ΤΟΛΗΣ ΒΟΣΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ
Αφιέρωμα στον Τόλη Βοσκόπουλο, στις επιτυχίες του και στις γυναίκες της ζωής του
Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ένας κατά συρροήν δολοφόνος –αφού σκότωσε με φρικτό τρόπο, γαμπρούς, ανιψιούς, γιο, εγγονό και τη σύζυγό του μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες θύματα στους πολέμους του–, αγιοποιήθηκε. Είναι ο πλέον διφορούμενος Άγιος της Χριστιανικής Εκκλησίας.
Ως αγίους η Χριστιανική Εκκλησία έχρισε πολλούς που έχουν υπάρξει άγριοι, αιμοσταγείς και δολοφόνοι.
Ο Χριστιανισμός διαθέτει εκατοντάδες αγίους, μάρτυρες, ήρωες, ενάρετους, φιλάνθρωπους, με αμφισβητούμενο έργο που αγιοποιήθηκαν. Σε αυτή την ιστορική αναδρομή θα προσπαθήσουμε να ιχνηλατήσουμε τη ζωή και το έργο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, λαμβάνοντας υπ’ όψιν μας τις διχασμένες ιστορικές αναφορές όπου και με όποιον τρόπο υπάρχουν.
«Αυτό το τέρας ο Κωνσταντίνος, με το ψυχρό αίμα, που παριστάνει τον άγιο, αυτός ο υποκριτής, ο βάρβαρος, έκοψε του γιού του το λαρύγγι, στραγγάλισε την γυναίκα του, σκότωσε τον πεθερό και τον γαμπρό του. Στην Αυλή του περιστοιχιζόταν από μια κλίκα αιμοδιψών ψευδοευλαβών χριστιανών κληρικών και ένας μόνο από αυτούς θα μπορούσε να παρακινήσει την μισή ανθρωπότητα να σφάξει την άλλη μισή»
Percy Bysshe Shelley - Άγγλος ποιητής
«Μηδέ ποίος τις νυν, αλλά ποίος τις ην αεί», δηλαδή «δεν
αναρωτιόμαστε ποιος είναι τώρα, αλλά ποιος ήταν ανέκαθεν», αναφέρει
ο Αριστοτέλης. Τελικά, ποιος ήταν ανέκαθεν ο Μέγας Κωνσταντίνος,
καθώς όπως καλά γνωρίζουμε η Εκκλησία τον έχει ανακηρύξει Άγιο και
Ισαπόστολο. Όμως με ποια κριτήρια η Εκκλησία ανακηρύσσει τους
αγίους της; Στην περίπτωση του Ρωμαίου Αυτοκράτορα της Ανατολικής
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Φλάβιου Βαλέριου Κωνσταντίνου (Flavius
Valerius Constantinus), το κριτήριο ήταν συγκεκριμένο: πρόκειται για
τον ιδρυτή της Χριστιανικής Εκκλησίας. Τώρα το αν το ίδιο άτομο
υπήρξε ένας αιμοσταγής δολοφόνος συγγενικών του προσώπων αλλά και
γενικότερα άλλων ανταγωνιστών του και μεγάλης μερίδας λαών, δεν έχει
καμία σημασία μπροστά στον ιδρυτή του δόγματός της. Εξάλλου, αυτός
που κάνει τις περισσότερες πράξεις, κάνει τα περισσότερα λάθη. Έτσι
δεν μας λέει ο Ευριπίδης; Και η αλήθεια είναι ότι ο Άγιος Κωνσταντίνος
έκανε και πολλές καλές πράξεις: έχτισε χριστιανικές εκκλησίες, έφτιαξε
δρόμους, βοήθησε φτωχούς πολίτες και άλλα. Όσο για την προσφώνηση
«Μέγας», έπρεπε να ξεχωρίσει η προσωπικότητά του από άλλους
Κωνσταντίνους, είτε αυτοκράτορες είτε βασιλείς. Και επιπλέον να αρθεί
στο ύψος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον οποίο θαύμαζε…
Ωστόσο, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι ο Κωνσταντίνος άλλαξε τον
ρου της ιστορίας της Ευρώπης και όχι μόνο.
