Στο Οντάριο του Καναδά υπάρχει ένα άγαλμα ενός αγοριού που τρέχει, το οποίο προσελκύει χιλιάδες τουρίστες κάθε χρόνο.
Πρόκειται για τον Τέρι Φοξ, ο οποίος σε ηλικία 18 ετών έχασε το δεξί του πόδι και αποφάσισε να τρέξει από το Νιουφάουλαντ ως το Βανκούβερ, προσπαθώντας με την ενέργειά του αυτή να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει τον κόσμο σχετικά με το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε ο ίδιος, αλλά απασχολούσε και μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων.
Ο Τέρι Φοξ γεννήθηκε το 1958 σε μια μικρή πόλη κοντά στο Βανκούβερ και από μικρός αγαπούσε τον αθλητισμό. Ο ίδιος λάτρευε το μπάσκετ και ήθελε να ασχοληθεί με αυτό επαγγελματικά. Ωστόσο, ο προπονητές του στο σχολείο τον ώθησαν να ασχοληθεί με τον στίβο, καθώς είχε τα φυσικά χαρακτηριστικά και προσόντα που θα του επέτρεπαν να ξεχωρίσει σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων τερματίζοντας σε καλούς χρόνους. Παρόλη την πίεση και επιμονή των προπονητών του, τελικά ο Τέρι ακολούθησε το όνειρο του και έγινε επαγγελματίας μπασκετμπολίστας.
Αν και δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλός, μέσα στο γήπεδο ξεχώριζε με το ταλέντο του, τη σκληρή δουλειά και την αφοσίωση που έδειχνε στις προπονήσεις, αλλά και τις αντοχές του. Όλα έδειχναν ότι μπροστά του θα είχε μια μεγάλη και λαμπρή καριέρα, μέχρι τη στιγμή του ατυχήματος που είχε με το αυτοκίνητο. Αν και δεν υπέστη κάποιο σοβαρό τραυματισμό, απέκτησε μια έντονη και σχεδόν μόνιμη ενόχληση στο γόνατο. Αγνοώντας τις ενοχλήσεις αυτές ο Τέρι συνέχισε να παίζει στους αγώνες, αλλά δυστυχώς όσο περνούσε ο καιρός η κατάστασή του επιδεινωνόταν. Έτσι, μετά από έξι μήνες αναγκάστηκε να πάει στο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί του είπαν ότι έπασχε από οστεοσάρκωμα, μια μορφή καρκίνου που ξεκινούσε από τα οστά και ότι δεν υπήρχε άλλη λύση από το να ακρωτηριάσουν το δεξί του πόδι.
Η απόφαση αυτή άλλαζε οριστικά τη ζωή του Τέρι, αλλά ο ίδιος δεν το έβαζε κάτω. Όσο βρισκόταν στο νοσοκομείο όπου επεβλήθη σε ακρωτηριασμό και χημειοθεραπείες, διάβασε σε ένα άρθρο για τον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης και αποφάσισε να λάβει μέρος προκειμένου να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο σχετικά με το πρόβλημά του. Μόλις λοιπόν ολοκληρώθηκε ο κύκλος των χημειοθεραπειών και του τοποθέτησαν πρόσθετο μέλος ξεκίνησε τις προπονήσεις.
Τον Οκτώβριο του 1979, ο Τέρι Φοξ αποφάσισε να έρθει σε επαφή με το κέντρο κατά του καρκίνου στον Καναδά και να ανακοινώσει την ιδέα του, καθώς ο στόχος του ήταν να συγκεντρωθούν χρήματα για την έρευνα και την αντιμετώπιση του καρκίνου, προσφέροντας ο κάθε πολίτης έστω και από ένα δολάριο.
Έτσι, στις 12 Απριλίου του 1980 ξεκίνησε ο «Μαραθώνιος της Ελπίδας», όπως ο ίδιος τον ονόμασε και ξεκίνησε την διαδρομή από το Νιουφάουλαντ με τελικό προορισμό το Βανκούβερ τρέχοντας με το ένα πόδι.
Στην πορεία της προσπάθειάς του και του μαραθώνα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι μάθαιναν για την ιστορία του και συγκινούνταν και έβγαιναν στους δρόμους για να τον χειροκροτήσουν και να του δώσουν θάρρους να ολοκληρώσει το τεράστιο αυτό εγχείρημα.
Όσο περνούσαν οι μέρες, οι αντοχές του μειώνονταν και οι γιατροί του τον προειδοποιούσαν να σταματήσει, ωστόσο ο ίδιος δεν το έβαζε κάτω μέχρι που τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει. Τότε, του ανακοίνωσαν και οι γιατροί ότι ο καρκίνος είχε προχωρήσει στα πνευμόνια.
Ο Τέρι Φοξ μπορεί να μην ολοκλήρωσε τον «Μαραθώνιο Ελπίδας» που ξεκίνησε, κατάφερε όμως να τρέξει επί 143 μέρες, να διανύσει 5.373 χιλιόμετρα και να περάσει το μήνυμά του σε όλο τον κόσμο.
«Παρόλο που εγώ δεν τερμάτισα, χρειαζόμαστε άλλους να συνεχίσουν. Πρέπει να συνεχιστεί χωρίς εμένα» δήλωνε μέσα από το νοσοκομείο. Μέχρι και την τελευταία στιγμή, συνέχιζε να αγωνίζεται και να παλεύει για να βρεθεί θεραπεία για τον καρκίνο. Τελικά δεν τα κατάφερε και πέθανε τον Ιούνιο του 1981 σε ηλικία μόλις 23 ετών. Η μέρα εκείνη ήταν μέρα εθνικού πένθους και από τότε ο Τέρι Φοξ θεωρείται εθνικός ήρωας.
Η διαδρομή που χάραξε τότε, καθιερώθηκε και κάθε χρόνο αθλητές τρέχουν για καλό σκοπό ακολουθώντας τα βήματά του. Μάλιστα, χάρη στη δική του ιδέα και πρωτοβουλία, κατάφεραν να συγκεντρωθούν πάνω από 650 εκατομμύρια δολάρια για τις έρευνες κατά του καρκίνου.