Ο όρος «λαϊκισμός» και τα παράγωγα του… φορέθηκαν πολύ τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά πανευρωπαϊκά και παγκοσμίως. Λαϊκιστής ο Τραμπ αλλά και ο Ομπάμα, λαϊκιστής ο Πούτιν, ο Όρμπαν, ο Κόρμπιν, ο Κιμ, οι Μαδούροι στη Λατινική Αμερική, όλη η πολιτική σκηνή της Ιταλίας, ο Τσίπρας και οι podemos, η Λεπέν αλλά και ο Μακρόν και πάει λέγοντας. Αριστεροί και δεξιοί, εθνικιστές και διεθνιστές, εκλεγμένοι και δικτάτορες, Αμερική, Ευρώπη, Ασία, όλοι στο ίδιο τσουβάλι από τους πολιτικούς αντιπάλους.
Έχοντας ασχοληθεί με το φαινόμενο του λαϊκισμού μεγάλοι διανοητές και φιλόσοφοι, από τον Μαξ Βέμπερ και τον Λακλάου μέχρι πρόσφατα τον Βέρνερ, η μικροκομματική εκμετάλλευση του όρου, ιδίως σε συνθήκες έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης, αποδείχθηκε χρήσιμη και γενικεύτηκε. Όποιος αντιστρατευόταν τις ελίτ, όποιος στηλίτευε τα κακώς κείμενα του συστήματος, όποιος στρεφόταν κατά του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και γενικά όποιος αποφάσιζε να ξεχωρίσει και να αγγίξει ευαίσθητες χορδές των πολιτών, γινόταν πολύ εύκολα αποδέκτης της «ρετσινιάς»: Λαϊκιστής. Εύπεπτο και «τσιτάτο» από τη στιγμή που στην άλλη πλευρά της ζυγαριάς τοποθετείς αυτοβούλως την υπευθυνότητα.
«Καταρχάς λαϊκισμός δεν είναι ό,τι δεν μας αρέσει» όπως σημειώνει και ο Άγγελος Χρυσόγελος, συγγραφέας του βιβλίου «Λαϊκισμός» σε πρόσφατη συνέντευξη του. Ωστόσο, υπό αυτό το πρίσμα φαίνεται ότι κινήθηκαν οι Ρεπουμπλικάνοι την περίοδο διακυβέρνησης Ομπάμα για να τον κατηγορήσουν ως λαϊκιστή, επειδή δημιουργούσε τις δομές του εθνικού συστήματος Υγείας των ΗΠΑ ή επειδή υιοθετούσε ένα πιο προσιτό και σαφώς δημοφιλές προεδρικό lifestyle. Ή οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο, που χρέωσαν στον μέχρι… χθες φιλελεύθερο Μακρόν λαϊκισμό, όταν αποφάσισε οικονομικές ελαφρύνσεις στη μεσαία τάξη και αύξηση του κατώτατου μισθού στη Γαλλία.
Λαϊκισμός a la carte;
Ο λαϊκισμός είναι σχεδόν… δίδυμος με τη Δημοκρατία και στη γενέτειρά της, την Ελλάδα. Κλέων, Αλκιβιάδης, Δημοσθένης και η ιστορία συνεχίζεται, καταγράφοντας λαϊκιστές στον κατάλογο των προγόνων. Ιστορικά πρόσφατο παράδειγμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου με το «ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία» και σύσσωμη τη Νέα Δημοκρατία, την κυρίως συντηρητική τότε Νέα Δημοκρατία, να τον χαρακτηρίζει «δημαγωγό», «πολιτικό απατεώνα» και ψεύτη όταν υποσχόταν κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, Αλλαγή, αναδιανομή του πλούτου.. Αλλά και ο μεγάλος πολιτικός αντίπαλος του, ο Κώστας Μητσοτάκης κατηγορήθηκε από το ΠΑΣΟΚ ως λαϊκιστής όταν με αφορμή το σκληρό δημοσιονομικό πρόγραμμα λιτότητας του 1986, οργάνωνε κινήματα διαμαρτυρίας απ’ άκρου εις άκρον της χώρας…
Στα καθ’ ημάς, λοιπόν, αρκεί να ανατρέξει κάποιος σε ΟΛΕΣ τις ανακοινώσεις και τις δημόσιες θέσεις της Νέας Δημοκρατίας, τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά, που αφορούν σε πολιτική αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα, και θα ανακαλύψει μέσα στο κείμενο τουλάχιστον μια φορά τη λέξη «λαϊκισμός» και τα παράγωγα της, από την πρωθυπουργική ομιλία στη ΔΕΘ μέχρι την χθεσινή ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας για την κριτική που δέχθηκε από την αξιωματική αντιπολίτευση. Σε πιέζουν με ερωτήσεις για τα λεωφορεία; Σε κατηγορούν για αθωράκιστο ΕΣΥ και μη λειτουργικές ΜΕΘ; Σου χρεώνουν ελλιπή προετοιμασία τους προηγούμενους μήνες; Είναι λαϊκιστές!