Γεννήθηκε στη Ναϊσό της Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας), πόλη καταγωγής του πατέρα του, στις 27 Φεβρουαρίου του 272 – αν και οι ιστορικοί ερίζουν για τη χρονολογία γέννησής του. Γονείς του ήταν ο Κωνστάντιος Α΄ Χλωρός (Aurelius Valerius Constantius) και η Ελένη (που η Εκκλησία την ανακήρυξε Αγία και Ισαπόστολο).
Οι γονείς του δεν προέρχονταν από αριστοκρατική γενιά, ο μεν Κωνστάντιος ήταν μάλλον ταπεινής καταγωγής (αν και ο Κωνσταντίνος διετείνετο ότι καταγόταν από τον αυτοκράτορα Κλαύδιο Β΄, όπως αντίστοιχα για τη μητέρα του διετείνετο ότι ήταν Βρεττανή πριγκίπισσα), η δε μητέρα του ήταν κόρη κάποιου πανδοχέα από το Δρέπανο της Βιθυνίας. Παρ’ όλα αυτά ο Κωνστάντιος ανέβηκε γρήγορα στην ιεραρχία του Ρωμαϊκού στρατού. Επειδή με διάταγμα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, απαγορευόταν στους υψηλόβαθμους στρατιωτικούς του ρωμαϊκού στρατού να νυμφεύονται γυναίκες ταπεινής καταγωγής, ο Κωνστάντιος δεν νυμφεύτηκε ποτέ την Ελένη (κατ’ άλλους τη νυμφεύτηκε αλλά τη χώρισε για να πάρει ως σύζυγο τη Θεοδώρα, ανιψιά του Αυγούστου Μαξιμιανού), αφήνοντας στη Νικομήδεια την Ελένη με τον γιο του, όμηρους του Διοκλητιανού και του Καίσαρα της Ανατολής, Γαλέριου, για να εξασφαλιστεί η πίστη του Κωνστάντιου στον αυτοκράτορα, όπως και έγινε.
Όπως και να έχει, νόμιμη σύζυγος του Κωνστάντιου Α΄ Χλωρού ήταν η Θεοδώρα. Όσο για την Ελένη, ο βυζαντινός χρονικογράφος του 12ου αι., Ιωάννης Ζωναράς, αναφέρει ότι δεν υπήρξε ποτέ σύζυγος, αλλά ερωμένη του Κωνστάντιου. Αλλά υπήρξαν και σύγχρονοι του Κωνσταντίνου, που ισχυρίστηκαν ανάλογα πράγματα για τη μητέρα του αυτοκράτορα, όπως ο Αντιόχειας Ευστάθιος, το 326, όταν εξανέστη που η Ελένη επισκέφθηκε τους «Αγίους Τόπους», κάτι που εξόργισε τον Κωνσταντίνο και τον τιμώρησε με ισόβια εξορία. «Stabularia» την αποκάλεσε ο Αμβρόσιος Μεδιολάνων, δηλαδή κορίτσι του πανδοχείου. Από την τετραρχία στη δυαρχία.
Το 305 ο Διοκλητιανός παραιτείται του θρόνου, καθώς ήταν πλέον υπέργηρος. Στη Δύση αντίστοιχα πείθεται να παραιτηθεί ο Μαξιμιανός. Οι εναπομείναντες της τετραρχίας Γαλέριος (Ανατολή) και Κωνστάντιος (Δύση) έλαβαν τον τίτλο του Αυγούστου. Ο Γαλέριος αρνήθηκε να ανακηρύξει καίσαρα τον Κωνσταντίνο, ώστε να διαδεχθεί στον θρόνο τον πατέρα του. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος συναντήθηκε με τον Κωνστάντιο και εξεστράτευσαν μαζί στη Βρετανία με νικηφόρο αποτέλεσμα.
