ΚΥΚΛΩΜΑ ΑΠΑΤΗΣ ΜΕ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ
Είναι πολλές οι πληροφορίες που θέλουν ανυποψίαστοι καταναλωτές να γίνονται θύματα επιτήδειων που ασχολούνται με τις αγοραπωλησίες αυτοκίνητων και εξαπατούν τους υποψήφιους πελάτες
Σας χαλάω τ’ όνειρο, αλλά το «όλοι μαζί την Κυριακή» γύρω από ένα τραπέζι, όπου η σπανακόπιτα με το φύλλο που άνοιξε η μανούλα και το roast beef, τις περισσότερες φορές, παίζουν τον ρόλο της φάκας για τα ποντίκια, έτσι ώστε να ενοχοποιήσουν όλοι όλους, για τη χαμένη ευτυχία τους.
Κλασικοί Έλληνες γονείς κτίζουν ένα δίπατο-μπάσταρδο με πανωσήκωμα για τα παιδιά, έτσι ώστε να μείνουν εκείνοι στο ημι-ισόγειο, η κόρη στον πρώτο (για να είναι πιο κοντά στη μάνα) και ο γιος στον τρίτο (με τη γυναίκα του φυσικά). Οι άνθρωποι που φτιάχνουν ένα «κεραμίδι για τα παιδιά τους» περνάνε τη ζωή τους χτίζοντας, βάφοντας, φυτεύοντας, βάζοντας σιδεριές, κλείνοντας ημι-υπαίθριους, φτιάχνοντας γκαράζ, τοποθετώντας τέντες, ρίχνοντας τοίχους, χτίζοντας πρεβάζια…, με την πεποίθηση ότι τα παιδιά τους θα είναι «αποκατεστημένα» μόνο αν στριμώξουν τις ανάγκες τους χωροταξικά, σε χώρο αποκλειστικά δικού τους ελέγχου. Γιατί; Μα γιατί ο μόνος λόγος που συνυπήρξαν ήταν «για τα παιδιά»… Αυτά τα παιδιά, λοιπόν, πρέπει να πληρώσουν το τίμημα για τη ζωή που δεν έζησαν εκείνοι.
Η μάνα που φροντίζει να θυμίζει με κάθε τρόπο και μέσο ότι έχει «θυσιαστεί» για να γεννήσει, να θηλάσει, να δουλέψει ή να μη δουλέψει, να μην πάει διακοπές, να μην αγοράσει ρούχα, να μην πάρει το αυτοκίνητο που ήθελε, να μην παίξει χαρτιά, να μην πίνει ουίσκια, να μη βγαίνει τις νύχτες, να μη χωρίσει τον πατέρα τους που ήταν (μονίμως) αχαΐρευτος, γιατί; Για να «φτιάξουν εκείνα τη ζωή τους», η οποία ζωή τους, για να υπάρξει, πρέπει να λαμβάνει έγκριση πιστοποίησης από εκείνη. Κατάρα...
Η οικογένεια του «δίπατου» με ημι-υπαίθριους και πανωσήκωμα εξελίσσεται μ’ έναν εντελώς παράδοξο τρόπο. Υπάρχει και μακροημερεύει για να ελέγχει καθώς, αν δεν ελέγχει, δεν ζει! Τα παιδιά καλούνται να εκπληρώσουν τους απραγματοποίητους πόθους εκείνων που τα έφεραν στη ζωή με… τη ζωή τους. Γιατί, όταν ζεις τη ζωή του μπαμπά σου και της μαμάς σου, πεθαίνεις.
Η μαμά του γιου και της κόρης κρατάει τα «κλειδιά της βασιλείας». Μπορεί να μπαίνει στα σπίτια των άλλων, χρησιμοποιώντας ως άλλοθι το: «Επειδή δεν έχετε χρόνο, βρήκα φρέσκο σπανάκι και σας έφερα. Να σας βάλω και ένα πλυντήριο για να μην το έχετε έννοια».
Σε λιγότερο από τρία δευτερόλεπτα, το έγκλημα έχει πραγματοποιηθεί. Η γλυκιά μητερούλα με τα μπικουτί στο κεφάλι και τις χνουδωτές παντούφλες μετατρέπεται σε τύραννο που εισβάλλει χωρίς προειδοποίηση, πεισματικά, στις ιδιωτικές στιγμές των άλλων. Γιατί; Γιατί νιώθει ιδιοκτήτρια ζωών.
Η ζωή σε οικογενειακή αιχμαλωσία τραμπαλίζει ανάμεσα σε ιλαροτραγωδία και δράμα. Εκείνοι που «προικίζουν» έχουν ελέω κοινωνίας το δικαίωμα στον έλεγχο. Αυτά τα απωθημένα ζωής για όλους συνήθως ξεμπουκώνουν μπροστά σ’ ένα πιάτο roast beef. Η πρώτη σπίθα ξεκινάει με το ότι ο γαμπρός έκλεισε το αυτοκίνητο του γιου στο πάρκινγκ. Η «μπάλα» πετιέται από τη μάνα στον πατέρα που δεν είχε προβλέψει 3η θέση πάρκινγκ, αν και εκείνη επέμενε. Εκείνος την «παράκουσε». Γιατί; Για το βίτσιο του. Ήθελε να φυτεύει στο παρτέρι πιπεριές, μελιτζάνες και ντομάτες. Αλλά έτσι ήταν πάντα, τον εαυτό του κοίταζε… Εκείνος ανταπαντάει ότι τα παιδιά, τα δικά του τουλάχιστον, βρήκαν και ένα σπίτι από εκείνον, ενώ ο ίδιος όταν την παντρεύτηκε το μόνο που πήρε από τα πεθερικά του ήταν ένα κάδρο με μια γυναίκα που κεντούσε και δυο κιλίμια. Η κουβέντα εκτροχιάζεται, με παρέμβαση του γαμπρού που κουνώντας το κεφάλι του σχολιάζει ότι «το καλύτερο» το έκανε ο δικός του ο πατέρας, που ούτε δάνεια πήρε, ούτε σπίτι απέκτησε και γλιτώνει τα Ένφια...
Στο σημείο εκείνο ξεσπάει η δική του γυναίκα, ρωτώντας τον αν εννοεί ότι οι γονείς της ήταν μαλάκες που δούλευαν για τα παιδιά… Ε, και από εκεί και κάτω… θα μιλήσουν τα «όπλα» (εντός και εκτός εισαγωγικών, καθώς φονικά πολλά έχουν γίνει κατά τη διάρκεια του οικογενειακού τραπεζιού με αφορμή κληρονομικές διαφορές).
Η πρωταγωνίστρια του δράματος που είναι η πεθερά-μητέρα προχωράει σε κρίση άσθματος, σωριάζεται στην μπερζέρα, ο άντρας της αρπάζει τσιγάρο και βγαίνει στο παράθυρο, η κόρη της ψάχνει το οινόπνευμα, η νύφη «αρπάει ανάποδα» και φεύγει… ο γιος ψάχνει το τηλέφωνο του γιατρού, η γάτα έχει ανέβει στο τραπέζι και καθαρίζει τα πιάτα.
Το κείμενο αφιερώνεται σε όσους δεν έχουν προικιστεί, δεν έχουν τη μαμά τους και τον μπαμπά τους στο ένα μέτρο απόσταση, δεν έχουν αργία το Σαββατοκύριακο, δεν τους αρέσει το roast beef και η σπανακόπιτα.