλεται η κατασκευή πολλών από τα σημαντικά μνημεία που κοσμούσαν την Αρχαία Αθήνα, με εκείνα της Ακρόπολης να διατηρούν εξέχουσα θέση ανάμεσά τους. Επιδίωξε την ανοικοδόμηση των ναών και των ιερών που είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες και κυρίως του Παρθενώνα. Τη διεύθυνση για την κατασκευή των καλλιτεχνημάτων ανέθεσε στον σπουδαίο Φειδία, υπό την επίβλεψη του οποίου χτίστηκε ο Παρθενώνας, σύμφωνα με τον σχεδιασμό των Ικτίνου και Καλλικράτη, ενώ τα Προπύλαια της Ακρόπολης ήταν έργο του Μνησικλή. Τα επιβλητικότατα λατρευτικά αρχιτεκτονήματα συνοδεύτηκαν με εντυπωσιακές γλυπτικές δημιουργίες, όπως το περίφημο Χρυσελεφάντινο Άγαλμα της Αθηνάς στον Παρθενώνα, αλλά και το χάλκινο άγαλμα της Προμάχου Αθηνάς μεταξύ των Προπυλαίων και του Παρθενώνα, το οποίο ήταν τόσο ψηλό ώστε λεγόταν ότι ήταν ορατό ακόμα και από το Σούνιο.
Η Αθήνα ήταν το αδιαφιλονίκητο κέντρο του πνεύματος και της τέχνης, συγκεντρώνοντας τους σπουδαιότερους φιλοσόφους και παιδαγωγούς της Ελλάδας, καθώς όλοι ήθελαν τώρα να διδάξουν στη λαμπρή μητρόπολη της Μεσογείου. Ρήτορες γοήτευαν το κοινό, αρχιτέκτονες κατασκεύαζαν θαύματα, γλύπτες και ζωγράφοι ίδρυαν εργαστήρια και συγγραφείς και ποιητές έγραφαν τις διαχρονικές τραγωδίες τους, κάνοντας το θέατρο την αγαπημένη ψυχαγωγία όλων. ο Περικλής προώθησε το ολοκληρωμένο σχέδιό του για τις επιστήμες, τις καλές τέχνες αλλά και τα μεγάλα δημόσια έργα, παρά το τεράστιο οικονομικό κόστος για το οποίο και κατηγορήθηκε. Η κατηγορία αυτή δεν τον πτόησε βέβαια καθώς προσφέρθηκε να καλύψει το κόστος των έργων με την προσωπική του περιουσία.
Ο Περικλής οργάνωσε τις πρώτες του πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πελοποννησιακού Πολέμου, μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης και των συμμάχων τους, που περισσότερο έμοιαζε με έναν πόλεμο συμφερόντων μεταξύ των συμμαχικών πόλεων των δύο υπερδυνάμεων. Κρίσιμη ήταν η συμμαχία της Αθήνας με τα Μέγαρα και το Άργος, που ήταν παραδοσιακός εχθρός της Σπάρτης. Το 454 π.Χ., υπό την ηγεσία του Περικλή, η Αθήνα επιτέθηκε στη Σικυώνα και στην Ακαρνανία. Πριν επιστρέψει στην Αθήνα, ο Περικλής προσπάθησε να καταλάβει την πόλη Οιενιάδα στον Κορινθιακό Κόλπο χωρίς όμως επιτυχία. Όταν ο Κίμωνας επέστρεψε από την εξορία το 451 π.Χ., ο Περικλής τού εμπιστεύτηκε την αρχηγία του Αθηναϊκού στρατού, και ο ίδιος περιορίστηκε στα καθήκοντά του μέσα στην Αθήνα. Ο λόγος ήταν ότι ο Περικλής δεν είχε αποδείξει ότι ήταν μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης, σε αντίθεση με τον Κίμωνα που ήταν γνωστός για τις επιτυχίες του εναντίον των Περσών στην τελευταία φάση των Περσικών Πολέμων. Έτσι, ο Περικλής επικεντρώθηκε σε αυτό πού ήταν πραγματικά καλός, δηλαδή στην εσωτερική διακυβέρνηση του της ηγεμονίας των Αθηνών. Κατ΄αυτόν τον τρόπο κατάφερε να συμβιβάσει την δημοκρατική παράταξη την οποία ηγούνταν με την συντηρητική παράταξη του Κίμωνα.
Οι Σπαρτιάτες ήταν πρακτικά ανίκητοι στη στεριά, και ο Περικλής το γνώριζε πολύ καλά, έτσι αποφάσισε να τους χτυπήσει στο αδύναμο σημείο τους, τη θάλασσα. Οι πολεμικές συγκρούσεις των δύο πόλεων-κρατών του 431 π.Χ. θα γενικεύονταν και ο πόλεμος θα γινόταν πανελλήνιος, κρατώντας 27 ολόκληρα χρόνια (431-404 π.Χ.). Τα τείχη της Αθήνας αποδείχτηκαν απόρθητα και οι Σπαρτιάτες δεν τόλμησαν να εισβάλουν στην πόλη, η οποία αποδυναμώθηκε όμως από την πείνα και τις αρρώστιες. Ο θάνατος άρχισε να σκεπάζει με το μαύρο πέπλο του τη μέχρι τότε λαμπρή Αθήνα.
Παρά το γεγονός ότι ο μεγάλος αυτός άντρας θα προλάβαινε μόλις τα δύο πρώτα χρόνια του πολέμου, καθώς προσβλήθηκε κι αυτός από τον φοβερό λοιμό που έπληξε την πολιορκημένη Αθήνα, έζησε ωστόσο αρκετά για να δει τους Αθηναίους να στρέφονται εναντίον του, επιρρίπτοντάς του τις ευθύνες για την ένοπλη σύγκρουση και τη φρίκη του λοιμού. Κι αυτό γιατί ήταν ο ίδιος που με μεγάλη αυτοπεποίθηση και ίσως υπεροψία θεώρησε τον πόλεμο αναγκαίο κακό και συχνά καλοδεχούμενο, απορρίπτοντας το τελεσίγραφο με τις υπερβολικές απαιτήσεις των Λακεδαιμονίων. Μετά από μια σύντομη πτώση στα μάτια και τις καρδιές των Αθηναίων ο Περικλής επανέρχεται στην εξουσία και πείθει τον λαό του να συνεχίσει να ακολουθεί την ίδια στρατηγική, τη μάχη στη θάλασσα δηλαδή και την αποφυγή κάθε ευθείας αντιπαράθεσης στη στεριά μέσω άμυνας εντός των τειχών, καθώς πίστευε πως στο τέλος η Αθήνα θα έβγαινε νικήτρια. Προσβεβλημένος από την επιδημία και ψυχικά ταλαιπωρημένος, πέθανε τον Αύγουστο του 429 π.Χ. Με τον θάνατο του Περικλή άρχισε να σβήνει και ο χρυσός αιώνας του…