Jim Morisson: ο κυριότερος εκπρόσωπος του «Club 27», ο «Διόνυσος της ροκ μουσικής», ο «Σκοτεινός πρίγκιπας», όπως τον αποκαλούσαν οι θαυμαστές του. Δεν υπήρξε και ούτε θα υπάρξει καλλιτέχνης που φιλοξενήθηκε τόσο λίγο στο διαγαλαξιακό του σύμπαν και πρόσφερε τόσα πολλά…
Ανήκει στο περιβόητο «Club 27» μαζί με τους Robert Johnson (ο πρώτος μουσικός του Claub 27), Brian Jones (συνιδρυτής των Rolling Stones), Jimi Hendrix (πρωτοπόρος κιθαρίστας και τραγουδιστής), Janis Joplin (τραγουδίστρια και τραγουδοποιός), Kurt Cobain (ιδρυτής και βασικός τραγουδιστής του συγκροτήματος Nirvana), Amy Winehouse (τραγουδίστρια και τραγουδοποιός).
Ποιο το κοινό στοιχείο των προαναφερόμενων καλλιτεχνών; Πέθαναν όλοι στην ηλικία των 27 ετών!!! Άνθρωποι νέοι, ταλαντούχοι καλλιτέχνες, με εκατομμύρια θαυμαστών σε όλο τον κόσμο… Κι έφυγαν τόσο μα τόσο νωρίς…
Γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1943 στην πόλη Melbourne της Φλόριντα των ΗΠΑ, πρωτότοκος γιος του στρατιωτικού George Stephen Morrison και της Clara Clarke Morrison. Ήταν μόλις 4 χρόνων, όταν ένα τραγικό συμβάν κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού της οικογένειας τον στιγμάτισε για πάντα:
«Είναι η πρώτη φορά που ανακάλυψα τον θάνατο... εγώ, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς μου και η γιαγιά μου διασχίζαμε την έρημο την αυγή. Ένα φορτηγό γεμάτο Ινδιάνους είχε μάλλον χτυπήσει ένα άλλο αυτοκίνητο ή κάτι τέτοιο, υπήρχαν Ινδιάνοι σκορπισμένοι παντού στην εθνική οδό, αιμορραγώντας μέχρι θανάτου. Ήμουν μικρός τότε, οπότε έπρεπε να μείνω στο αυτοκίνητο όσο ο πατέρας μου και ο παππούς μου βγήκαν να δουν τι γινόταν. Δεν μπορούσα να δω τίποτα. Το μόνο που είδα ήταν παράξενη κόκκινη μπογιά και ανθρώπους πεσμένους ολόγυρα, αλλά ήξερα πως κάτι συνέβαινε, γιατί μπορούσα να νιώσω τις δονήσεις των ανθρώπων γύρω μου, και έτσι ξαφνικά συνειδητοποίησα πως ούτε εκείνοι μπορούσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα πραγματικό φόβο... και πιστεύω πως εκείνη τη στιγμή οι ψυχές εκείνων των νεκρών ινδιάνων –ίσως μια ή δύο απ’ αυτές– έτρεχαν έξαλλες εδώ και ’κεί, και μπήκαν στην ψυχή μου, και εγώ ήμουν σαν σφουγγάρι, έτοιμος να κάτσω εκεί και να τις απορροφήσω».
Ήταν η πρώτη του επαφή με τον θάνατο, και την περιγράφει όπως την έζησε στο τραγούδι του «Peace Frog»: «Ινδιάνοι σκορπισμένοι στον αυτοκινητόδρομο της αυγής αιμορραγούν / Φαντάσματα βρίθουν το εύθραυστο σαν τσόφλι μυαλό του μικρού παιδιού».
Είτε αληθεύει το γεγονός, είτε ήταν αποκύημα της παιδικής του φαντασίας, σίγουρα στοίχειωσε την παιδική του ψυχή, μνημονεύοντάς το σε συνεντεύξεις του και τραγούδια του πολύ συχνά.
