Μετά από μια λιτή και μάλλον διαφορετική τελετή ορκωμοσίας για τα δεδομένα των Ηνωμένων Πολιτειών, οι πόρτες του Λευκού Οίκου άνοιξαν για τον 46ο ένοικό τους.
Εκατομμύρια Αμερικανοί, που στήριξαν τον Δημοκρατικό υποψήφιο, περιμένουν την έλευση του Τζο Μπάιντεν με ανακούφιση, πιστεύοντας πως ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θα καταφέρει να επουλώσει τις πληγές της τετραετίας Τραμπ.
Οι Αμερικανοί έχουν έναν νέο πρόεδρο με διαφορετικό σχέδιο και προτεραιότητες… όχι όμως μια νέα χώρα ούτε ένα νέο διεθνές περιβάλλον.
Και ακριβώς αυτή η αντίφαση είναι που εκτιμάται πως ή θα πυροδοτήσει ραγδαίες εξελίξεις και αλλαγές τόσο εντός των αμερικάνικων τοίχων όσο σε διεθνές επίπεδο, ή θα καταστήσει τον νέο Αμερικανό πρόεδρο διαχειριστή της περαιτέρω φθοράς τής πάλαι ποτέ ηγέτιδας δύναμης του διεθνούς συστήματος.
Γρήγορο και αποφασιστικό restart
Ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος φαίνεται αποφασισμένος για ένα γρήγορο και αποφασιστικό «restart», που θα αποκαταστήσει τις κοινωνικές αδικίες της προηγούμενης τετραετίας εντός των τειχών, αλλά και θα θέσει εκ νέου τις ΗΠΑ στο τιμόνι της διεθνούς κοινότητας.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ο Τζο Μπάιντεν τις πρώτες ημέρες της θητείας του θα υπογράψει δεκάδες προεδρικά διατάγματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, τη στήριξη της οικονομίας, την αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, την ανθρωπιστική διαχείριση του μεταναστευτικού και τη μείωση των φυλετικών ανισοτήτων, ανατρέποντας έτσι τις πλέον αμφισβητούμενες πολιτικές του Ντόναλντ Τραμπ.
Στην πρώτη δέσμη των διαταγμάτων, που προανήγγειλε ο νέος προσωπάρχης του Λευκού Οίκου, Ρον Κλάιν, περιλαμβάνονται μέτρα όπως το «πάγωμα» των εξώσεων από κατοικίες και της αποπληρωμής φοιτητικών δανείων, ώστε να ευεργετηθούν τα νοικοκυριά που πλήττονται σκληρά από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας αλλά και μέτρα για τον περιορισμό των φυλετικών διακρίσεων.
Πέραν όμως των εσωτερικών ζητημάτων, ο 46ος πρόεδρος αναμένεται να υπογράψει την επιστροφή των Ηνωμένων Πολιτειών στη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή και την ακύρωση του μεγάλου πετρελαϊκού αγωγού XL, που έχει δεχθεί καταιγιστικά πυρά από περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Επιπλέον, ο νέος πρόεδρος προτίθεται να καταργήσει τις ταξιδιωτικές απαγορεύσεις για πολίτες μουσουλμανικών χωρών και να ανοίξει τον δρόμο για την απόκτηση της αμερικανικής υπηκοότητας σε περίπου 11 εκατομμύρια παράτυπους μετανάστες.
Η μεγάλη πρόκληση της Κίνας
Δεδηλωμένος στόχος του νέου Αμερικανού Προέδρου δεν είναι άλλος από την αποκατάσταση της αμερικανικής ηγεμονίας στο διεθνές σύστημα. Κοινώς, να μετατρέψει το δόγμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής από το «America First» στο «America leads the world».
Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος περνάει σε πολύ μεγάλο βαθμό μέσα από τις σινοαμερικανικές σχέσεις, αλλά και τον τρόπο που η νέα αμερικανική ηγεσία θα διαχειριστεί την άνοδο του κινεζικού γίγαντα στο διεθνές στερέωμα… και αυτό ο Τζο Μπάιντεν φαίνεται να το έχει κατανοήσει.
