PARKLIFE: ΦΩΤΗΣ ΣΙΩΤΑΣ ΚΑΙ ΝΕΦΕΛΗ ΦΑΣΟΥΛΗ
Η σειρά συναυλιών Parklife στα Πανοραμικά Σκαλιά με τον Φώτη Σιώτα και τη Νεφέλη Φασούλη
Ποτέ δεν θα ξεπεραστούν το πάθος της, το τρέμουλο της φωνής της οι αξεπέραστες μεγάλες αναπνοές της. Η θρυλική ερμηνεύτρια Nina Simone άφησε ιστορία με τις ερμηνείες της "Mississippi Goddam," "Young, Gifted and Black" και "Four Women."
Ποια όμως ήταν η Νίνα Σιμόν; Πώς αυτή η ιδιαίτερη φωνή έφτασε να μεσουρανήσει στα μουσικά δρώμενα της εποχής της κι εκεί να μείνει, φωτεινός ήλιος για πάντα;
Γεννημένη στις 21 Φεβρουαρίου 1933, στη Βόρεια Καρολίνα, η Eunice Kathleen Waymon (αργότερα Nina Simone), ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με τη μουσική μαθαίνοντας να παίζει πιάνο και να τραγουδά στη χορωδία της εκκλησίας της.
Μεγάλωσε παθιασμένη με την μουσική δίνοντας έμφαση στο κλασικό ρεπερτόριο σύμφωνα με τις γραμμές του Μπετόβεν και του Μπραμς, ενώ η ίδια οραματιζόταν τον εαυτό της να αναγνωριστεί ως η πρώτη μεγάλη Aφροαμερικανή πιανίστας συναυλιών.
Κατάφερε να εισαχθεί στην πρότυπη σχολή Juilliard της Νέας Υόρκης όπου σπούδασε κλασικό πιάνο, και πήρε υποτροφία, ενώ παράλληλα με τις σπουδές της δίδαξε πιάνο και εργάστηκε ως συνοδός για άλλους ερμηνευτές.
Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πρότυπη σχολή, όταν τελείωσαν τα χρήματά της και δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει οικονομικά στη συνέχιση των μουσικών της σπουδών. Μετακομίζει στη Φιλαδέλφεια, όπου έζησε με την οικογένειά της, ώστε να μπορέσει να εξοικονομήσει χρήματα και να πάει σε ένα πιο προσιτό μουσικό πρόγραμμα. Η καριέρα της πήρε μια απροσδόκητη στροφή, ωστόσο, όταν απορρίφθηκε από το Curtis Institute of Music στη Φιλαδέλφεια, με την ίδια να ισχυρίζεται ότι της αρνήθηκαν την είσοδο επειδή ήταν Αφροαμερικανή.
Γυρίζοντας την πλάτη στην κλασική μουσική, άρχισε να παίζει τζαζ και μπλουζ σε κλαμπ του Atlantic City, συνδυάζοντας την τζαζ, μπλουζ και την αμερικανική λαϊκή μουσική των θρυλικών δεκαετιών του 1950 και του '60. Το πρώτο της άλμπουμ κυκλοφόρησε το 1957, σημειώνοντας κορυφαία επιτυχία με το κομμάτι "I Loves You Porgy".
Αποφάσισε να αλλάξει το όνομά της διαλέγοντας το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Nina Simone. Το "Nina" προέρχεται από την ισπανική λέξη "Νiña", και συγκεκριμένα από ένα ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε ο τότε φίλος της, ενώ το "Simone" το εμπνεύστηκε από τη Γαλλίδα ηθοποιό Simone Signoret. Το "Nina" προέρχεται από την ισπανική λέξη "Νiña", και συγκεκριμένα από ένα ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε ο τότε φίλος της, ενώ το "Simone" το εμπνεύστηκε από τη Γαλλίδα ηθοποιό Simone Signoret.
Στη δεκαετία του 1960, η Simone διεύρυνε το ρεπερτόριό της με μοναδικό τρόπο και παράλληλα η φωνή της αναγνωρίστηκε ως η αντιπροσωπευτική φωνή για το κίνημα «civil rights movement» για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων. Έγραψε το "Mississippi Goddam" ως απάντηση στη δολοφονία του Medgar Evers το 1963 και τον βομβαρδισμό της εκκλησίας του Μπέρμιγχαμ που σκότωσε τέσσερα νεαρά κορίτσια Αφροαμερικάνων. Επίσης έγραψε και ερμήνευσε το "Four Women"
για τις περίπλοκες ιστορίες ενός κουαρτέτου αφροαμερικάνικων γυναικείων μορφών, και το "Young, Gifted and Black", δανειζόμενη τον τίτλο ενός έργου της Lorraine Hansberry, το οποίο έγινε δημοφιλής ύμνος.
Μετά τη δολοφονία του Martin Luther King Jr. το 1968, ο μπασίστας της Greg Taylor έγραψε το "Why (The King of Love Is Dead)", το οποίο ερμήνευσε η τραγουδίστρια και η μπάντα της στο Westbury Music Festival.
Με πολλούς τρόπους, η μουσική της αψήφησε τους τυπικούς ορισμούς. Η κλασική εκπαίδευσή της φάνηκε έντονα, ανεξάρτητα από το είδος των τραγουδιού που έπαιξε ή ερμήνευσε αντλώντας από αναρίθμητες πηγές όπως η gospel, η pop και η folk μουσική. Την αποκαλούσαν συχνά «Υψηλή Ιερέα» της soul μουσικής, αλλά η ίδια απεχθανόταν αυτήν την προσφώνηση. Δεν της άρεσε ούτε η ετικέτα της «Jazz Τραγουδίστριας» . «Αν έπρεπε να αποκαλούμαι κάτι, τότε είναι μία folk singer γιατί υπάρχει περισσότερο blues & Jazz στο παιχνίδι μου», έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία της.
