Επίκαιρη παρά ποτέ είναι σήμερα η αναφορά του Τζον Φ. Κέννεντι το 1959 σε μια προεκλογική ομιλία του στη λέξη «κρίση», η οποία στην κινεζική γλώσσα εμπεριέχει τους όρους «κίνδυνος» και «ευκαιρία».
Η ερμηνεία μπορεί να μην είναι σωστή, αλλά αυτό που μένει είναι ότι μέσα από μία κρίση έστω και τέτοιας έντασης όπως η πρωτόγνωρη και καταστροφική κρίση της πανδημίας, που έχει βυθίσει σε ύφεση την παγκόσμια οικονομία, μπορεί να αναδυθεί μια ευκαιρία.
Το μεγάλο στοίχημα της χώρας μετά το τέλος του εφιάλτη είναι η εθνική ανάταξη, αλλά όχι μέσω μιας πρόσκαιρης ανάπτυξης, που θα κλείσει τις οικονομικές πληγές της πανδημίας, αλλά μέσω μιας δομικής αλλαγής που θα διορθώσει τις παθογένειες δεκαετιών, που θα δώσει διέξοδο στο απόθεμα ταλέντου που μένει αναξιοποίητο και μεταναστεύει, που θα δώσει μια άλλη Ελλάδα στις επόμενες γενιές.
Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» αποτελεί μια ιστορική ευκαιρία για τη χώρα που δεν πρέπει να χαθεί.
Η κυβέρνηση με στοχευμένη στρατηγική και συντονισμένα σχεδίασε έγκαιρα το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης που θα αποτελέσει το εφαλτήριο προς τα εμπρός για την Ελλάδα στα επόμενα χρόνια.
Είναι ένα πρόγραμμα-μαμούθ που έχει τη δυνατότητα να προσθέσει έως 7 μονάδες στο ΑΕΠ της χώρας σε ορίζοντα εξαετίας και να κινητοποιήσει 57 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα 32 δισεκατομμύρια ευρώ είναι οι εξασφαλισμένοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, 19 δισεκατομμύρια σε επιχορηγήσεις και το υπόλοιπο ποσό σε δανεισμό και, προσθέτοντας τη μόχλευση από τον ιδιωτικό τομέα σε ίδια κεφάλαια και σε δανεισμό, μπορούν να κινητοποιηθούν συνολικοί πόροι ύψους 57 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Προτεραιότητα του σχεδίου, αν μιλήσει κανείς με οικονομικούς όρους, είναι να καλύψει τα μεγάλα κενά που υπάρχουν σε επενδύσεις, σε εθνικό προϊόν και κατ' επέκταση σε απασχόληση.
Στην πραγματικότητα όμως ο νεωτεριστικός και ρηξικέλευθος χαρακτήρας του σχεδίου είναι αυτός που θα δώσει μεν ώθηση στην ελληνική οικονομία, συμβάλλοντας στην εξωστρέφεια και στην ανταγωνιστικότητά της αλλά κυρίως –και αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα- θα δημιουργήσει ένα μοντέλο ανάπτυξης περισσότερο διαφοροποιημένο, βιώσιμο και ανθεκτικό στις αναταράξεις του διεθνούς περιβάλλοντος.
Οι δράσεις του σχεδίου «Ελλάδα 2.0» στοχεύουν τόσο σε ένα δομικό restart της ελληνικής οικονομίας και ένα γενικευμένο update όπου χρειάζεται για να περάσουμε σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, μία Ελλάδα, πιο «πράσινη», πιο ψηφιακή, πιο δίκαιη και πιο εξωστρεφή και ανταγωνιστική.
Το στίγμα δίνουν οι τέσσερις πυλώνες στους οποίους εστιάζει:
1. Πράσινη ανάπτυξη,
2. Ενίσχυση απασχόλησης και κοινωνικής συνοχής,
3. Στήριξη επιχειρηματικότητας, προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και προώθηση της καινοτομίας,
4. Ψηφιακός μετασχηματισμός και τεχνολογική αναβάθμιση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Ο «οδικός χάρτης» των έργων καλύπτει ένα τεράστιο φάσμα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι καλύπτει τα πάντα από την υπογειοποίηση των δικτύων της ΔΕΗ μέχρι την ενεργειακή διασύνδεση της νησιωτικής χώρας, από εκτεταμένα δίκτυα 5G μέχρι την ανάπτυξη διαστημικής τηλεπικοινωνιακής τεχνολογίας, από την αναβάθμιση των τουριστικών λιμανιών μέχρι τις ευκολίες πρόσβασης των ΑμεΑ στους αρχαιολογικούς χώρους και από τον εκσυγχρονισμό των δικαστηρίων μέχρι τον ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης.
Ένας μακρύς κατάλογος έργων - εμβληματικών μεταρρυθμίσεων που θα οδηγήσουν την Ελλάδα στην επόμενη ημέρα, στη μετά covid εποχή.
Μια χώρα σαν την Ελλάδα σπάνια έχει μια τέτοια ιστορική ευκαιρία ωστόσο αν και το θέμα είναι σαφές ότι δεν προσφέρεται για στείρες αντιπροσωπευτικές προσεγγίσεις ωστόσο η μέχρι τώρα στάση των κομμάτων δίνει μια πρόγευση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει στην τακτική της αρνητικής κριτικής, της κατασκευής fake news προκειμένου να υποσκάψει την κυβέρνηση και στην προσφιλή του τακτική να μηδενίζει όλα όσα γίνονται.
Ενδεικτικό των προθέσεών του και της στάσης που κρατά το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι η δήλωση του κ. Τσίπρα σε τηλεοπτική συνέντευξη ότι «δεν πρόκειται να εφαρμόσουμε τίποτα από αυτά και θα ζητήσουμε αναθεωρημένο σχέδιο από την Κομισιόν». Αυτό θυμίζει τις… αλήστου μνήμης δηλώσεις του περί κατάργησης των μνημονίων με έναν νόμο και ένα άρθρο.
Η κυβέρνηση όμως της Νέας Δημοκρατίας θα κερδίσει το στοίχημα και θα δώσει στη νέα γενιά την Ελλάδα που της αξίζει.