Από καταγωγής κόσμου γοητεύτηκε ο άνθρωπος από την απεραντοσύνη του σύμπαντος και την μαγεία του έναστρου ουρανού και προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τα μυστικά του με όποια μέσα έχει κάθε εποχή διαθέσιμα. Τις τελευταίες δεκαετίες, με την εξέλιξη της διαστημικής τεχνολογίας και την δημιουργία των διαστημικών τηλεσκοπίων που μας βοήθησαν να ξεπεράσουμε το εμπόδιο της παραμορφωτικής γήινης ατμόσφαιρας, άνοιξαν νέοι ορίζοντες στην εξερεύνηση τους διαστήματος, τόσο της γειτονιάς μας, όσο και των μακρινών και απρόσιτων προς το παρόν κόσμων.
Ένας τομέας που ερευνήθηκε επισταμένα τα τελευταία έτη με την βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας είναι η παρουσία των αστεροειδών στο ηλιακό μας σύστημα, με την καταγραφή εκατοντάδων χιλιάδων σωμάτων και την κατηγοριοποίηση τους. Σαν αστεροειδείς χαρακτηρίζονται τα ουράνια εκείνα σώματα που έχουν κατ εξοχή ακανόνιστο σχήμα, μικρό μέγεθος (η διάμετρος τους κυμαίνεται μεταξύ λίγων μέτρων και εκατοντάδων χιλιομέτρων) και βρίσκονται σε τροχιά γύρω από τον ήλιο. Τα μικρότερα σώματα σε περιήλια τροχιά ονομάζονται μετεωροειδείς, ενώ τα μεγαλύτερα σώματα, που λόγω της μάζας και της βαρύτητας τους πήραν σχήμα σφαιρικό ή ελλειπτικό, μετονομάστηκαν σε νάνους πλανήτες με απόφαση της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης το 2006.
Δύο είναι οι περιοχές του ηλιακού μας συστήματος που συναντάμε αστεροειδείς: στην Κύρια Ζώνη των Αστεροειδών, μια περιοχή που εκτείνεται μεταξύ της τροχιάς του Άρη και της αντίστοιχης του Δία, και η Ζώνη του Κάϊπερ, που βρίσκεται στα όρια του ηλιακού μας συστήματος, πέρα από την τροχιά του Ποσειδώνα.
Στην Κύρια Ζώνη των Αστεροειδών εντοπίζονται τουλάχιστον μέχρι στιγμής οι περισσότεροι αστεροειδείς του ηλιακού μας συστήματος, και ανέρχονται σε εκατοντάδες χιλιάδες αντικείμενα. Η ζώνη αυτή εκτείνεται σε μια απόσταση μεταξύ 2,1 και 3,3 αστρονομικών μονάδων από τον Ήλιο (μία αστρονομική μονάδα ισούται με την μέση απόσταση Γης-Ήλιου, που ισοδυναμεί με 149,5 εκατομμύρια χιλιόμετρα) και η σύσταση των σωμάτων αποτελείται κυρίως από πυριτικούς βράχους και μέταλλα. Εξαίρεση αποτελεί η Δήμητρα που αποτελείται κυρίως από πάγο νερού. Οι αστεροειδείς της ζώνης αυτής δεν παρουσιάζουν ομοιόμορφη κατανομή, αλλά σχηματίζουν ομάδες και συγκεντρώσεις με σώματα που έχουν την ίδια στοιχεία τροχιάς, υπάρχουν όμως και τα διάσπαρτα αντικείμενα ή περιοχές της ζώνης με ελάχιστη αντικείμενα που ονομάζονται κενά Kirkwood.
Το μεγαλύτερο σώμα της Κύριας Ζώνης των Αστεροειδών είναι η Δήμητρα, που ανακηρύχτηκε νάνος πλανήτης το 2006 και περιέχει το 1/3 της συνολικής μάζας ολόκληρης της ζώνης. Άλλοι γνωστοί αστεροειδείς είναι η Παλλάδα Αθηνά και η Εστία, που έχουν μελετηθεί αρκετά διεξοδικά, τόσο από άποψη αστροφυσικής, όσο και από άποψη αστρολογίας.
Η Ζώνη του Κάϊπερ από την άλλη καλύπτει μια τεράστια έκταση στα όρια του ηλιακού μας συστήματος, σε απόσταση από 30 μέχρι 50 αστρονομικές μονάδες από το Ήλιο και είναι διάσπαρτη από μικρά επί το πλείστον αντικείμενα, των οποίων η σύνθεση αποτελείται από πάγο (παγωμένα αέρια).
Με βάση την τροχιά τους, τα αντικείμενα της ζώνης του Κάιπερ διαχωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Σε αντικείμενα που η τροχιά τους δεν επηρεάζεται από τον Ποσειδώνα, οπότε ονομάζονται «Κλασσικά αντικείμενα της Ζώνης του Κάιπερ», και όσα παρουσιάζουν τροχιακό συντονισμό με τον Ποσειδώνα, που αναφέρονται σαν « Resonant KBOs». Στην περίπτωση που ο τροχιακός αυτός συντονισμός έχει λόγο 2:3 (δηλαδή κάθε 2 περιστροφές του αντικειμένου έχουμε 3 περιστροφές του Ποσειδώνα), τα αντικείμενα αυτά ονομάζονται «plutinos». Η ονομασία αντλήθηκε από τον Πλούτωνα, ο οποίος έχει έναν τροχιακό συντονισμό με τον Ποσειδώνα του λόγου 2:3. Εκτός από τον Πλούτωνα, παράδειγμα plutino αποτελεί ο αστεροειδής Όρκος.