Το 1964 σπουδάζει στο Λος Άντζελες Καλές Τέχνες. Κατά την διάρκεια των σπουδών του δημιούργησε δύο ταινίες, ενώ έγινε φίλος με πολλούς συγγραφείς της αντιδραστικής εφημερίδας «Los Angeles Free Press», με την οποία παρέμεινε συνεργάτης έως το τέλος της ζωής του.
Οι κύριοι μας κατευνάζουν με εικόνες. Μας δίνουν
βιβλία, συναυλίες, γκαλερί, σώου, σινεμά.
Ιδιαίτερα σινεμά. Με την τέχνη
θολώνουν τα νερά και μας κάνουν να μη βλέπουμε τη σκλαβιά μας.
Η τέχνη στολίζει τους τοίχους της φυλακής μας,
μας κρατάει αμίλητους, απασχολημένους, αδιάφορους.
Ωστόσο, ο ατίθασος αλλά και δημιουργικός χαρακτήρας του, αλλά και η δίψα του για γνώση, είχαν ήδη διαφανεί από την εφηβεία του. Οι «καταραμένοι» ποιητές του 18ου και 19ου αιώνα τον είχαν συνεπάρει, και ιδιαίτερα ο Βρετανός ποιητής William Blake, καθώς και οι Γάλλοι ποιητές Charles Pierre Baudelaire και Arthur Rimbaud. Επίσης μεγάλη επίδραση άσκησε πάνω του ο Friedrich Wilhelm Nietzsche, σε σημείο μάλιστα ο πατέρας του να κατηγορήσει τον μηδενισμό του Γερμανού φιλόσοφου ως υπαίτιο για τον θάνατο του γιου του.
Όταν ήρθε η στιγμή της ίδρυσης του συγκροτήματός του επέλεξε το όνομα «The Doors», εμπνευσμένος από το βιβλίο του Aldous Huxley «The Doors of Perception», ο οποίος με την σειρά του έκανε αναφορά στο ποίημα του Άγγλου William Blake «The Marriage of Heaven and Hell», και συγκεκριμένα στους στίχους: «If the doors of perception were cleansed / everything would appear to man as it is, infinite».
Ο ίδιος και ο συμμαθητής του Ray Manzarek ήταν τα δυο πρώτα μέλη των The Doors. Σύντομα μπήκαν στο συγκρότημα ο ντράμερ John Densmore και ο κιθαρίστας Robby Krieger, με τον ίδιο ως κύριο στιχουργό των τραγουδιών τους.
Και αρχίζει έτσι μια δυνατή και επιτυχημένη πορεία, που έλαμψε σαν ήλιος στο σύντομο διαγαλαξιακό ταξίδι του ευαίσθητου και ανυπάκουου ποιητή…
Όσο ζούσε ο Jim Morrison, οι Doors κυκλοφόρησαν έξι άλμπουμ, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία με χρυσούς και πλατινένιους δίσκους:
«The Doors» (1967)
«Strange Days» (1967)
«Waiting for the Sun» (1968)
«The Soft Parade» (1969)
«Morrison Hotel» (1970)
«L.A. Woman» (1971)
Μετά τον θάνατο του Jim Morrison τα υπόλοιπα 3 μέλη του συγκροτήματος συνέχισαν την δισκογραφία με 3 ακόμη άλμπουμ:
«Other Voices» (1971)
«Full Circle» (1972)
«An American Prayer» (1978)
Παράλληλα, όσο ζούσε κατάφερε να εκδώσει μόνο δύο ποιητικές συλλογές του: το 1969, με τίτλο «The Lords» και «The New Creatures». Και τα δυο έργα ήταν αφιερωμένα στην Pamela Courson.
Και ξαφνικά, μετά τον θάνατό του, τον ανακάλυψαν οι μεγαλύτεροι εκδοτικοί οίκοι παγκοσμίως.
Χρειάζεται μεγάλο έγκλημα για να γυρίσεις τα βράχια στη σκιά και να ξεσκεπάσεις από κάτω παράξενα σκουλήκια. Οι ζωές των ανικανοποίητων τρελών μάς φανερώνονται».
