Πόσες φορές ξύπνησα και ένιωσα πως δεν είχα τη δύναμη να σηκωθώ. Δεν ήθελα να δω το φως της μέρας και να περπατήσω με το βάρος της ψυχής. Κάθε φορά που με κοίταζα στον καθρέφτη δεν ήμουν εγώ. Ήταν μια άλλη. Επιφανειακά ίσως και πιο λαμπερή.
Δεν ήμουν όμως εκείνη η Ζήνα που τα μάτια της είχαν το φως της ψυχής. Ξέρω τη Ζήνα που δεν είναι αλυσοδεμένη με την κατάθλιψη.
Κι όμως, εκείνη η Ζήνα, αν και στον καθρέφτη μπορεί να ήταν πιο λαμπερή, το ένιωθε πως η πίσω πλευρά του καθρέφτη ήταν επώδυνη. Είχε θυμούς, αξεπέραστους, που ζητούσαν διαχείριση εδώ και τώρα. Είχε μυστικά από τον ίδιο της τον εαυτό που ζητούσαν να βγουν στο φως.
Ο καθρέφτης δεν είναι εύκολο αντικείμενο για τον άνθρωπο, γιατί έχει να παλέψει με το υποκείμενο που είναι ο άνθρωπος. Στη μάχη αυτή, όπως και σε κάθε άλλη όταν το υποκείμενο είναι ο άνθρωπος, κερδίζει. Χαζεύεις το είδωλό σου, το μακιγιάρεις, το ομορφαίνεις, το προετοιμάζεις για το ραντεβού και όταν πια είσαι έτοιμη, τότε βλέπεις πως δεν είσαι εσύ στον καθρέφτη. Είναι ένα νεκρό ψυχικά κορίτσι.
Αυτό συμβαίνει όταν πια δεν αντέχεις το ψέμα. Σε ξεγυμνώνει σιγά-σιγά ο καθρέφτης. Τα δάκρυα κυλάνε στα μάτια, μουντζουρώνουν το πρόσωπο, και το είδωλο που ετοιμάστηκε για να κατακτήσει τη μέρα ή τη νύχτα έρχεται αντιμέτωπο με την αλήθεια της ψυχής. Φεύγει τρέχοντας από τον καθρέφτη και χώνεται στον καναπέ για όσο θα χρειαστεί να ξαναβρεί το χαμόγελο, που και πάλι όταν ξανασυναντηθεί με τον καθρέφτη θα κατακερματιστεί.
Δεν είναι εύκολο παιχνίδι ο καθρέφτης. Θέλει γερό στομάχι ή ανθρώπους που δεν ψάχτηκαν ποτέ στο βάθος της ψυχής ή με την πίσω πλευρά του. Τα χρήματα και οι ακριβοί καθρέφτες δεν κέρδισαν ποτέ στη μάχη με την ψυχή. Με φτύνω, με θαυμάζω, αλλά αν δεν με αγαπώ πραγματικά θα φανεί αργά ή γρήγορα. Μπορεί σε κάποιους να αργήσει, αλλά θα αποτυπωθεί.
Είναι όμορφο να χαμογελάς με την ψυχή και τα μάτια. Ο καθρέφτης τώρα πια είναι η κάμερα. Αυτή που κάθε μέρα έχω απέναντί μου και δείχνει τα πάντα. Δεν τη φοβάμαι, γιατί τώρα με αγαπώ και μου επιτρέπω και τα δάκρυα και να τον σπάσω, γιατί δεν με νοιάζει αν θα δω ότι μεγάλωσα. Μεγάλωσα και έμαθα να βάζω το μαχαίρι βαθιά στην ψυχή. Να με συστήνω με την πίσω πλευρά του καθρέφτη.
Δεν είναι εύκολη αυτή η πάλη. Όμως πέρασαν χρόνια και πολλές νύχτες και πρωινά αγκαλιά με τον καθρέφτη για να καταλάβω πως για ένα διάστημα με είχε υποχείριό του, με μετέτρεπε σε νάρκισσό του για να με νοιάζει μόνο η εικόνα μου. Αυτή η εικόνα είναι που μας διαλύει στο τέλος.
Όμως, ξαφνικά, ακούς μια φωνή που θέλει να πει όλες τις αλήθειες της ψυχής σου και ακούγεται πίσω από τον καθρέφτη. Αλίμονο αν αυτή τη φωνή την ακούσεις άρρωστη και ανήμπορη πια σ’ ένα δωμάτιο και συναντιέσαι καθημερινά μαζί της γιατί εκείνος ο απέναντι καθρέφτης θέλει επιτέλους να μιλήσει. Να σου πει στα μούτρα πως τόσα χρόνια σου έριχνε τα καλλυντικά από τα χέρια για να δεις και την πίσω του πλευρά.
Και να τώρα που φεύγεις από τη ζωή σε φωνάζει. Έστω και τώρα δεν είναι αργά να σε κοιτάξεις στον ακριβό σου καθρέφτη με άλλη ματιά, να σε αγαπήσεις…