Λόγω της περιοδικότητας στις τροχιές κάποιων κομητών που μελετούσαν οι αστρονόμοι, υπήρχαν υποψίες για την ύπαρξη μιας τέτοιας ζώνης στα όρια του ηλιακού μας συστήματος, αλλά η ύπαρξη της υποστηρίχτηκε για πρώτη φορά από τον αστρονόμο Gerard P. Kuiper το 1951. Ωστόσο επιβεβαιώθηκε το 1992, με τον εντοπισμό του σώματος που καταγράφηκε σαν 1992QB1. Από τότε έχουν αναγνωριστεί, μελετηθεί και καταγραφεί χιλιάδες σώματα στην ζώνη αυτή, μερικά από τα οποία έχουν διάμετρο έως και χίλια χιλιόμετρα. Πρόκειται για παγωμένους κόσμους με κόκκινο κυρίως χρώμα, λόγω της διάσπασης των υλικών της επιφάνειας τους από την ακτινοβολία, των οποίων οι τροχιές διαρκούν από εκατοντάδες έως χιλιάδες χρόνια.
Μερικές φορές αποσπά η βαρύτητα των μεγάλων πλανητών ένα σώμα από την Ζώνη του Κάιπερ προς το εσωτερικό του ηλιακού μας συστήματος και μπορεί να πέσει στην επιφάνεια κάποιου πλανήτη (σύγκρουση) ή να μπεί σε τροχιά γύρω από αυτόν (σύλληψη). Τα αντικείμενα αυτά ονομάζονται Κένταυροι, και εικάζεται από πρόσφατες μελέτες, ότι ένα τέτοιου είδους σώμα θα πρέπει να είναι και ο δορυφόρος του Κρόνου, Φοίβη.
Η Ζώνη του Κάιπερ εξερευνήθηκε διεξοδικά για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, με την αποστολή του αμερικανικού ρομποτικού σκάφους New Horizons.Μας έδωσε πολλές χρήσιμες πληροφορίες για τον Πλούτωνα και τους δορυφόρους του, καθώς και για αντικείμενα που εξερευνά στην Ζώνη του Κάιπερ, όπως είναι για παράδειγμα η Εσχάτη Θούλη (2014MU69), ένας δυαδικός αστεροειδής της κατηγορίας του μεταποσειδώνιου αντικειμένου, που ανακαλύφθηκε το 2014 με τις λήψεις που πραγματοποίησε το διαστημικό τηλεσκόπιο Χάμπλ.
Η ονομασία των αστεροειδών συνέχισε σε αρχικό στάδιο την παράδοση των αστρονόμων να αποδίδουν στα ουράνια σώματα ονόματα θέων του Ελληνικού ή Ρωμαϊκού Πάνθεου. Με τη διαφορά όμως, ότι επειδή στην ονοματοδοσία των πλανητών κυριάρχησε το αρσενικό στοιχείο, στους αστεροειδής επιλέχτηκε το θηλυκό. Έτσι λοιπό, έχουμε την Δήμητρα, την αδελφή του Δία, την Ήρα (Juno), την σύζυγο του, την Παλλάδα Αθηνά, την πάνσοφη κόρη του, την Εστία (Vesta), επίσης αδελφή του Δία για να αναφερθούμε στους πιο γνωστούς αστεροειδής. Με την πάροδο του χρόνου και με την ανακάλυψη όλο και περισσότερων αντικειμένων, οι αστρονόμοι άρχισαν να δίνουν διάφορα ονόματα, όπως πόλεων, διασημοτήτων ή ακόμη και συγγενών τους. Η ονομασία τους συνοδεύεται δε με έναν αριθμό, που αφορά την αύξουσα αρίθμηση της καταγραφής τους στους σχετικούς καταλόγους της Διεθνούς Αστρονομικής Ένωσης.
Στην αστρολογία το κάθε ουράνιο αντικείμενο έχει την δική του ιδιαίτερη σημειολογική βαρύτητα. Άλλη είναι η βαρύτητα στην ερμηνεία ενός αστρολογικού χάρτη ενός πλανήτη, άλλη αυτή ενός απλανούς αστέρα και σαφώς διαφορετική ενός αστεροειδή. Κάποιοι αστεροειδείς είναι αρκετά μεγάλοι όμως, ώστε να επηρεάζουν σε ένα βαθμό με την διέλευση τους κάποια γεγονότα, οπότε όλο και περισσότεροι αστρολόγοι τους χρησιμοποιούν στις μελέτες τους, για να αντλήσουν περισσότερες πληροφορίες από ένα χάρτη που αφορά ένα πρόσωπο ή ένα συμβάν. Στην παρούσα φάση οι αστεροειδείς που χρησιμοποιούνται ευρύτατα είναι η Δήμητρα, η Ήρα, η Αθηνά και η Εστία, ενώ αναπόσπαστο πλέον στοιχείο ενός αστρολογικού χάρτη έχει καταστεί η μελέτη του Χείρωνα.
Και αφού κάναμε την γνωριμία μας με την έννοια των αστεροειδών, κυρίως σε επίπεδο αστροφυσικής, ας ξεκινήσουμε την περιπλάνηση μας στον θαυμαστό τους κόσμο, γνωρίζοντας κάποιους από αυτούς που έχουν να μας πουν κάτι ιδιαίτερο, τόσο με φυσικά όσο και τα αστρολογικά τους χαρακτηριστικά με μια σειρά άρθρα που θα ακολουθήσουν.
Αλίντα Κανάκη
Για περισσότερα, επισκεφθείτε το official website: https://alindakanaki.gr/