Καθώς η δεκαετία του 1960 έφτασε στο τέλος της, η Simone ένιωσε κουρασμένη από την αμερικανική μουσική σκηνή αλλά κυρίως για τη βαθιά διχασμένη φυλετική πολιτική της Αμερικής.
Στη συνέχεια διάλεξε να ζήσει εκτός Αμερικής, όπου ήρθε αντιμέτωπη με αξιοσημείωτα ψυχικά και οικονομικά προβλήματα, παρ’ ότι η σταδιοδρομία της αναζωπυρώθηκε στη δεκαετία του 1980.
Τόλμησε για την εποχή και συγκρούστηκε με διευθυντές δισκογραφικών εταιρειών, με διάφορες record labels αλλά ακόμη και την Υπηρεσία Εσωτερικών Εσόδων (IRS), τo αντίστοιχο στην Ελλάδα Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος.
Το τραγούδι της "My Baby Just Cares For Me" χρησιμοποιήθηκε για την καμπάνια του αρώματος Chanel No. 5 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το τραγούδι έγινε λοιπόν το Top 10 hit στη Βρετανία το 1985. Έγραψε επίσης την αυτοβιογραφία της, «I Put a Spell on You», η οποία δημοσιεύθηκε το 1991.
Η επόμενη ηχογράφησή της, «Μια Ενιαία Γυναίκα», κυκλοφόρησε το 1993.
Έζησε σε διάφορες χώρες, όπως η Λιβερία, η Ελβετία, η Αγγλία και τα Μπαρμπάντος, προτού τελικά εγκατασταθεί στον Νότο της Γαλλίας.
Η Νίνα Σιμόν απέκτησε τη φήμη της μοναχικής νεαρής γυναίκας που δεν ήθελε διασκεδάσεις και συναναστροφές, με επίπτωση όμως στον χαρακτήρα της. Αποτέλεσμα ήταν οι συγκρούσεις ακόμη και με το κοινό της, αν καταλάβαινε πως δεν επεδείκνυε στις συναυλίες της την προσήλωσή του στο πρόγραμμά της. Διέκοπτε τη συναυλία και παρέμενε σιωπηλή. «Περιμένω και αξίζω τον σεβασμό σας», έλεγε συχνά στο κοινό της.
Το 1999, η Simone εμφανίστηκε στο Guinness Blues Festival στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας. Μαζί της συμμετείχε στη σκηνή η κόρη της, Lisa Simone Kelly. Η Λίζα, προερχόμενη από τον δεύτερο γάμο τής Simone με τον μάνατζερ Andrew Stroud, ακολούθησε τα βήματα της μητέρας της.
Στην αυτοβιογραφία της (I put a spell on you), αποκαλύπτεται το πορτρέτο μιας γυναίκας που αναγνώριζε την ψυχική αστάθειά της, αλλά δεν μπορούσε να διαχειριστεί τα ψυχολογικά της προβλήματα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κρατήσει τους γάμους της και να αποξενωθεί από τους φίλους, την οικογένεια και τους θαυμαστές της. Ωστόσο, στη βιογραφία που δημοσίευσε η Nadine Cohodas με τίτλο "Princess oire: The Tumultuous Reign of Nina Simone" αναφέρεται πως η Νίνα Σιμόν ήταν ματαιόδοξη, μια σπουδαία τραγουδίστρια που μετά από 40 χρόνια δυνατής καριέρας διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια, αλλά λόγω των συσσωρευμένων χρεών της και του πολυτελούς τρόπου ζωής, συνέχισε να εμφανίζεται σε λαϊκές συγκεντρώσεις, στο Carnegie Hall, και σε διάφορες συναυλίες. Ήταν όμως τόσο το ταλέντο της, που ακόμη και αν αργούσε να βγει στη σκηνή, με το κοινό της αδημονεί οργισμένο, στο τέλος της συναυλίας την επευφημούσε εκστασιασμένο.
Στα τελευταία της χρόνια, η Nina Simone (Νίνα Σιμόν) πολέμησε τον καρκίνο του μαστού, όπου έχασε τη μάχη και πέθανε στη Γαλλία στις 21 Απριλίου 2003, στο σπίτι της στο Carry-le-Rouet της Γαλλίας.
Το 2010, ένα γλυπτό της Eunice Waymon (Nina Simone) ανεγέρθηκε στη γενέτειρά της Τρίπον της Βόρειας Καρολίνας. Η εξαιρετική ομοιότητά της στο Nina Simone Plaza, όπου κάθεται και παίζει ένα αιώνιο τραγούδι σε ένα πληκτρολόγιο που επιπλέει στον αέρα.
Η κόρη της, Λίζα Σιμόν Κέλι, έδωσε στον γλύπτη Ζήνο Φρουδάκη μερικές στάχτες της Σιμόν για να συγκολλήσει στη χάλκινη καρδιά του γλυπτού. «Δεν είναι κάτι που γίνεται πολύ συχνά, αλλά σκέφτηκα ότι ήταν μέρος της ιδέας να τη φέρω σπίτι», είπε ο Ελληνο-Αμερικανός διεθνούς φήμης γλύπτης.
Ένα αφιέρωμα στη Nina Simone κυκλοφόρησε μαζί με το ντοκιμαντέρ του Netflix το 2015. Στο άλμπουμ, οι Lauryn Hill, Jazmine Sullivan, Usher, Alice Smith και άλλοι έδωσαν φόρο τιμής στη θρυλική τραγουδίστρια, ερμηνεύοντας 16 από τα πιο διάσημα κομμάτια της.