Ο νεαρός αξιωματούχος κέρδισε την εμπιστοσύνη τόσο του πατέρα του όσο και του στρατεύματος, με αποτέλεσμα την επόμενη χρονιά, που πέθανε ο Κωνστάντιος, το στράτευμα να τον ανακηρύξει Αύγουστο.
Η αρχή για την ανάβαση του Κωνσταντίνου στην ιεραρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχε ήδη επιτευχθεί.
Τα χρόνια που ακολούθησαν αποδείχθηκαν χρόνια μηχανορραφιών και συγκρούσεων, με αποτέλεσμα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία να κυβερνάται από πέντε καίσαρες: τον Κωνσταντίνο στη Βρετανία και Γαλατία, τον Μαξιμιανό και τον Μαξέντιο στις επαρχίες της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Δυτικής Αφρικής, τον Λικίνιο στην επαρχία της Παννονίας, της Ρετίας, της Δαλματίας, του Νοράκουμ, της Βαλερίας Σαβένσις, τον Μαξιμίνο στις νότιες ακτές της Μικράς Ασίας, στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου, στην Αίγυπτο και στη Λιβύη, και τον Γαλέριο σε ολόκληρη την Ανατολή, όπου περιλαμβανόταν και η σημερινή Ελλάδα.
Ο Κωνσταντίνος, προκειμένου να έχει από κοντά τον Μαξιμιανό και τον Μαξέντιο, χώρισε το 307 τη γυναίκα του Μινερβίνη (κατά άλλους, παλλακίδα του) με την οποία είχε αποκτήσει έναν γιο, τον Κρίσπο, και παντρεύτηκε την κόρη του Μαξιμιανού και αδελφή του Μαξέντιου, την όμορφη Φαύστα. Τον τίτλο όμως του Αυγούστου δεν τον είχε πάρει ακόμη. Η Φαύστα ήταν εκείνη που τον προειδοποίησε για τα σχέδια του πατέρα της να τον εξοντώσει, με αποτέλεσμα ο Κωνσταντίνος να προχωρήσει στη δολοφονία του πεθερού του Μαξιμιανού.
Ήταν η πρώτη εκτός πολέμου ψυχρή δολοφονία του Κωνσταντίνου, αν και εκείνος υποστήριζε ότι ο πεθερός του αυτοκτόνησε, κάτι που δεν αποδέχονται οι ιστορικοί.
Ακολούθησε ο θάνατος του Μαξέντιου, αδελφού της Φαύστας, που επήλθε στη μάχη της Μιλβίας γέφυρας, του ποταμού Τίβερη. Ο Κωνσταντίνος συμπεριέλαβε στις λεγεώνες του και χριστιανούς στρατιώτες, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά στην ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ήταν τότε που «είδε» το όραμα με το «εν τούτω νίκα» και έφτιαξε το λάβαρο με τα γράμματα Χ και Ρ. Ο Μαξέντιος πνίγηκε στον Τίβερη με πολλούς στρατιώτες του. Θα μπορούσε να λήξει εκεί. Μα ο Κωνσταντίνος προχώρησε σε μια αποτρόπαια πράξη: Βρήκε τη σορό του Μαξέντιου, την αποκεφάλισε και κάρφωσε το κεφάλι του σε ένα παλούκι, περιφέροντάς το σε ολόκληρη τη Ρώμη. Βέβηλη κίνηση απέναντι στον νεκρό σε μάχη εχθρό του και αδελφό της γυναίκας του. Για τους χριστιανούς η νικηφόρα αυτή μάχη ήταν σημαντική, καθώς πίστεψαν ότι ο Κωνσταντίνος θα ήταν εκείνος που μετά από τρεις αιώνες θα αναγνώριζε τη νεογέννητη θρησκεία τους.
