Ανέκαθεν οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές αποτελούσαν ένα γεγονός ύψιστης πολιτικής σημασίας, όχι μόνο για τις ΗΠΑ αλλά και για ολόκληρη την ανθρωπότητα, όχι μόνο όταν ανανεωνόταν η θητεία τού νυν Προέδρου όσο κυρίως όταν το εκλογικό αποτέλεσμα αναδείκνυε στο προεδρικό αξίωμα ένα πρόσωπο το οποίο εκλεγόταν για πρώτη φορά. Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση σε αυτόν τον γενικό κανόνα, καθώς παρακολούθησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου και χαιρέτισε με ικανοποίηση την ανάρρηση του Joe Biden στο ύψιστο πολιτειακό αξίωμα των ΗΠΑ.
Η νέα προεδρία σημαίνει το άνοιγμα μίας νέας σελίδας με νέες ευκαιρίες, όσον αφορά τις διμερείς μας σχέσεις με την αμερικανική υπερδύναμη, ειδικά από τη στιγμή που ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει αναπτύξει πολύ ισχυρούς δεσμούς με την ελληνική κοινότητα των ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα έχει διατρανώσει τη βούλησή του να ενισχύσει έτι περαιτέρω τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Παραδοσιακά οι ισχυροί δεσμοί μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως τόνισε ο Έλληνας πρωθυπουργός κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο αεροπλανοφόρο Eisenhower, δεν είναι μόνο κοινωνικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, είναι πρωτίστως δεσμοί αξιακοί.
Κατά κοινή ομολογία, ο χώρος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης τις τελευταίες δεκαετίες έχει αναδειχθεί ως ο πλέον νευραλγικός για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ευρώπη. Το διεθνές γεωπολιτικό σκηνικό στη στενή αλλά και την ευρύτερη περιοχή μας είναι σύνθετο, λεπτό και εξαιρετικά περίπλοκο, και η Αθήνα καλείται να διαχειριστεί με αποτελεσματική διπλωματία και ισχυρή αποτρεπτική δύναμη την εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, που είναι η ανάδειξη της στρατηγικής θέσης της χώρας στην ευρύτερη περιοχή της. Η βελτίωση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων είναι το απαραίτητο και σθεναρό αντίβαρο απέναντι στον ολοένα εντεινόμενο διπλωματικό εναγκαλισμό μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας, ιδίως μάλιστα αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Biden μοιράζεται με τον Έλληνα πρωθυπουργό τις ίδιες ευαισθησίες για τα ατομικά δικαιώματα και τις κοινωνικές ελευθερίες.
Το βέβαιο είναι ότι με την εκλογή Biden η αμερικανική διπλωματία ξαναγίνεται εξωστρεφής και οι ΗΠΑ επανέρχονται σε πιο δυναμικά μοτίβα στρατηγικής εμπλοκής στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Ειδικότερα, όσον αφορά στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να θέσει νέους κανόνες στις σχέσεις της με την Άγκυρα, διαμηνύοντας παράλληλα ότι «έχει τελειώσει η διπλωματία των γαμπρών» που αναπτύχθηκε επί προεδρίας Τραμπ. Η Ουάσιγκτον έχει ήδη στείλει τα πρώτα της μηνύματα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών θεσμών στη χώρα, ζητάει εκ νέου την άμεση απελευθέρωση του Οσμάν Καβάλα και τον σεβασμό των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ενώ επιμένει στις θέσεις της για το ασύμβατο των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400 με μία σύμμαχο στο ΝΑΤΟ.
Είναι προφανές ότι η νέα κυβέρνηση, εγκαινιάζοντας στη διεθνή διπλωματία ένα είδος φιλελεύθερου διεθνισμού που προωθεί τη δημοκρατία και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι αποφασισμένη να καταστήσει σαφές προς την Τουρκία ότι θα την κρίνει με διαφορετικά και κυρίως αυστηρότερα κριτήρια από την κυβέρνηση Τραμπ, καθώς ο νεοεκλεγείς Αμερικανός Πρόεδρος δεν θα έχει πια την «ειδική προσωπική σχέση» που διατηρούσε ο προηγούμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ με τον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν. Παράλληλα, το γεγονός ότι οι σχέσεις Ουάσιγκτον - Μόσχας διέρχονται μία φάση ψυχρότητας είναι κάτι που ουσιαστικά υποχρεώνει την Τουρκία να εγκαταλείψει την επαμφοτερίζουσα στάση της και να αποφασίσει αν σκοπεύει να αυτονομηθεί από τη Δύση, τώρα μάλιστα που ο ευρωατλαντικός άξονας επανέρχεται δυναμικά στο διπλωματικό προσκήνιο. Οι διεθνείς εξελίξεις καταδεικνύουν ότι το στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς των φιλοδυτικών δυνάμεων της περιοχής αλλάζει ήδη ραγδαία και θα συνεχίσει να αλλάζει εις βάρος της Τουρκίας, όπως θα το αντιληφθεί σύντομα ο Τούρκος Πρόεδρος.
Σε αυτό το αναδυόμενο σκηνικό μετά την εκλογή Biden, η Ελλάδα που βλέπει τον εαυτό της ως μέρος της Δύσης, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΝΑΤΟ και τάσσεται υπέρ του κράτους δικαίου, του εκσυγχρονισμού του κράτους και της επιχειρηματικότητας, βρίσκεται στη σωστή πλευρά – και οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι μπορούν να βασίζονται σε μία μόνιμη και διαρκή στρατηγική συμμαχίας και συνεργασίας, καθώς η χώρα μας πέραν των διαρκώς αναπτυσσόμενων διμερών σχέσεων έχει φροντίσει να παγιώσει μια εξαίρετη σχέση συνεργασίας μαζί τους χωρίς σύννεφα, αιφνιδιασμούς ή πιθανές μεταστροφές.
Ο προσανατολισμός της κυβέρνησης Biden προς την πολυμέρεια και τον σεβασμό των διεθνών θεσμών και συμφωνιών θα ευνοήσει εκ των πραγμάτων την Ελλάδα, στον βαθμό που αυτή αποτελεί τη μόνη αξιόπιστη δύναμη που εγγυάται την ασφάλεια και την σταθερότητα στη ΝΑ Μεσόγειο.