Χθες, πρώτη Κυριακή του Απριλίου, είχαμε στούντιο να ηχογραφήσουμε ένα τραγούδι. Διπλές μάσκες, απολυμαντικά, έγγραφες «άδειες» να βεβαιώνουν πως πηγαίναμε για δουλειά από τον ιδιοκτήτη του στούντιο, αποστάσεις – και τα λοιπά. Είναι πολύ δύσκολο να θες να αγκαλιάσεις τους συνεργάτες σου, να πεις ένα αστείο στο αυτί του άλλου, να του δώσεις μια κεφαλιά για πλάκα γελώντας, ενώ κάτι όμορφο «φτιάχνεται» – και να ανασαίνεις με δυσκολία μέσα από τη μάσκα στον κλειστό χώρο του στούντιο. Δεν πειράζει όμως. Το τραγούδι προχώρησε, γράφτηκαν οι φωνές, πάει για το τελικό στάδιο. Αυτό έχει σημασία. Κόντρα σε όλα συνεχίζουμε. Και έτσι θα το πάμε μέχρι το τέλος.
Κόντρα σε όλα. Μετά το στούντιο, εδώ στο σπίτι, άκουσα το podcast του Άρη Δημοκίδη με τίτλο «Αντέχετε; Η κόντρα Χατζιδάκι-Αυριανής», στο οποίο συμμετέχω και εγώ. Έζησα εκείνη τη φάση από πολύ κοντά και την πλήρωσα, εξαναγκαζόμενος να αποχωρήσω και από τον ANTENNA του Μίνωα Κυριακού και από τον «Ταχυδρόμο» την εποχή που τον διηύθυνε η αγαπητή μου Ρούλα Μητροπούλου. Το εξαιρετικό podcast του Δημοκίδη περιγράφει μέσα σε μια ώρα μιαν ολόκληρη εποχή οξύτατης αντιπαράθεσης που οδηγήθηκε μέχρι τα όρια ενός ιδιότυπου «μετα-εμφυλίου» στον οποίο μπλέξαμε όλοι όσοι νιώσαμε συνυπεύθυνοι για το κοινό μας μέλλον. Όχι από διάθεση καβγά βέβαια. Αλλά μέσα από μία αποφασιστικότητα, κόντρα σε όλα, να δούμε την «Αυριανή» να σβήνει και να αυτοεξευτελίζεται, ακυρώνοντας τον κίνδυνο της ομαδικής μας διολίσθησης σε μια βαρβαρότητα που δεν την αξίζαμε. Έτσι κι έγινε.
Μετά από έναν χρόνο lockdown και κορωνοϊού (ο οποίος μπορεί να είναι και ευλογία, όπως είπε απ’ την αρχή ο Στέλιος Ράμφος), όσοι από μας το νιώσαμε σαν ανάγκη, κάναμε, στο μέτρο του δυνατού, κόντρα σε όλα, μια βουτιά προς τα μέσα. Ακούσαμε, διαβάσαμε, σκεφτήκαμε, ξαγρυπνήσαμε, μείναμε μόνοι, ανησυχήσαμε, βαρεθήκαμε, κουραστήκαμε από την απραξία. Παρατηρήσαμε παράλληλα τα πράγματα και τους ανθρώπους, τις δουλειές, τις συνήθειες, μέχρι και τα συναισθήματά μας να αλλάζουν. Όσοι από μας άμεσα ή έμμεσα εργαζόμαστε στην περιοχή της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας, είχαμε την ευκαιρία να βγούμε από την comfort-zone, που μας προστάτευε ύπουλα, και να αναρωτηθούμε πώς θα προχωρήσουμε – και ΑΝ θέλουμε πραγματικά να προχωρήσουμε. Αν θέλουμε να εργαστούμε για την ομορφιά και την αρμονία, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη δικαιοσύνη και την αγάπη, ή αν μας αρκεί να δίνουμε τόνους τροφής στο αχόρταγο ΕΓΩ μας, μέχρι να σκάσει σαν μπαλόνι από την υπερτροφία και τη μεγαλοσύνη του.