Πράγματι, ένα χρόνο μετά, το 313, ο Κωνσταντίνος συνυπογράφει στα Μεδιόλανα με τον Αύγουστο Λικίνιο το περίφημο Διάταγμα των Μεδιολάνων. Αν και δεν έχει διασωθεί το πρωτότυπο, αλλά ένα λατινικό διάταγμα που ο Λικίνιος είχε στείλει στον νομάρχη της Νικομήδειας, μέσω αυτού παρείχετο η ανεξιθρησκία σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία: «Εγώ ο Κωνσταντίνος Αύγουστος και Εγώ ο Λικίνιος Αύγουστος αποφασίσαμε να εξασφαλίσουμε σεβασμό και ανοχή στη Θεότητα παραχωρώντας στους χριστιανούς και σε όλους τους άλλους το δικαίωμα ελεύθερα να ακολουθούν όποια μορφή λατρείας τούς αρέσει...»
Για την έμπρακτη απόδειξη του διατάγματος, και οι δύο Αύγουστοι επέστρεψαν τις περιουσίες στους χριστιανούς που είχαν υφαρπαγεί, δόθηκαν οικονομικές επιχορηγήσεις, ο κλήρος απαλλάχθηκε από φόρους κ.ά. Επιπλέον, ο Κωνσταντίνος παντρεύει τη δεκαοκτάχρονη ετεροθαλή αδελφή του Κωνσταντία με τον 45χρονο Λικίνιο.
Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, ο Λικίνιος νίκησε σε μάχη ανατολικά της
Αδριανούπολης τον Μαξιμίνο Δάια, ο οποίος αυτοκτόνησε.
Έτσι απέμειναν στην Ανατολή ο Λικίνιος και στη Δύση ο Κωνσταντίνος.
Ο γάμος της αδελφής του Κωνσταντίας με τον Λικίνιο δεν πτόησε τον Κωνσταντίνο, που ήθελε νεκρό τον γαμβρό του για να γίνει ο ίδιος ο μοναδικός Αύγουστος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, κάτι στο οποίο εποφθαλμιούσε και ο Λικίνιος.
Στο μεταξύ, ο Κωνσταντίνος γιορτάζει στη Ρώμη την πρώτη δεκαετία του ως Αύγουστος, τα λεγόμενα decennalia. Και μετά από διάφορες αψιμαχίες με τον Λικίνιο, υπογράφει μαζί του μια συμφωνία κυρίων, που έμεινε γνωστή ως Συμφωνία των Αυγούστων, και ανακηρύσσει καίσαρες τον δωδεκάχρονο γιο του από τη Μινερβίνη, Κρίσπο, τον πρωτότοκο γιο του από τη Φαύστα, Κωνσταντίνο Β΄ (που ήταν μόλις 7 μηνών βρέφος) και τον γιο του Λικίνιου και της Κωνσταντίας, Λικινιανό (μωρό 20 μηνών).
Μετά από μικρή περίοδο ανακωχής, οι δύο Αύγουστοι δίνουν την τελική μάχη στο Βυζάντιο, με τον Λικίνιο να την προκαλεί –μετά την εκτέλεση και του έτερου γαμβρού του Κωνσταντίνου, του Βασσιανού, που είχε νυμφευθεί την ετεροθαλή αδελφή του Αναστασία– πιστεύοντας ότι ο Κωνσταντίνος παραβίασε τη Συμφωνία των Αυγούστων.
Ο Λικίνιος ηττάται, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και με διαταγή του Κωνσταντίνου εκτελείται, καθώς φοβόταν ότι, εάν τον άφηνε στη ζωή, κάποια στιγμή θα διεκδικούσε και πάλι τον θρόνο του. Λίγο μετά, ο Κωνσταντίνος αθετεί την υπόσχεσή του στην αδελφή του Κωνσταντία και διατάσσει την εκτέλεση του εντεκάχρονου ανιψιού του και γιο του Λικίνιου, Λικινιανού.
