Η πανδημία COVID-19 είναι μια παγκόσμια καταστροφή με περισσότερα από 90 εκατομμύρια κρούσματα και σχεδόν 2 εκατομμύρια νεκρούς έως τώρα. Και επειδή ο ιός μεταδίδεται με την ανθρώπινη επαφή, με την αναπνοή, μας έκλεισε στα σπίτια και άλλαξε τον τρόπο της ζωής μας με βαρύτατες οικονομικές και ψυχολογικές συνέπειες.
Ο Π.Ο.Υ. υπολογίζει ότι περισσότερο από 80 εκατομμύρια επιπλέον άνθρωποι θα βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχιας μετά την πανδημία. Και αυτό δεν αφορά μόνο τις τρίτες χώρες, μας αφορά όλους. Οι ΗΠΑ έχουν πάνω από 20 εκατομμύρια κρούσματα και κοντά στις 400.000 θανάτους. Από μία λοίμωξη! Θα μας φαινόταν απίστευτο πριν από ένα χρόνο, και ακόμα και τώρα δεν μπορούμε να συλλάβουμε το μέγεθος. Ή να υπολογίσουμε τις αλλαγές που θα έρθουν.
Στο πρώτο κύμα της πανδημίας, η Ελλάδα τα πήγε εξαιρετικά καλά και ήταν ένα παράδειγμα προς μίμηση. Οργανώθηκαν μέτρα νωρίς και ορίστηκαν νοσοκομεία αναφοράς ήδη από το τέλος Ιανουαρίου του 2020. Τέλος Φεβρουαρίου είχαμε το πρώτο κρούσμα στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη, και ήδη τέλος Μαρτίου, στο νοσοκομείο μας, το Σωτηρία, που ήταν το κύριο νοσοκομείο αναφοράς, 10 τμήματα, 8 κλινικές και 2 μονάδες, είχαν μετατραπεί σε τμήματα covid. Aρχίσαμε με φόβο και για τους ασθενείς και για μας, αλλά οι ομάδες δούλεψαν καλά και το σχετικά πρώιμο lockdown μας βοήθησε, έτσι υπήρξαν σχετικά λίγα κρούσματα και το σύστημα υγείας ανταποκρίθηκε καλά, παρά τα μεγάλα προβλήματα που είχε μετά από 10 χρόνια κρίση. Η έγκαιρη λήψη των μέτρων και το lockdown της άνοιξης ήταν η βασική διαφορά της Ελλάδας από την αντιμετώπιση που έγινε στην Αγγλία και στις ΗΠΑ, και αυτό ήταν που κράτησε χαμηλά τα κρούσματα και ήρεμες τις συνθήκες στους γιατρούς και στους νοσηλευτές στα νοσοκομεία. Μας έδωσε χρόνο να αντιμετωπίσουμε κάθε άρρωστο και να προλάβουμε θανάτους. Έγινε άρση του lockdown και περάσαμε ένα αρκετά καλό καλοκαίρι με κοινωνική ζωή και οικονομική δραστηριότητα, όχι τη συνηθισμένη αλλά πάντως αρκετή, και από το φθινόπωρο μπήκαμε σε ένα δεύτερο κύμα που ήταν πολύ βαρύτερο. Με πίεση στο σύστημα υγείας, περισσότερους θανάτους, με ένα νέο lockdown, με οικονομικά προβλήματα, με κούραση, απόγνωση, θυμό.
Έχουμε μπροστά μας χειμώνα και δύσκολους μήνες με περιορισμούς, αλλά έχουμε την αισιοδοξία των εμβολίων. Εμβόλια που είναι ένα τεράστιο επίτευγμα και μια μεγάλη ανακούφιση, που σημαίνουν το τέλος της πανδημίας. Πρέπει λοιπόν να προσέξουμε όλοι για τους επόμενους μήνες μέχρι να εμβολιαστούμε και να μπορέσουμε μετά να βρούμε φυσιολογικούς ρυθμούς και συνήθειες. Και αυτό θα χρειαστεί αντοχή και κοινωνική συνοχή που φαίνεται να είναι ένα πρόβλημα, και στην Ελλάδα και στην Αμερική.
