Να ανοίγεις ένα νέο κεφάλαιο στο βιβλίο σου και να αρχίζεις μεμψίμοιρα, με ανάθεμα ή έστω καταγγελτικά, να συμφωνήσουμε ότι δεν είναι ότι καλύτερο ως προάγγελος του τι θα ακολουθήσει. Ωστόσο, αν δεν μπορείς να το αποφύγεις, επιβάλλεται να το κάνεις με ειλικρίνεια και θάρρος, με αντικειμενικότητα και ψυχραιμία. Ιδίως αν το αντικείμενο του σχολιασμού αφορά στο βασικότερο συστατικό ενός έθνους, μιας κοινωνίας και κατ’ επέκταση του ίδιου του ατόμου, αφορά δηλαδή στο κράτος και εν προκειμένω στο ελληνικό.
«Τι πταίει η γλαυξ, η θρυνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος» έγραφε πριν έναν και πλέον αιώνα ο Παπαδιαμάντης στην Ακρόπολη.
O κοσμοκαλόγερος τα έγραφε αυτά για τα οικεία κακά της χώρας στην εποχή του. Πολεμικές ήττες, χρεοκοπίες, διπλωματικές αποτυχίες, υποανάπτυκτη οικονομία, υδροκέφαλος δημόσιος μηχανισμός αλλά και κοινωνική ανισότητα, διαφθορά, εθνικός διχασμός, τα γνωστά, λίγο ως πολύ, προβλήματα του σύγχρονου ελληνικού κράτους, αυτά που μας ταλανίζουν και σήμερα με εξαίρεση, μέχρις ώρας, την πολεμική σύγκρουση με τη γείτονα και αυτό υπό την αίρεση των προθέσεων του Σουλτάνου.
Είτε θέλουμε να μετρήσουμε ως χρόνο μηδέν την απαρχή της Τρίτης ελληνικής δημοκρατίας, είτε θέλουμε να πάμε ακόμα πιο πίσω, η αλήθεια είναι ότι η χώρα δικαιούται να οδύρεται για τους κυβερνήτες της.
Γιατί και τα σημερινά ερείπια, ανάμεσα στα οποία σέρνονταν όλοι οι Έλληνες σχεδόν δώδεκα χρόνια, δεν έγιναν μόνα τους. Τα προκάλεσαν αυτοί που κυβέρνησαν τη χώρα επί δεκαετίες. Να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, για όλους όσοι και σήμερα απασχολούν με κάποιον τρόπο την πολιτική επικαιρότητα, που τους βλέπουμε και σήμερα με τα κοστούμια και τα ταγέρ τους να παρελαύνουν σε δημόσια θέα. Που τους θαυμάζουμε στους υπουργικούς θώκους, την ανταμοιβή τους από τον σημερινό πρωθυπουργό για την προηγούμενη ευδόκιμη θητεία τους σε μια άλλη κυβέρνηση, όχι απαραιτήτως του ίδιου κόμματος. Που τους παρακολουθούμε στα βουλευτικά έδρανα, χαλαρούς και υπερόπτες, να συνεχίζουν να διακονούν στο όνομα του ελληνικού λαού, περιμένοντας να καλέσουν την κλάση τους εκ νέου, ως «εφεδρείες του πολιτικού συστήματος». Ή που απλά αναμένουμε την επόμενη βαρύγδουπη «δημόσια παρέμβαση» τους με τη μορφή άρθρου ή απλά διαρροής, ανάλογα με το προφίλ της υστεροφημίας που θέλει να καλλιεργήσει ο κάθε «σοφός» για τον εαυτό του.
Αυτή η πατρίδα έχει κάθε δικαίωμα να εγκαλεί και να διαμαρτύρεται στους κυβερνήτες της. Γιατί στα χρόνια που είχαν στα χέρια τους το τιμόνι της χώρας δεν σεβάστηκαν τους συμπολίτες τους, δεν προσέφεραν αυτά που όφειλαν, δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες αποδεικνυόμενοι συνεπείς σε λόγους, ασυνεπείς σε έργα. Ο εκσυγχρονισμός, η αναδιοργάνωση, η ανασυγκρότηση παρέμειναν μόνο ωραία τσιτάτα σε προεκλογικά μπαλκόνια, καθώς δεν εφαρμόστηκαν ποτέ.
Οι κυβερνώντες απλά εναλλάσσονταν στην κλεισμένη και αποστειρωμένη τους γυάλα. Δεν στάθηκαν δίπλα σε αυτόν που με μια μικρή επιχείρηση πάλευε να δημιουργήσει εκτός των τειχών του Δημοσίου αλλά αντίθετα έβλεπε το κράτος να του βάζει εμπόδια στο ξεκίνημα, στη διάρκεια της λειτουργίας της και ακόμα χειρότερα, στο λουκέτο της, όταν μοιραία έφτανε εκείνη η ώρα.
Δεν στήριξαν αυτόν που μοχθούσε νυχθημερόν στη γη και δεν τον βοήθησαν να κάνει το επόμενο βήμα ώστε να εναρμονιστεί με τις σύγχρονες μορφές καλλιέργειας αλλά τον εκπαίδευσαν στις κοινοτικές επιδοτήσεις.
Όταν στα κράτη της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης, στη Γαλλία και το Βέλγιο, τα συνεταιριστικά γεωργικά σούπερ μάρκετς κερδίζουν συνεχώς έδαφος σε βάρος των μεγάλων αλυσίδων, εμείς εδώ κλαίμε ακόμα για τις χαμένες ευκαιρίες των δεκαετιών του 80 και του 90.
Δεν αφουγκράστηκαν την αγωνία του εργαζόμενου μπροστά στις τεκτονικές αλλαγές της αγοράς, αφήνοντας τον απροστάτευτο. Ανεργία, μαύρη εργασία και υποαπασχόληση, αλλά και γραφειοκρατία, υπέρογκοι φόροι και ασήκωτα ασφαλιστικά βάρη για τους πολλούς, όχι για όλους, Γιατί για κάποιους φρόντιζαν για… αντισταθμιστικά, σε περίπτωση που δεν ήταν φόρο-κλέφτες, μέσω δημόσιας ευεργεσία, κοινώς δουλειές με το Δημόσιο. Και κάπως έτσι, όταν συμβαίνει το αυτονόητο και περιορίζεται η γραφειοκρατική τελετουργία ή μειώνεται κατ’ ελάχιστο ένας κατά τα άλλα έκτακτος φόρος, διεξάγονται εορτασμοί και λιτανείες!
Φωτεινές εξαιρέσεις υπήρξαν και μάλιστα με αξιοσημείωτο έργο. Πρέπει, όμως, ο κανόνας να είναι στη σωστή κατεύθυνση και όχι οι μεμονωμένες περιπτώσεις. Μόνο έτσι θα ατενίσουμε με αισιοδοξία το μέλλον και θα ελπίζουμε βάσιμα ότι στη θέση των ερειπίων του Παπαδιαμάντη θα ανεγερθούν αρχιτεκτονικά θαύματα, καλαίσθητες οικίες, ανθισμένοι μπαξέδες και πλούσιοι αμπελώνες.