Σύμφωνα με Αμερικανούς αναλυτές, η πολιτική του Τζο Μπάιντεν θα επιχειρήσει, πρώτον, να αποτρέψει μια ευθεία αντιπαράθεση με την Κίνα, αλλά την ίδια στιγμή να περιορίσει τις βλέψεις της για περιφερειακή ηγεμονία στη Νοτιοανατολική Ασία.
Για να πετύχει αυτόν το διττό στόχο, η νέα αμερικανική ηγεσία αναμένεται να επιχειρήσει την εμπλοκή της Κίνας σε διεθνή ζητήματα, όπως το εμπόριο, η κλιματική αλλαγή αλλά και η δημόσια υγεία, ενώ την ίδια ώρα θα προσπαθήσει να περιορίσει την προσπάθεια της κινεζικής ηγεσίας να εμπλακεί στις εσωτερικές υποθέσεις τρίτων χωρών όπως το Χονγκ-Κονγκ.
Ωστόσο τα πράγματα δεν θα είναι ιδιαίτερα εύκολα για τον Τζο Μπάιντεν. Όπως αποκάλυψε στο περιοδικό «Foreign Policy» ο αναλυτής του στρατηγικού κέντρου ερευνών, Raha Mojan, «οι δημοκρατικοί είναι διχασμένοι στο ζήτημα της Κίνας, με ένα μεγάλο κομμάτι του κόμματος να υποστηρίζει την επαναπροσέγγιση με το Πεκίνο και με ένα άλλο κομμάτι να ζητά μια πιο σκληρή στάση απέναντι στη Κίνα».
Ο «βούρκος» της Μέσης Ανατολής και η πρόκληση του Ιράν
Τα προβλήματα όμως για τον νέο πρόεδρο δεν σταματάνε στην Κίνα, καθώς ο Ντόναλτ Τραμπ έκανε τη Μέση Ανατολή να μοιάζει με πυριτιδαποθήκη και τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με το Ιράν να βρίσκονται στο ζενίθ.
Αναφορικά, λοιπόν, με τη Μέση Ανατολή, ο Τζο Μπάιντεν έχει μπροστά του να λύσει τρία σημαντικά ζητήματα:
Πρώτον, να αποφασίσει την αμερικανική προσέγγιση προς το Ιράν. Η Τεχεράνη άντεξε στην πολιτική της «μέγιστης πίεσης» από την προηγούμενη αμερικανική ηγεσία και μάλιστα οι σκληροπυρηνικοί θεοκράτες έχουν πάρει το «πάνω χέρι» στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα κληθεί να αποφασίσει αν θέλει να επαναφέρει στον δρόμο της ηρεμίας το Ιράν, αποκαθιστώντας τη συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα ή αν θα συνεχίσει τον αποκλεισμό του Ιράν, με κίνδυνο να οδηγήσει την ευρύτερη περιοχή σε κρίση.
Δεύτερον, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος θα πρέπει να αποφασίσει πώς θα χειριστεί το κεφάλαιο Τουρκία. Τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια, με την ανοχή του Τραμπ, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετατράπηκε στον μεγάλο «αναθεωρητή» της Ανατολικής Μεσογείου, διεξάγοντας πολέμους, παρεμβαίνοντας στις εσωτερικές υποθέσεις τρίτων χωρών, και απειλώντας την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων χωρών.
Το τρίτο μεγάλο ζήτημα δεν είναι άλλο από το παλαιστινιακό αλλά και τη σχέση των Χωρών του Κόλπου με το Ισραήλ. Το Παλαιστινιακό μπορεί να μην είναι ένα νέο θέμα, όμως η αναθέρμανση των σχέσεων Αράβων και Ισραηλινών περνάει μέσα από μια βιώσιμη λύση της ισραηλινής κατοχής στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας. Είναι συνεπώς κρίσιμο για τη νέα αμερικανική ηγεσία να βρει το σημείο ισορροπίας εκείνο που θα επιτρέψει την ουσιαστική επαφή μεταξύ των δυο βασικών της συμμάχων στην περιοχή.