Μας έχει αλλάξει η πανδημία; Ίσως. Σίγουρα προώθησε ηλεκτρονικές εφαρμογές στη ζωή μας, έβαλε περισσότερη τηλεϊατρική, τηλε-εργασία, και τηλεδιασκέψεις, άλλαξε τον τρόπο επικοινωνίας. Μας έδειξε πόσο σημαντική είναι η ομαδική δουλειά, από τα νοσοκομεία όπου μόνο με συντονισμένη ομάδα μπορούμε να αποδώσουμε και να μείνουμε ασφαλείς, μέχρι τα εμβόλια όπου συνεργάστηκαν ερευνητές, Πανεπιστήμια, η βιομηχανία και φυσικά οι εθελοντές, οι γιατροί και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, και μπορέσαμε να τα έχουμε τόσο γρήγορα. Μας έδωσε ακόμα η πανδημία την ευκαιρία να σκεφτούμε ποια είναι τα σημαντικά πράγματα στη ζωή μας, που τώρα μας λείπουν: η ανθρώπινη επαφή, η οικογένεια, οι φίλοι, το να μοιραστούμε φαγητό σε ένα τραπέζι, να πάμε σε ένα θέατρο, σε ένα μουσείο, σε μία έκθεση, και βέβαια το να μπορούμε να δουλεύουμε, να πάμε σχολείο και να μπορούμε να είμαστε γεροί, οικονομικά καλά και να προχωρήσουμε και να βελτιώσουμε τη ζωή μας.
Ελπίζω ότι θα είναι και μια ευκαιρία να βελτιώσουμε και να οργανώσουμε καλύτερα τα πράγματα σε πολλούς τομείς, και στην υγεία, που είναι ο δικός μου τομέας. Στην Ευρώπη, οι υπηρεσίες υγείας είναι πιο προσπελάσιμες από ό,τι στις ΗΠΑ, υπάρχει κάλυψη και κοινωνικό κράτος για όλους, και αυτό ισχύει και στην Ελλάδα όπου η πρόσβαση στα φάρμακα και τα νοσοκομεία είναι ελεύθερη για όλους. Όμως χρειαζόμαστε καλύτερη οργάνωση σε εθνικό επίπεδο, με έξυπνες λύσεις και συνεργασία όλων των δομών, χρειαζόμαστε κίνητρα για να μένουν στη χώρα οι εξαιρετικοί νέοι γιατροί μας, χρειαζόμαστε κέντρα αποκατάστασης και hospices, βελτίωση των ξενοδοχειακών δομών των νοσοκομείων και καλή πρωτοβάθμια φροντίδα σε κάθε σημείο της χώρας, σε κάθε νησί και ακριτικό χωριό, ώστε να αντιμετωπίζονται άμεσα τα επείγοντα και τα απλά θέματα και προτυποποιημένες διαδικασίες (standard operating procedures, SOPs) για παραπομπές ή διακομιδές των ασθενών σε δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια κέντρα, όποτε αυτό χρειάζεται. Με συνεργασία όλων των φορέων και όλων των υγειονομικών, του Δημόσιου και του Ιδιωτικού τομέα.
Πιστεύω ότι είναι τώρα η ώρα να το κάνουμε, με διάλογο, με θετική διάθεση και καλόπιστη και εποικοδομητική κριτική, με όραμα και μακρόπνοο σχεδιασμό. Αλλά και δυνατότητα για συνεχή εξέλιξη, με στόχο την άριστη φροντίδα των ασθενών, γόνιμες συνθήκες δουλειάς για όλους τους υγειονομικούς και εμπιστοσύνη και ικανοποίηση από όλους.
*Η κα Μίνα Γκάγκα είναι Πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας, και Διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινικής, στο Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών «Η Σωτηρία»