Η κυβέρνηση ανακοίνωσε χθες ένα ακόμη «πακέτο» μέτρων, με μειώσεις φόρων και εισφορών για επιχειρήσεις και επαγγελματίες, το οποίο η αγορά ομολογουμένως το δέχθηκε με ικανοποίηση, ταυτόχρονα όμως και με ένα μεγάλο… αλλά!
Όλοι οι παράγοντες του εμπορικού κόσμου χαρακτήρισαν θετικές τις φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις, όχι μόνο γιατί ενισχύουν την επιχειρηματικότητα, αλλά γιατί και σε βάθος χρόνου προσφέρουν σημαντικά οφέλη στην ελληνική οικονομία.
Δεν είναι τυχαίο ότι, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, αλλά και ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος, τόνισαν ότι τα μέτρα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, όμως χρειάζονται ακόμη περισσότερα και πρώτα απ’ όλα «κούρεμα» του ιδιωτικού χρέους.
Θα είναι, δυστυχώς, πολλές οι επιχειρήσεις που εάν δεν μειωθούν δραστικά τα χρέη τους, που φυσικά μόνο με ένα «κούρεμα» μπορεί να επιτευχθεί, δεν θα καταφέρουν να ορθοποδήσουν κατά τη μετά πανδημίας εποχή.
Και φυσικά πώς να επιβιώσουν από τη στιγμή που από το σύνολο των περίπου 244 δισ. ευρώ που είναι το ιδιωτικό χρέος, τα περίπου 109 δισ. ευρώ είναι προς τις Εφορίες, τα 37 προς τον ΕΦΚΑ και τα υπόλοιπα είναι οφειλές σε Τράπεζες.
Γι’ αυτό άλλωστε και η αγορά απαιτεί λύση «εδώ και τώρα» στο πρόβλημα των συσσωρευμένων οφειλών που αποτελούν βραχνά για το σύνολο της επιχειρηματικότητας, πριν να είναι αργά αφού ήδη, με βάση έρευνες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, περίπου το 45% των επιχειρήσεων της εστίασης, το 35% των εμπορικών καταστημάτων, αλλά και το 25% αυτών που παρέχουν υπηρεσίες, «ακροβατούν» σε τεντωμένο σχοινί.
Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσει η κυβέρνηση είναι ότι οι αρνητικές συνέπειες της πανδημίας δεν έχουν ακόμη βγει στην επιφάνεια.
Τα πραγματικά προβλήματα θα φανούν όταν ακριβώς επιστρέψει η κανονικότητα σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας.
Τότε, που το «τσουνάμι» της πανδημίας θα υποχωρήσει και θα δούμε όλοι την καταστροφή που έχει αφήσει πίσω του στην κοινωνία και την οικονομία.
Είναι λοιπόν με μαθηματική ακρίβεια βέβαιο ότι πολύ σύντομα θα απαιτηθούν πολύ περισσότερα μέτρα πέρα από αυτές τις φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις, καθώς θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ενίσχυση της ρευστότητας, αφού σήμερα λείπουν τα αναγκαία κεφάλαια από τους μικρομεσαίους για κάνουν την επανεκκίνηση. Ένα είναι δεδομένο, ότι ο συγκεκριμένος στόχος μπορεί να επιτευχθεί και άμεσα με τη διαγραφή μέρους των χρεών που προκλήθηκαν από την πανδημία, σε συνδυασμό πάντα με την ελάφρυνση φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων.
Με το δεδομένο αυτό θα ήταν ίσως χρήσιμο κυβέρνηση και αντιπολίτευση να σκεφτούν από κοινού ότι η υγειονομική κρίση μπορεί να πετύχει ό,τι δεν πέτυχε η οικονομική, ή την καταστροφή ή ένα καλύτερο αύριο.
Η πανδημία σίγουρα δεν έχει χρώματα ούτε ιδεολογία, αλλά δίνει για πρώτη φορά μια μοναδική ευκαιρία στις πολιτικές δυνάμεις του τόπου να συνεννοηθούν και να ξεφύγουν από τις παθογένειες του παρελθόντος που υπήρχε πολιτική εκμετάλλευση ακόμη και των καταστροφών.
Θα σκεφτεί κάποιος, μα είναι δυνατόν, στην Ελλάδα ζούμε, δεν γίνονται αυτά. Και φυσικά από τη μέχρι σήμερα εικόνα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, όσον αφορά τον επικοινωνιακό χειρισμό της πανδημίας, δίκιο θα έχει.