Σαν διάολος η μικροπολιτική πήγε να μας αρπάξει από τη μούρη, ακόμα και μέσα στην πανδημία. Γίνανε πολλές απόπειρες – στέφθηκαν όμως σχεδόν όλες από σχετική ή και απόλυτη αποτυχία. Δεν μπορέσαμε να γίνουμε «εχθροί» (και ας το προσπαθούν ακόμα κάποιοι). Διακρίνουμε σιγά-σιγά ότι το μέλλον είναι κοινό και η κληρονομιά μας εξ αδιαιρέτου. Τα κόμματα δεν μπορούν πια να μας φανατίσουν και οι αρχηγοί τους μοιάζουν πια με περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένους CEO, παρά με εκείνους τους «μπαλκονάτους» λαϊκούς ήρωες της ΕΡΕ και της Ενώσεως Κέντρου, της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ. Ο Μητσοτάκης, μέχρι τον λαιμό βουτηγμένος στα χίλια προβλήματα, βρήκε τον καιρό κόντρα σε όλα να πάει και στα αδέσποτα, να αγκαλιάσει ένα από αυτά χωρίς να νιώθει υποκριτής και να πει τη φράση «οι φίλοι δεν αγοράζονται». Κάποιοι θα βρεθούν να κοροϊδέψουν ή να ειρωνευτούν, δεν μας νοιάζει όμως, κακό του κεφαλιού τους κάνουνε. Για εμάς, τους πολλούς, έχει σημασία να βρίσκεις καιρό για τα αδέσποτα όταν έχεις να διαχειριστείς χιλιάδες mega-προβλήματα κάθε μέρα, 18 ώρες το 24ωρο.
Πριν λίγο μπήκα με τους κωδικούς μου και το ΑΜΚΑ μου στην άυλη συνταγογράφηση και έκλεισα ραντεβού για να εμβολιαστώ. Σκεφτόμουν πόσες ώρες, πόσες ουρές, πόσες μέρες ίσως θα μου χρειαζόντουσαν για να κάνω την ίδια δουλειά δυο χρόνια πριν. Και αυτή η σκέψη έφερε στο μυαλό μου τον κ. Πιερακάκη, και είπα από μέσα μου «μπράβο», ανέλαβε κάτι και το φέρνει σε πέρας – κόντρα σε όλα. Αυτό έχει σημασία. Αυτό μετράει. Οι εμπάθειες και οι εμμονές δεν μας οδηγούν σε λύσεις. Απλά δίνουν ελπίδες στους άχρηστους της δημόσιας διοίκησης πως θα συνεχίσουν να ζουν σε βάρος όσων αποδεικνύονται χρήσιμοι. Φρούδες αυτές οι ελπίδες.
Μυρίζομαι στον αέρα, μαζί με την ευωδιά της άνοιξης, κάτι ανανεωμένο και ήσυχα ανατρεπτικό – κόντρα σε όλα. «Μάνα μου, όλα περνούνε και όλα γίνονται ξανά, μόνο ετούτη η θητεία δεν σταματάει πουθενά». Προχωράμε. Μέχρι και ο Πολλάκης βρίσκει επιτέλους αντίσταση μέσα στο ίδιο του το κόμμα. Προς τιμήν τους (και δική μας) ο κ. Φίλης, ο κ. Κούλογλου, ο κ. Μπίστης (και άλλοι περιμένουν στη σειρά, όπως μαθαίνω) διαχωρίζουν τη θέση τους από τον φανατισμό και το μίσος προς τον «αντίπαλο». Τα στελέχη και οι βουλευτές των κομμάτων, γίνονται σιγά-σιγά αυθύπαρκτες προσωπικότητες, και όχι his master’s voice κομματόσκυλα – κόντρα σε όλα.