Τώρα πλέον δεν υπήρχαν ανταγωνιστές. Τώρα ήταν ο μοναδικός Αύγουστος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Αύγουστος της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Η Ρώμη δεν ενδιέφερε πλέον τον Κωνσταντίνο, καθώς δεν ήταν η ισχυρή πόλη που είχε γνωρίσει κάποτε. Έπρεπε να βρει άλλη πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η αρχαία πόλη του Βυζαντίου, που είχαν ιδρύσει οι Μεγαρείς το 657 π.Χ. με ηγέτη τους τον Βύζαντα, εξ ου και η ονομασία της πόλης. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, οι Μεγαρείς ακολούθησαν χρησμό του Μαντείου των Δελφών, που τους υπέδειξαν να χτίσουν τη νέα αυτή πόλη απέναντι από την «πόλη των τυφλών». Ως τέτοια υπονοούσαν την πόλη της Χαλκηδόνας. Έτσι το Βυζάντιο χτίστηκε στον Βόσπορο, απέναντι της «πόλης των τυφλών», οι οποίοι είχαν επιλέξει λάθος σημείο μη εκτιμώντας τα πλεονεκτήματα της άλλης πλευράς του Βοσπόρου.
Ο Κωνσταντίνος ήθελε νέα πρωτεύουσα για πολλούς λόγους:
Γεωγραφικούς, προκειμένου να είναι στο κέντρο της Ανατολής και της
Δύσης, για να μπορεί εύκολα να αντιστέκεται στις σκληρές επιδρομές
των εξ Ανατολής βαρβάρων. Θρησκευτικούς, προκειμένου να κερδίσει
τους χριστιανούς που εξαπλώνονταν και πληθύνονταν σε σχέση με τους
παγανιστές. Πολιτικούς: δεν ξεχνούσε πως οι στρατιώτες του ήταν κατά
το πλείστο χριστιανοί, και μαζί τους κέρδισε τις σημαντικότερες μάχες
που είχε δώσει εναντίον των ανταγωνιστών του. Πολιτικοί, καθώς η
Ανατολή είχε προχωρήσει περισσότερο στον εκχριστιανισμό των
κατοίκων της, ενώ η Ρώμη έχανε σε κύρος μένοντας πίσω στα παλιά
κεκτημένα.
Ως πρώτη ιδέα ήταν να χτίσει τη Νέα Ρώμη στην Τροία. Αλλά η τελευταία νίκη του στο Βυζάντιο και μετά από πολλές μελέτες χάραξε ο ίδιος τα σχέδια της νέας πρωτεύουσας στον Βόσπορο. Στις 11 Μαρτίου του 330 ιδρύεται η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και τέσσερα χρόνια μετά εγκαινιάζεται η πρωτεύουσά της, η Νέα Ρώμη, αντιγράφοντας τα σχέδια της Ρώμης, πόλη επτάλοφη, με ιππόδρομο, σύγκλητο κ.λπ. Για τη διακόσμηση της πόλης χρησιμοποιήθηκαν μνημεία της Ρώμης, της Αθήνας, της Αλεξάνδρειας, της Εφέσσου και της Αντιόχειας.
Πιθανόν το 326 εκτελείται ο πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου, μετά από δική του διαταγή. Ήταν ο αγαπημένος του, τον είχε αποκτήσει με τη Μινερβίνη, η οποία ήταν η πρώτη του σύζυγος ή κατ’ άλλους παλλακίδα του. Ήταν εκείνος που πολέμησε δίπλα του, μόλις 12 ετών, στη μάχη εναντίον του Λικίνιου. Το 324 ο Κωνσταντίνος τον είχε διορίσει επικεφαλής του στόλου του. Δεν υπάρχουν έγκυρες ιστορικές πηγές για τις λεπτομέρειες αυτής της δολοφονίας. Από τον Ζώσιμο (6ος αι.) και από τον Ιωάννη Ζωναρά (12ος αι.) μαθαίνουμε ότι τον Κρίσπο ζήλευε η μητριά του, η Φαύστα, η οποία –βλέποντας την αγάπη του Κωνσταντίνου προς αυτόν θα ήταν ο διάδοχος του θρόνου–, τον κατηγόρησε για μοιχεία, αφού προηγουμένως τον κάλεσε κοντά της και του εξομολογήθηκε τον έρωτά της γι’ αυτόν. Ο νεαρός ευγενής Κρίσπος, σοκαρισμένος, έφυγε από το παλάτι αρνούμενος την ερωτική της προσφορά. Τότε η Φαύστα τον κατηγόρησε στον Κωνσταντίνο, λέγοντάς του ότι ερωτοτροπούσε μαζί της και, όταν εκείνη τον έδιωξε, ο Κρίσπος τη βίασε. Ο Κωνσταντίνος διέταξε αμέσως την εκτέλεση του γιου του, το γκρέμισμα των αγαλμάτων με τη μορφή του, τη διαγραφή του ονόματός του από κάθε επίσημο έγγραφο.