Όμως, επειδή ποτέ δεν είναι αργά, ίσως το αύριο της οικονομίας που ενδιαφέρει όλους, κυβερνώντες σημερινούς ή μελλοντικούς, να βρουν τη μοναδική αυτή ευκαιρία που τους δίνεται και να αλλάξουν σελίδα.
Δεν θα ήταν, για παράδειγμα, ανεδαφικό, από τη στιγμή που όλη η αγορά «φωνάζει» για «κούρεμα» των χρεών, η κυβέρνηση να δώσει πρώτη το παράδειγμα και να κάτσει στο τραπέζι και να συζητήσει την πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης που περιλαμβάνει το συγκεκριμένο μέτρο.
Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα ότι το σχέδιο μείωσης των χρεών που προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση, μεταξύ άλλων, προβλέπει:
**για μείωση εισοδήματος/τζίρου 10%-29%: μείωση της βασικής οφειλής κατά 40%
**για μείωση εισοδήματος/τζίρου 30%-40%: μείωση της βασικής οφειλής κατά 50%
**για μείωση εισοδήματος/τζίρου άνω του 40%: μείωση της βασικής οφειλής κατά 60%
Και μπορεί βέβαια η κυβέρνηση να σχολίασε ποικιλοτρόπως τις συγκεκριμένες προτάσεις, η επανεκκίνηση της οικονομίας να δίνει όμως μια μοναδική ευκαιρία να ανοίξει ένα «παράθυρο» συνεννόησης. Γιατί, άραγε, ακόμη κι αν διαφωνεί η παρούσα κυβέρνηση να εφαρμόσει κατά γράμμα τις εν λόγω προτάσεις, να μην προσπαθήσει να βρει τη «χρυσή τομή»;
Οι προτάσεις αυτές έχουν ήδη κοστολογηθεί, τα μέτρα της κυβέρνησης επίσης, γιατί κάποια κεφάλαια να μην «επενδυθούν» στο να χτιστούν γέφυρες μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και ταυτόχρονα να ικανοποιήσουν και στηρίξουν την αγορά και τους φορολογούμενους.
Βέβαια, κακά τα ψέματα, επειδή είναι πιθανότερο να πέσει ατομική βόμβα κάπου στον πλανήτη παρά να συνεννοηθούν οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, προς το παρόν η αγορά θα βαδίζει με τα μέτρα και τις αποφάσεις της κυβέρνησης για επάνοδο στην κανονικότητα, που πέρα από τα «πακέτα» στήριξης που έχει ήδη ανακοινώσει και ισχύουν, χθες εξήγγειλε ακόμη τα εξής:
1ο. Μειώνεται από φέτος, σε μόνιμη βάση, για όλα τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, η προκαταβολή φόρου από το 100% στο 55%.
2ο. Μειώνεται, σε μόνιμη βάση, για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες η προκαταβολή φόρου από το 100% στο 80% από το 2022. Ειδικά για φέτος, αυτή μειώνεται ακόμη περισσότερο, στο 70%.
3ο. Μειώνεται, σε μόνιμη βάση, από το 2022 (φορολογικό έτος 2021) ο συντελεστής φόρου όλων των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, από το 24% στο 22%, δηλαδή σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από αυτά που παρέλαβε η σημερινή κυβέρνηση, που ήταν στο 28%. Υπενθυμίζεται ότι προηγήθηκε, πέρυσι, η μείωση στον εισαγωγικό φορολογικό συντελεστή για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, από το 22% στο 9%.
4ο. Επεκτείνεται η μείωση κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα και το 2022.
5ο. Επεκτείνεται η αναστολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα και το 2022.
Το δημοσιονομικό κόστος των τριών πρώτων μέτρων, τα οποία έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς, ανέρχεται σε περίπου 900 εκατ. ευρώ για το 2021 και υπολογίζεται σε περίπου 200 εκατ. ευρώ για κάθε ένα από τα επόμενα χρόνια, ποσό το οποίο, ωστόσο, αναμένεται να αντισταθμιστεί από τη βελτίωση των προοπτικών ανάκαμψης της οικονομίας. Το δημοσιονομικό κόστος των δύο τελευταίων μέτρων είναι περίπου 1,6 δισ. ευρώ για το 2022.
Το κόστος για την κοινωνία προς το παρόν άγνωστο. Ο λογαριασμός δεν αργεί όμως…