Το πρώιμο τέλος
Δεν τον χωρούσε ο τόπος του. Αυτός, τόσο θλιμμένος, τόσο θυμωμένος, τόσο προκλητικός και αντεξουσιαστής, πώς ν’ αντέξει κι άλλους συμβιβασμούς… Ήταν κι εκείνα τα καταραμένα ναρκωτικά που θόλωναν τον ήδη θολωμένο νου… Και οι έξι συλλήψεις! Να φύγει… να φύγει. Και να πάει πού; Πού υπάρχουν άνθρωποι με εμπλουτισμένο πνεύμα, σαν το δικό του; Και πάνω εκεί ανακαλύπτει την Πόλη του Φωτός, την πόλη που διάβαιναν οι αγαπημένοι του «καταραμένοι» ποιητές. Παρίσι, 1971. Ο Μάης του ’68 είχε τελειώσει. Η επανάσταση δεν πέτυχε. Όμως ο αγώνας δόθηκε. Ίσως έπρεπε να επαναληφθεί. Είχε την μουσική του, είχε τα ποιήματά του, είχε την κοπέλα του. Γιατί όχι;
Και ο Jim Morrison μετακομίζει στο Παρίσι, στο σπίτι της συντρόφου του Pamela Courson. Όμως, παρ’ όλη την μαγεία που του ασκούσε η γαλλική πρωτεύουσα, δεν κατάφερε να αντισταθεί στα πάθη του. Κι έτσι, στις 3 Ιουλίου, βρέθηκε νεκρός στην μπανιέρα του από την Courson. Λόγω του ότι στο σώμα του δεν βρέθηκαν τραυματισμοί που να υποδεικνύουν είτε αυτοκτονία είτε εγκληματική ενέργεια, δεν πραγματοποιήθηκε αυτοψία από τον ιατροδικαστή, ο οποίος αποφάνθηκε πως επρόκειτο για καρδιακή προσβολή με αιτία την χρόνια εξάρτησή του από τα ναρκωτικά σε συνδυασμό με το άσθμα του. Ωστόσο, το ότι οι φανατικοί θαυμαστές του αλλά και οι συνεργάτες του δεν είδαν το νεκρό σώμα του και η απουσία αυτοψίας έδωσαν λαβές για πολλές εικασίες σχετικά με την αιτία θανάτου – εάν υπήρξε θάνατος... Συν το γεγονός ότι ο θάνατός του ανακοινώθηκε τρεις ημέρες μετά από τα ΜΜΕ. Συν το ότι αυτοαποκαλείτο «The Lizard King», δηλαδή «Ο Βασιλιάς των Σαύρων», ενώ έχει γράψει και ένα ποίημα με τίτλο «Celebration of the Lizard King». Και ο μύθος του καλπάζει ακόμη και σήμερα, 46 χρόνια μετά την εξαφάνισή του από τις γήινες συναθροίσεις.
Η σορός του Jim Morrison ενταφιάστηκε με συνοπτικές διαδικασίες και με σφραγισμένο το φέρετρό του στο νεκροταφείο «Pere Lachaise» στο Παρίσι.
Στον τάφο του υπάρχει η ελληνική επιγραφή «ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ», δηλαδή σε απλή μετάφραση: «Έπραξε σύμφωνα με την συνείδησή του»...
Ο θαυμασμός του για τον Μ. Αλέξανδρο
Ανάμεσα στα βιβλία που κυριολεκτικά ρουφούσε ήταν οι «Παράλληλοι Βίοι» του Πλούταρχου. Και από τους αγαπημένους του ήρωες ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος. Και δεν τον θαύμαζε τυχαία, καθώς είχε εντυπωσιαστεί από το γεγονός ότι, ενώ πέθανε τόσο νωρίς, έζησε πολύ έντονα και πραγματοποίησε τα μεγάλα του όνειρα – ήθελε να κατακτήσει τον κόσμο και τον κατέκτησε. Και μάλιστα λέγεται πως η κλίση του κεφαλιού του προς τα αριστερά οφείλεται ακριβώς στην μίμηση της κλίσης του κεφαλιού του Μεγάλου Αλεξάνδρου προς τ’ αριστερά, όπως απεικονίζεται στα αρχαία αγάλματα.