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, Δ. Κούσουλας, αναφέρει σχετικά: «Οι δεσμοφύλακες του Κρίσπου δεν θα είχαν ενεργήσει ποτέ από μόνοι τους, χωρίς ένα ένταλμα θανατικής εκτελέσεως, που να φέρει την υπογραφή και τη σφραγίδα του αυτοκράτορα. Εάν δεν το υπέγραψε ο αυτοκράτορας, ποιος έβαλε την υπογραφή του; Ποιος θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιήσει την αυτοκρατορική σφραγίδα εκτός από τη Φαύστα ή κάποιον άλλον μετά από διαταγή της;»
Κατ’ άλλους, ο Κρίσπος και η Φαύστα συνωμότησαν εναντίον του Κωνσταντίνου για να πάρουν τον θρόνο, κάτι που όμως δεν ευσταθεί, καθώς και οι δύο ήταν ευνομούμενοι του αυτοκράτορα, με τιμές και διακρίσεις ο ένας στον στρατό, και με ανακήρυξη της άλλης ως Αυγούστα, μόλις ένα χρόνο πριν τη δική της εκτέλεση. Όπως επίσης δεν ευσταθεί και το ότι ο Κωνσταντίνος, βλέποντας την εξέλιξη του Κρίσπου, δεν ήθελε να τον διαδεχθεί ένας νόθος γιος, καθώς δεν είναι βέβαιο ότι δεν ήταν παντρεμένος με τη Μινερβίνη. Όπως και να έχει, η ουσία είναι ότι ο ίδιος έγινε παιδοκτόνος, και σκότωσε τον πρωτόγονο γιο του.
Αργότερα, του αποκαλύφθηκε από τη μητέρα του Ελένη το ψέμα της Φαύστας και δεν δίστασε να δώσει εντολή να εκτελεστεί και εκείνη, στο λουτρό της. Επιβλήθηκε και στη δική της περίπτωση η περίφημη Καταδίκη της μνήμης (Damnatio memoriae), όπως και με τον Κρίσπο – την επίσημη κύρωση που αποσκοπεί στο να ακυρώσει κάθε ίχνος του ατόμου από τη ζωή του, σαν να μην είχε υπάρξει ποτέ, προκειμένου να διατηρηθεί η τιμή της). Οι δύο θάνατοι επήλθαν με λίγους μήνες διαφορά. Αυτό δεν σημαίνει πως αποκατέστησε τη μνήμη του δολοφονημένου γιου του. Τουναντίον, αρνείτο να μιλήσει για εκείνον. Από τύψεις; Από τον φόβο ότι θα δείξει αδυναμία παραδεχόμενος το λάθος του; Δεν υπάρχουν βάσιμες ιστορικές πηγές για εκείνη τη θολή περίοδο.
