Συζητήσαμε μόλις την προηγούμενη εβδομάδα ένα νομοσχέδιο της κυβέρνησης, που κατά το εν τρίτο περιείχε ρυθμίσεις, για ένα ζήτημα που «καίει» δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, με τους οποίους ζούμε μαζί, εδώ και δεκαετίες στην χώρα μας. Ανθρώπους που συγκεκριμένοι πολιτικοί χώροι αρέσκονται να αντιμετωπίζουν ως άτομα «β’ διαλογής», λόγω του ότι έλκουν την καταγωγή τους από άλλη χώρα, κι ας έχουν προσφέρει τα μέγιστα στην οικονομία της Ελλάδας.
Κι αναφέρομαι προφανώς στους μετανάστες πρώτης, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και δεύτερης γενιάς, οι οποίοι μια δεκαετία τώρα παλεύουν για το αυτονόητο: να αποκτήσουν Ιθαγένεια και απολύτως νόμιμα πλέον, να μπορέσουν να ζήσουν ισότιμα πλάι μας, με τα ίδια δικαιώματα, αλλά και τις ίδιες υποχρεώσεις. Γιατί προς το παρόν είναι υπόχρεοι μόνο των τελευταίων...
Η κυβέρνηση της ΝΔ, εξαρχής, δεν ξεκίνησε με θετικούς οιωνούς την ανακίνηση αυτού του τόσο σοβαρού ζητήματος. Κι αυτό γιατί στις ρυθμίσεις για την Ιθαγένεια, τελικά, εμφιλοχώρησαν πλείστες άλλες διατάξεις (αυτοδιοικητικές, δημόσιας διοίκησης, ακόμη και υγείας και εθνικής άμυνας!) με αποτέλεσμα το Σώμα να κληθεί να συζητήσει ένα τόσο σοβαρό θέμα, με έναν πολύ υποβαθμισμένο τρόπο, λόγω πολυδιάσπασης του αντικειμένου μελέτης και συζήτησης.
Κι ας συνομολογούν, όλοι όσοι ασχολούνται σοβαρά με την Ιθαγένεια κι αναγνωρίζουν την ανάγκη ενός νέου, επικαιροποιημένου Κώδικα, πως το τελικό κείμενο νόμου θα έπρεπε να αποτελεί προϊόν ευρείας κι εκτεταμένης διαβούλευσης, καθώς και εξαντλητικού διαλόγου.
Για να κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα η κυβερνητική πλευρά, δυστυχώς επέλεξε την τακτική της συσκότισης, με ξεκάθαρη ευθύνη του Υπουργείου Εσωτερικών. Συγκεκριμένα, δεν παρείχε επαρκή στοιχεία στην ιστοσελίδα του Υπουργείου για τους βουλευτές που συμμετείχαν στη συζήτηση, κάτι που τουλάχιστον ακόμη και η - μόνο στα λόγια - «αλληλέγγυα» προς τους αιτούντες Ιθαγένειας μετανάστες κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ παρείχε.
Μάλιστα η «ενοχλητικά» βολική αποσιώπηση των στοιχείων από πλευράς της κυβέρνησης είχε ακόμη ένα μελανό σημείο, από την στιγμή που το Υπουργείο Εσωτερικών αρνήθηκε να μου παρέχει στοιχεία και σε σχετική, γραπτή ερώτηση που προσωπικά κατέθεσα λίγους μήνες νωρίτερα, με την αντικοινοβουλευτική και «ετσιθελική» δικαιολογία ότι στην επίσημη ιστοσελίδα δημοσιεύονται, μόνο τα στοιχεία που προβλέπονται εκ του νόμου (!). Συνεπώς, τόσο νομοθετικά, όσο και σε επίπεδο κοινοβουλευτικού ελέγχου η διαδικασία συζήτησης του νομοσχεδίου έμελλε εξαρχής να είναι υπονομευμένη…
Ακόμη κι έτσι όμως, η κυβέρνηση της ΝΔ φάνηκε ανίκανη να φέρει στο δημόσιο, όσο και στο διάλογο εντός της Βουλής, κάτι ολοκληρωτικά καινούργιο. Αντίθετα, έφερε προς ψήφιση, λίγο – πολύ, διατάξεις του νόμου 4604/2019 του ΣΥΡΙΖΑ - ενός νόμου που ψηφίστηκε αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε - απλώς, διαφορετικά οργανωμένες.
Αμφότερες, οι διατάξεις όμως ήταν πολύ δραστικότερες του πνεύματος του αντίστοιχου νόμου του ΠΑΣΟΚ (ν. 3838/2010), ο οποίος αποτέλεσε την επιτομή του κράτος δικαίου στις διαδικασίες για την απονομή Ιθαγένειας.
Και όλες οι αλλαγές στη διαδικασία πολιτογράφησης, τόσο «ροζ», όσο και «γαλάζιας» έμπνευσης συντελέστηκαν δήθεν, για να καταστεί το σύστημα, όσο πιο αντικειμενικό γίνεται. Έτσι, αντικαταστάθηκε η συνέντευξη της πολιτογράφησης, με ένα μικτό σύστημα που εφεξής θα περιλαμβάνει και γραπτές εξετάσεις. Μάλιστα, η κυβέρνηση επικαλέστηκε και τα παραδείγματα της Γερμανίας και της Γαλλίας, οι οποίες απονέμουν Ιθαγένεια με βάση αντίστοιχα μοντέλα, βολικά ξεχνώντας το σημαντικότερο: πως αυτές οι δύο χώρες παρέχουν υποχρεωτικά μαθήματα ένταξης σε πολίτες άλλων χωρών με μικρό ή καθόλου κόστος.
