«Ο κόσμος είναι η Ελλάδα που διαστέλλεται», είχε γράψει εμπνευσμένος από τον Αγώνα των Ελλήνων για λευτεριά ο Βίκτωρ Ουγκό. Και δεν σας κρύβω πως, βλέποντας την τιμή που επεφύλαξαν δεκάδες χώρες του κόσμου στην Πατρίδα μας με αφορμή τη 200ή επέτειο από την έναρξη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, το θυμήθηκα. Από το άγαλμα του Σωτήρα Χριστού στο Ρίο της Βραζιλίας, την Grand Place των Βρυξελλών και τη διάσημη όπερα του Σίδνεϋ, έως τον Λευκό Οίκο και τη Μόσχα, δεκάδες κράτη και πόλεις συμμετείχαν στην ελληνική γιορτή φωταγωγώντας διάσημα κτίριά τους.
Ήταν από τα πιο συγκινητικά πράγματα που έχουμε βιώσει. Όχι μόνο γιατί σε φουσκώνει από υπερηφάνεια να βλέπεις τα ελληνικά χρώματα στα πέρατα του κόσμου, αλλά κυρίως γιατί ένιωσα μέσα από τα μηνύματα των ξένων ηγετών πως τα φιλελεύθερα ιδανικά του ’21 συνεχίζουν να αποτελούν ένα αόρατο νήμα που μας ενώνει με τους λαούς του κόσμου.
Έχοντας το βλέμμα στο μέλλον, έχει σημασία να συνειδητοποιήσουμε πως μια μικρή σε μέγεθος χώρα στην άκρη της Βαλκανικής συνεχίζει να εμπνέει τον κόσμο, εκφράζοντας ένα πολιτισμό χιλιάδων χρόνων. Ήταν τυχαίο, αλλά η επέτειος από την έναρξη της Επανάστασης συνέπεσε με τη συμπλήρωση 40 χρόνων από την επίσημη είσοδό μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα μπορούσε δε κανείς να ισχυριστεί πως, μετά το ’21 και το «ΟΧΙ» του 1940, η ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια αποτέλεσε τη σημαντικότερη απόφαση των Ελλήνων στα διακόσια χρόνια ελευθερίας τους.
Μπροστά σ’ αυτή την κληρονομιά, η πορεία προς τον τρίτο αιώνα ελληνικού κράτους αποτελεί μια τεράστια πρόκληση. Έχοντας το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, επαφίεται σε εμάς πλέον να θέσουμε, σήμερα, τις στέρεες βάσεις για όλα όσα θέλουμε να πετύχουμε σαν χώρα και σαν κοινωνία. Η Ελλάδας της καινοτομίας, της επιχειρηματικότητας και της παραγωγής δεν είναι μια ευχή πλέον, αλλά μια ευκαιρία που έχουμε μπροστά μας, ιδιαίτερα μέσα από την ώθηση που μπορεί να δώσουν εργαλεία όπως το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πρόκειται για ένα «στοίχημα» πέντε ετών για την απορρόφηση 32 δισ. ευρώ, που μαζί με τα ιδιωτικά κεφάλαια μπορούν να φτάσουν τα 45 δισ. ευρώ, απογειώνοντας το ΑΕΠ της χώρας, δημιουργώντας 200.000 νέες θέσεις εργασίας σε πυλώνες όπως η πράσινη ανάπτυξη, η υγεία, ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός, η αγροτική πολιτική και η κατάρτιση του κόσμου της εργασίας.
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, έχουμε μπροστά μας μια ευκαιρία για ένα εθνικό άλμα. Μια φυγή προς τα εμπρός, που θα καλύψει σε μεγάλο βαθμό το χάσμα με την προηγμένη Ευρώπη σε κρίσιμους παραγωγικούς τομείς και θα βάλει στη χώρα κρίσιμα ψηφιακά θεμέλια. Εάν καταφέρουμε να πετύχουμε, θα μιλάμε για μια άλλη Ελλάδα, με ισχυρότερη θέση στην παγκόσμια σκακιέρα, που θα μπορεί να εμπνέει, όχι μόνο μέσα από την Ιστορία της, αλλά και μέσα από την πρόοδό της. Κι αυτή την ευκαιρία δεν θα την αφήσουμε να πάει χαμένη.