Ο Κωνσταντίνος ήταν ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Ήταν ο αυτοκράτορας που δεν έχασε καμία μάχη, δεν ηττήθηκε ποτέ από κανέναν εχθρό του, είτε εσωτερικό είτε εξωτερικό. Κατάργησε τον σταυρικό θάνατο, εξάλειψε το σώμα των πραιτοριανών, προστάτεψε το οικογενειακό δίκαιο, καταδίκασε τη μοιχεία, κ.ά. Από την άλλη, ήταν πολύ σκληρός. Όσο και αν στήριξε τη χριστιανική θρησκεία, χωρίς ποτέ ο ίδιος να δηλώνει χριστιανός καθώς λάτρευε ως ύψιστο θεό τον Ήλιο, δηλαδή τον Απόλλωνα, αλλά και τη θεά Νίκη, έγιναν πολλά εγκλήματα κατά τη θητεία του εναντίον των εθνικών. Ανάμεσα σ’ εκείνους που μαρτύρησαν ήταν και ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Σώπατρος, ο οποίος αρχικά είχε την εύνοια του Κωνσταντίνου, καθώς μερίμνησε για την τελετή των εγκαινίων της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Ευνάπιο, οι χριστιανοί κατηγόρησαν τον Σώπατρο ότι έδεσε τους ανέμους με συνέπεια να μην πλεύσουν τα πλοία στην Κωνσταντινούπολη και έτσι να υπάρξει έλλειψη σίτου (από την Αίγυπτο) και λιμός. Αποτέλεσμα της κατηγορίας, μάλλον του έπαρχου της βασιλικής αυλής και φανατικού χριστιανού, Αβλάβιου, ήταν ο Κωνσταντίνος να διατάξει τον αποκεφαλισμό του Σώπατρου.
Μεταξύ 331 και 334 ο Κωνσταντίνος είχε κλείσει όλους τους
ειδωλολατρικούς ναούς της Αυτοκρατορίας.
Πολλοί ιστορικοί χριστιανοί χαρακτηρίζουν την περίοδο της
αυτοκρατορίας του ως «μία από τις σημαντικότερες βασιλείες» της
παγκόσμιας ιστορίας. Και σίγουρα ήταν, αφού άλλαξε τον ρου της
ιστορίας, όχι μόνο επειδή ίδρυσε τη Νέα Ρώμη εκεί που την ίδρυσε, αλλά
και επειδή εγκαθίδρυσε τον Χριστιανισμό, με αποτέλεσμα κατά τους
πρώτους ειδικά αιώνες η θρησκεία αυτή να επιβάλλεται με τη βία όπου
γης.
«Όταν ήλθαν οι ιεραπόστολοι, οι Αφρικανοί είχαν τη γη και οι ιεραπόστολοι κρατούσαν τη Βίβλο. Μας έμαθαν να προσευχόμαστε με τα μάτια κλειστά. Όταν τα ανοίξαμε, εκείνοι είχαν τη γη κι εμείς κρατούσαμε τη Βίβλο», αναφέρει ο Κενυάτης ηγέτης Γιόμο Κενυάτα (1893-1978).
Ο ίδιος ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος άφησε την τελευταία του πνοή στις 22 Μαΐου του 337 στη Νικομήδεια. Πριν ξεψυχήσει, ζήτησε να βαπτισθεί χριστιανός. Η σορός του, κατά τον Ζώσιμο, θα διακομισθεί στην «εν λάρνακι χρυσή» όπως και θα ενταφιασθεί στον ναό των Αγίων Αποστόλων, που κατά τον Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο (14ο αι.) παλαιότερα ήταν «βωμός των Ελλήνων, δωδεκάθεον όνομα». Κατά τον ιστορικό Ευτρόπιο, η Ρωμαϊκή Σύγκλητος θεοποίησε τον Κωνσταντίνο.
Μια διφορούμενη προσωπικότητα, που η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο.
Και πίσω κάποιοι ρομαντικοί να αναρωτιούνται: Γιατί στο όνομα του Χριστού να χυθεί τόσο αίμα, αφού «ει θεοί εισί κακοί, ουκ εισί θεοί», όπως αναφέρει ο αρχαίος τραγικός Ευριπίδης στην «Ιφιγένεια εν Ταύροις»…