Να συμφωνήσουμε: Ο Τσίπρας λαϊκίζει και τυμβορύσσει όταν πιάνει στο στόμα του τους νεκρούς από την πανδημία και χρησιμοποιεί μια τραγωδία για μικροπολιτικούς σκοπούς. Ο Μητσοτάκης, όμως, δεν λαϊκιζε όταν αναφερόταν στους νεκρούς από την πυρκαγιά στο Μάτι και χρησιμοποιούσε μια τραγωδία για μικροπολιτικούς σκοπούς; Ή, για να αναφερθούμε σε κάτι πλησιέστερο, δεν ήταν τυμβωρύχος όταν χρέωνε στην σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση ευθύνες για τους 40 νεκρούς από τη γρίπη όταν ήταν ακόμα κυβέρνηση;
Αλλάζοντας στρατόπεδο
Αναφερθήκαμε στον Ανδρέα και τις κατηγορίες των αντιπάλων του ότι πολιτευόταν δημαγωγικά με γνώμονα το να είναι αρεστός στις μεγάλες κοινωνικές μάζες των πολιτών, και ήρθε στον νου ο διάδοχος του στον πρωθυπουργικό θώκο και στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ο Κώστας Σημίτης με το πρόσφατο άρθρο του στα Νέα Σαββατοκύριακου κατηγόρησε τόσο τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΚΙΝΑΛ -το «παιδί» του ΠΑΣΟΚ- για στείρα αντιπολίτευση. «Δεν εξήγησαν από την αρχή της πανδημίας ποια πολιτική θα έπρεπε να ακολουθηθεί με βάση τα επιστημονικά δεδομένα και τις υπάρχουσες εμπειρίες. Απλώς παρακολουθούν και αρνούνται. Αλλά η κοινή γνώμη δεν χρειάζεται την άρνηση» σημειώνει ο πρώην πρωθυπουργός σχετικά με την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ στην κυβέρνηση, μη ενθυμούμενος προφανώς πως και η αξιωματική αντιπολίτευση αλλά κυρίως το Κίνημα Αλλαγής έχουν διατυπώσει θέσεις και προτάσεις, κάποιες από τις οποίες υιοθέτησε και ο πρωθυπουργός κατά την τριτολογία του στη Βουλή.
Πριν στεγνώσει το μελάνι από το άρθρο του κ. Σημίτη, ένα νέο άρθρο, αυτή τη φορά από τον στενό συνεργάτη του Γιώργο Πανταγιά, στο Πρώτο Θέμα με τίτλο «Ναρκισσισμός και δημαγωγία ή ηθική της ευθύνης;» χρεώνει στα δυο κόμματα της προοδευτικής παράταξης «πολιτική με κυνικό τρόπο, υποτάσσοντάς τη στην εξυπηρέτηση κομματικών και μόνο συμφερόντων. Επιχειρούν να διευρύνουν την απήχηση και την αποδοχή τους στην κοινή γνώμη, κολακεύοντας και χαϊδεύοντας αυτιά. Η πρακτική αυτή κάθε άλλο παρά απέχει από το λαϊκίστικο υπόδειγμα «ο καλός λαός και οι κακές ελίτ».
Η σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει σχεδόν ισάριθμα υπουργικά μέλη προερχόμενα από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ με αυτά που προέρχονται από άλλες τάσεις της «δεξιάς πολυκατοικίας». Επομένως δικαιολογείται και η ανάγκη υποστήριξης των κυβερνητικών πεπραγμένων από τον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ με δημόσιες παρεμβάσεις, όπως δικαιολογείται και το να χαρακτηρίζεται «λαϊκίστικο ότι δεν μας αρέσει». Αυτό που μένει να εξηγηθεί είναι πως το παλιό στέλεχος του ΠΑΚ, που έβαζε αυτοσχέδιες βόμβες και που τύπωνε αφίσες με τίτλο «Όχι στην Ευρώπη των μονοπωλίων, ναι στην Ευρώπη των λαών» υπηρέτησε σε όλες τις κυβερνήσεις του μεγαλύτερου «λαϊκιστή» που γνώρισε η χώρα.