Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθούμε με μεγάλη αγωνία όσα εκτυλίσσονται στις ΗΠΑ. Όπως είπε και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, η Δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά που συμβαίνουν στην Αμερική με τον Τραμπισμό, αφορούν και την Ευρώπη και τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις της. Παράδειγμα, όσα ζήσαμε στην Ελλάδα την εποχή που ψηφιζόταν η Συμφωνία των Πρεσπών. Τότε ένα τμήμα του συλλαλητηρίου που διεξάγετο στην πλατεία Συντάγματος επεχείρησε να εισβάλει επί τρεις ώρες στη Βουλή και να καταλύσει τη Δημοκρατία. Σε αυτά τα συλλαλητήρια, ανάμεσα στους Μακεδονομάχους ήταν και επιφανή στελέχη της ΝΔ, τέως βουλευτές και νυν υπουργοί. Υπάρχουν αναλογίες ανάμεσα στην τότε επίθεση στην ελληνική Βουλή και την τωρινή επίθεση στο Καπιτώλιο.
Οι κοινές διαπιστώσεις από τα δημοσιογραφικά πρακτορεία για τον διχασμό της αμερικάνικης κοινωνίας και τις αγεφύρωτες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες που βαθαίνουν από τις φυλετικές διακρίσεις δεν επαρκούν. Οφείλουμε να αναζητήσουμε το έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύσσεται ο Τραμπισμός όχι ως μια μεμονωμένη εξαίρεση. Οφείλουμε να κατανοήσουμε τις πολιτικές εκπροσωπήσεις που τον στηρίζουν μέχρι τελικής πτώσης και τις πολιτικές του πρακτικές που δηλητηριάζουν την αμερικάνικη κοινωνία με έναν ιδεολογικό λόγο που κυριαρχείται από τη ρητορική του ρατσισμού και της πατριδοκαπηλείας. Ο Τραμπισμός και το κόμμα που τον στήριξε αδιαφορεί για την ανυπαρξία του δημόσιου κοινωνικού κράτους σε όλες τις εκδοχές του. Για τη δωρεάν υψηλής ποιότητας δημόσια παιδεία, υγεία, ασφάλιση, πρόνοια. Μπλοκάρει το Obama Care και αφήνει τους ανασφάλιστους Αμερικανούς στο έλεος του Θεού. Είναι αυτό το ασφαλιστικό σύστημα που επιθυμεί να εφαρμόσει με παραλλαγές ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην Ελλάδα του 2021.
Η σημασία του κοινωνικού κράτους (υγεία, παιδεία, ασφάλιση, πρόνοια) απεδείχθη κομβική κατά την πανδημία που χτύπησε σκληρότερα τις χώρες με ασθενή κοινωνικά και προνοιακά συστήματα. Την τελευταία δεκαετία επάλληλες ενδογενείς κρίσεις, όπως η κλιματική αλλαγή και οι πανδημίες, και εξωγενείς, όπως η δημοσιονομική που ξεκίνησε από την Αμερική και την Lehman Brothers, αποδεικνύουν ότι χρειαζόμαστε ισχυρά κοινωνικά και προνοιακά συστήματα για να αντιμετωπίσουμε την κοινωνική καταστροφή που επιφέρουν σε μεγάλα πλειοψηφικά στρώματα των λαών.
Στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης 2008-2018, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια μεγάλης έκτασης μεταρρυθμιστική τομή στο προνοιακό κράτος. Αντιμετωπίζοντας την ανθρωπιστική κρίση, κατ’ αρχάς ξανασχεδίασε ένα προνοιακό κράτος για όλους και όχι μόνο για τους φτωχούς.
Είναι βασικό να λύσουμε μια «παρεξήγηση»: το κοινωνικό κράτος δεν είναι μόνο για τους φτωχούς. Είναι για τον κάθε έναν από εμάς, που κάποια στιγμή της ζωής του μπορεί να πάθει οικονομική καταστροφή, που κάποια στιγμή γερνάει ή παθαίνει βλάβη υγείας και καθίσταται ανάπηρος, που αντιμετωπίζει δηλαδή συνθήκες ανισότητας. Διότι τις ανισότητες δεν τις βλέπουμε ξαφνικά ως στατιστικό μέγεθος, αλλά τις βιώνουμε ο καθείς και η καθεμία μας στη ζωή του. Αν εκείνη την ώρα το κράτος δεν παρέμβει για να τις άρει, τότε βρισκόμαστε μπροστά στα φαινόμενα που είδαμε με τρόμο να αναπτύσσονται ταχύτατα στην Αμερική. Στο μίσος, στον ρατσισμό, στον διχασμό. Δυστυχώς, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει αυτή την αντίληψη. Θεωρεί τις ανισότητες φυσική κατάσταση και ότι η πολιτική των ίσων ευκαιριών τις εξαλείφει.