Επίσης, θαύμαζε πολύ τον «Οιδίποδα», ενώ αργότερα κατά την διάρκεια των σπουδών του μελέτησε τον «Οδυσσέα» («Ulysses») του James Joyce.
Ο μυστικισμός ήταν επίσης ένα πεδίο που μαγνήτιζε τον Jim Morrison από την εφηβεία του και τον επηρέασε στην υπόλοιπη μικρή ζωή του, τόσο ώστε παρ’ όλη την επιτυχία του με τους Doors προτιμούσε να τον αποκαλούν «ποιητή».
Pamela Courson: η διαχρονική μούσα του…
O Jim Morrison γνώρισε την γυναίκα της ζωής του στο πρόσωπο της Pamela Courson, κατά την διάρκεια των σπουδών του στο Λος Άντζελες. Ήταν η μούσα του, κι εκείνη που τον ενθάρρυνε στην καριέρα του. Ήταν επίσης εκείνη που τον είδε για τελευταία φορά ζωντανό, και η μόνη –εκτός από τον ιατροδικαστή– που τον είδε νεκρό στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, εκείνη την μοιραία νύχτα της 3ης Ιουλίου του 1971. Και… το τραγικότερο, η Pamela Courson πέθανε τρία χρόνια μετά τον αγαπημένο της Jim από ηρωίνη, κλείνοντας και εκείνη τα 27 της χρόνια. Πολλοί υποθέτουν ότι για τον δικό της θάνατο ευθύνονταν οι τύψεις της για την ηρωίνη που του είχε χορηγήσει εκείνο το μοιραίο βράδυ, που σε συνδυασμό με το αλκοόλ που είχε καταναλώσει σταμάτησε την καρδιά του.
Ο Jim Morrison την είχε ως κληρονόμο του στην διαθήκη του, και όταν οι γονείς του θέλησαν να «σπάσουν» την διαθήκη του δεν τα κατάφεραν.
Επαναστατικός χαρακτήρας και η ίδια, ταίριαζε με τον Jim Morrison και η σχέση τους ήταν διαχρονική, παρ’ όλους τους συχνούς καβγάδες τους.
Όταν πέθανε, οι γονείς της ζήτησαν να ταφεί στο Παρίσι δίπλα στον αγαπημένο της, σύμφωνα με την επιθυμία της, αλλά τα γραφειοκρατικά προβλήματα πολλά και δεν κατέστη δυνατόν, με αποτέλεσμα να αποτεφρωθεί η σορός της στην Καλιφόρνια.
«Τίποτα. Έξω ο αέρας
μού καίει τα μάτια.
Θα τα βγάλω
για να γλιτώσω
από το κάψιμο».
«Ο Τζιμ Μόρισον δεν είναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος μουσικός που ασχολήθηκε με την ποίηση. Να όμως που αυτή η ποίηση (αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις) δεν είναι ούτε το προανάκρουσμα ούτε το συμπλήρωμα της μουσικής του. Προέρχεται από έναν άλλο χώρο όπου το αυτί δεν έχει ανακαλύψει ακόμα τον θάνατο και τη μελωδία στο ψιθύρισμα των Σειρήνων, και όπου το κυρίαρχο όργανο είναι το μάτι... Είναι η εποχή που ο Μόρισον σπούδαζε γοητευμένος την τέχνη και την τεχνική του κινηματογράφου, και πίστευε, όπως όφειλε να πιστεύει, ότι το μυστικό αυτού του κόσμου κρύβεται στα παιχνίδια της όρασης, στην ψυχολογία του ηδονοβλεψία και του υποταγμένου θεατή, στη μοιραία και λυπηρή φιλοσοφία εκείνου που τυφλώνεται να γνωρίσει την αλήθεια, όπως ο Οιδίποδας…», αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου με τίτλο «Τζιμ Μόρισον - Σημειώσεις για την Όραση», από τις εκδόσεις Ερατώ, σε μετάφραση Αντώνη Εμμανουήλ & Τασίας Χαζή.