Οι Αμερικανο-ρωσικές σχέσεις… στον αυτόματο
Στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Μόσχας, ο Τζο Μπάιντεν φαίνεται πως θα διατηρήσει στο ακέραιο την πολιτική Τραμπ, επιχειρώντας να περιορίσει τη ρωσική επιρροή στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και διατηρώντας υψηλούς τόνους έναντι των αυταρχικών μεθόδων τους καθεστώτος Πούτιν εις βάρος των πολιτικών του αντιπάλων.
Σύμφωνα με το κέντρο ερευνών Wilson, η πολιτική του Μπάιντεν απέναντι στη Ρωσία θα είναι διττή: από τη μια πλευρά θα επιδιώκει τη συνεργασία με τη Μόσχα σε συγκεκριμένους τομείς και, από την άλλη, θα επιχειρεί την ανάσχεση των γεωπολιτικών της φιλοδοξιών στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης.
«Εκεί που θα υπάρξει η μεγάλη διαφοροποίηση από την προηγούμενη διοίκηση, είναι στο γεγονός ότι ο Μπάιντεν θα αξιοποιήσει πολύ περισσότερο το ΝΑΤΟ, ως το κατάλληλο μέσο για τον περιορισμό της ρωσικής επιρροής», επισημαίνει το περιοδικό «Foreign Affairs».
Οι ευρω-ατλαντικές σχέσεις σε νέα βάση
Στη διάρκεια της προηγούμενης τετραετίας, ο Ντόναλτ Τραμπ δεν έχανε την ευκαιρία να επιτίθεται στους ηγέτες των Βρυξελλών, δοκιμάζοντας τις παραδοσιακά άριστες σχέσεις μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτή η πολεμική ρητορική Ουάσιγκτον και Βρυξελλών θεωρείται δεδομένο πως θα λάβει άμεσα τέλος, και οι ευρω-ατλαντικές σχέσεις θα ξαναμπούν σε τροχιά σύγκλισης.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος θα κάνει πίσω από αιτήματα που είχε θέσει και η προηγούμενη αμερικανική ηγεσία.
Συγκεκριμένα, ο Τζο Μπάιντεν αναμένεται να συνεχίσει τις πιέσεις στους Ευρωπαίους ηγέτες ώστε να προσφέρουν περισσότερα στο ΝΑΤΟ, αλλά και να αναλάβουν περισσότερα βάρη και ευθύνες εντός της συμμαχίας.
Από την άλλη πλευρά, θεωρείται δεδομένο πως ο νέος πρόεδρος θα πάρει πίσω την απόφαση για απόσυρση των Αμερικανών στρατιωτών από τη Γερμανία, ενώ θα επαναξιολογήσει την απόφαση για ενίσχυση των αμερικανικών δυνάμεων στην Πολωνία και στις χώρες της Βαλτικής.
Η μεγαλύτερη αλλαγή όμως θα έχει να κάνει με τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στις alt right κυβερνήσεις της Ευρώπης, όπως αυτή του Όρμπαν στην Ουγγαρία, και του Ματέους Μοραβιέτσκι στην Πολωνία.
Είναι δεδομένο πως ο Τζο Μπάιντεν, σε συνεργασία με τους Ευρωπαίους συμμάχους του, θα επιχειρήσει μια μεγάλη πολιτικο-ιδεολογική αντεπίθεση απέναντι στους μιμητές του Ντόναλτ Τραμπ, περιορίζοντας την επιρροή τους και θέτοντας εκτός παιχνιδιού δυνάμεις που απειλούν τόσο την αστική δημοκρατία, όσο όμως και τη διεθνή φιλελεύθερη τάξη.