Σήμερα η ΝΔ επιχειρεί να επαναφέρει έναν συνδυασμό μνημονιακών πολιτικών και ξεπερασμένων νεοφιλελεύθερων συνταγών προ δημοσιονομικής κρίσης, για να τα εφαρμόσει σε μια ταλαιπωρημένη κοινωνία που βιώνει ήδη μια δεκαετή κρίση. Αν αυτό επιτευχθεί, θα δούμε τα μεσαία στρώματα να φτωχοποιούνται για δεύτερη φορά, γιατί το σχέδιο της ΝΔ υπονομεύει τα θεμέλια του προνοιακού κράτους που χτίσαμε κατά την τετραετία της διακυβέρνησής μας.
Η ΝΔ στοχεύει στη μείωση των δαπανών για την πρόνοια. Θέλουν να μειώσουν το συνολικό κόστος των παροχών που σήμερα είναι 2,7 δισ., από τα οποία μόνον τα 900 εκατ., το 1/3 δηλαδή, είναι για την ακραία φτώχεια. Γιατί οι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν ότι τα επιδόματα είναι αντιαναπτυξιακά, σε αντίθεση με μας που πιστεύουμε ότι είναι αναπτυξιακά, αφού αυξάνουν την κατανάλωση που είναι η μία παράμετρος της ανάπτυξης. Εμείς παραλάβαμε το 2015 τις δαπάνες της πρόνοιας στα 789 εκατ. και τις φτάσαμε το 2019 στα 3,5 δισ., δηλαδή 2% του ΑΕΠ. Και θα συνεχίζαμε να τις αυξάνουμε, ώστε να φτάσουμε μέχρι το 2023 στον Ευρωπαϊκό Μ.Ο. που είναι 4,1% του ΑΕΠ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προτείνει την παρέμβαση του κράτους με τον κοινωνικό μισθό σε μια νέα κοινωνική συμφωνία που θα συνάψει με τον λαό. Αυτή υλοποιείται με παροχές σε είδος και χρήματα και δωρεάν υπηρεσίες που παρέχει το κοινωνικό κράτος, στη δημόσια παιδεία, υγεία, πρόνοια. Το προνοιακό κράτος πρέπει να παρεμβαίνει για όλους με ένα τρίπτυχο: 1) Νέο δίχτυ ασφαλείας στην κατεύθυνση του Εισοδήματος Έκτακτης Ανάγκης που προτείναμε στο «Μένουμε όρθιοι» και δεν έχει σχέση με το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα. 2) Παροχές σε είδος και χρήματα για τα παιδιά, τους ηλικιωμένους και τους ανάπηρους. 3) Υπηρεσίες φροντίδας υψηλής ποιότητας, που θα ελέγχονται και θα αξιολογούνται από τον δημόσιο προνοιακό βραχίονα, ψηφιακό εργαλείο που συντονίζει το κράτος και την αυτοδιοίκηση.
Βλέπουμε ότι σήμερα η ανάπτυξη έχει καταρρεύσει, γιατί η κυβέρνηση δεν δαπάνησε εμπροσθοβαρώς χρήματα για την πανδημία, όπως έκαναν άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για αυτό σήμερα βρισκόμαστε στην τελευταία θέση στην ΕΕ με ύφεση 11,7 το γ΄ τρίμηνο. Με την αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας, η ΝΔ έφτασε τη χώρα μας, σύμφωνα με το Βloomberg, στην 3η χειρότερη θέση στην αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος ανάμεσα σε 53 χώρες παγκοσμίως.
Τους παροτρύναμε να δώσουν μη επιστρεπτέα ενίσχυση στις επιχειρήσεις, Εισόδημα Έκτακτης Ανάγκης στα νοικοκυριά με πληττόμενα μέλη και να μη συμπιέσουν οριζόντια τους μισθούς των εργαζομένων σε αναστολή στα 534 ευρώ τον μήνα. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από την αρχή που ξέσπασε η πανδημία έχει καταθέσει συγκεκριμένες και υλοποιήσιμες προτάσεις με εμπροσθοβαρή μέτρα στήριξης, τα οποία εάν εφαρμόζονταν από την κυβέρνηση θα αποτρεπόταν η οικονομική καταστροφή εργαζομένων, επιχειρήσεων, νοικοκυριών. Η ελληνική κοινωνία, που δοκιμάζεται σήμερα σκληρά από τις επιπτώσεις της πανδημίας, θα αξιολογήσει ποιες προτάσεις δίνουν προοπτική, ελπίδα και μέλλον, και ποιες πρακτικές μάς γυρίζουν στο μνημονιακό παρελθόν. Ποιες προτάσεις ενισχύουν τη Δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή, και ποιες δημιουργούν διαιρέσεις και διχασμό. Η επόμενη μέρα από την πανδημία θα είναι διαφορετική. Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό Συμβόλαιο όπως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για να προχωρήσουμε. Οι Έλληνες της διασποράς με τις διαφορετικές τους εμπειρίες μπορούν να συμβάλουν εξαιρετικά σε αυτήν τη νέα εποχή.