Η κυβέρνηση ξέχασε επίσης να αναφέρει πως συγκεκριμένα στη Γερμανία από το 2015 έως το 2019 πέρασαν από μαθήματα 600 ωρών ένα εκατομμύριο άνθρωποι (!) και πως στην Ελλάδα δεν υπάρχουν ούτε μαθήματα, ούτε καμία πρόβλεψη οργάνωσής τους στο άμεσο μέλλον…
Η πλευρά μας, η πλευρά του Κινήματος Αλλαγής ήταν ξεκάθαρη ως προς την θέση της. Ένα τόσο σοβαρό ζήτημα που αφορά τέτοιο αριθμό παλιών και νέων μεταναστών, αλλά και προσφύγων και της πολιτογράφησής τους μέσω γραπτών εξετάσεων, θα μπορούσε να συζητηθεί, μόνο αν υπήρχε κυβερνητική βούληση δημιουργίας υποχρεωτικών προγραμμάτων ένταξης με συγκεκριμένους μαθησιακούς στόχους. Ειδάλλως, είναι αστείο – αν όχι αγυρτεία - να χρεώνουμε σε μετανάστες που ζουν και εργάζονται μόνιμα στη χώρα μας τις δικές μας κρατικές παραλείψεις.
Συνεπώς, η πρόταση της ΝΔ για την αλλαγή στην απονομή της Ιθαγένειας παρουσιάζει τεράστιο ηθικό και νομικό πρόβλημα, από τη στιγμή που ακόμη εκκρεμούν περίπου 30.000 αιτήσεις, για τις οποίες οι υποψήφιοι έχουν ήδη πληρώσει μάλιστα παράβολα της τάξης των 550 ή των 700 ευρώ, έχοντας υπόψη τους μια τελείως διαφορετική διαδικασία, από αυτή που εντέλει νομοθετήθηκε. Και τι άλλο εκτός από ευθεία εξαπάτηση θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου που στη μέση του, με άνωθεν υπαιτιότητα και χωρίς να το γνωρίζουν οι παίκτες, αλλάζει σε παιχνίδι μπάσκετ;
Αλλά τα προβλήματα της νομοθετικής πρότασης για την Ιθαγένεια της ΝΔ δεν σταμάτησαν μόνο στα παραπάνω. Μείζον ζήτημα προκύπτει και σε σχέση με το εισόδημα που θα πρέπει ο αιτών Ιθαγένειας να παρουσιάσει για δώδεκα συναπτούς μήνες, σε θέση πλήρους απασχόλησης, εν μέσω μάλιστα αυξημένης ανεργίας, λόγω των συνεπειών της πανδημίας του covid-19.
Βάζοντας όλους τους υποψηφίους η κυβέρνηση στο «ίδιο σακί», κατ’ ουσία ζήτησε με οριζόντιο τρόπο, συγκεκριμένο εισόδημα και πλήρη απασχόληση από γυναίκες που δεν εργάζονται παρά μόνο περιστασιακά επειδή κρατούν τα παιδιά στο σπίτι, από συζύγους Ελλήνων πολιτών, από συνταξιούχους, αλλά και από άτομα με αναπηρία (!).
Για να φανεί και η γελοιότητα της ρύθμισης αξίζει να σημειωθεί και υποπερίπτωση, κατά την οποία αν στο πλαίσιο της πανδημικής κρίσης κλείσει μια επιχείρηση και απολυθεί ένας αιτούμενος Ιθαγένειας εργαζόμενος, που ζει και εργάζεται 20 χρόνια στην Ελλάδα, το αίτημά του απορρίπτεται, αν δεν βρει την ίδια μέρα που απολύεται …νέα εργασία. Πρόκειται δηλαδή για μια κατεξοχήν νομοθέτηση του παραλόγου, μια «μανδαρινικής» φύσης και έμπνευσης διάταξη, που θεωρεί πως όλοι οι εργαζόμενοι – και ιδίως η ευαίσθητη κοινωνική ομάδα των επί μακρόν διαμενόντων μεταναστών στη χώρα μας - απολαμβάνουν συνθήκες εργασίας, που προσομοιάζουν στο …δημόσιο (!).
Με αυτόν τον τρόπο, όμως, και με αυτές τις λογικές δε μπορεί να οικοδομήσει η Πολιτεία και το επίσημο Κράτος σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες, πόσο μάλλον, όταν αυτοί προέρχονται από ευάλωτες κατηγορίες, όπως είναι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες.
Έλεγε ο Πλάτωνας στο Μενέξενο «πολιτεία γὰρ τροφὴ ἀνθρώπων ἐστίν, καλὴ μὲν ἀγαθῶν, ἡ δὲ ἐναντία κακῶν», ότι δηλαδή η καλή πολιτική λειτουργία ανατρέφει σωστούς ανθρώπους, ενώ αντίθετα η κακή λειτουργία ανατρέφει κακούς ανθρώπους. Και υποβάλλοντας στο «μαρτύριο του Σίσυφου» 30.000 μετανάστες είναι βέβαιο πως δημιουργείται η αίσθηση εκτεταμένης αδικίας, που μελλοντικά θα έχει και αυτή με τη σειρά της άλλες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες. Με άλλα λόγια, όσο η επίσημη Πολιτεία θα συμπεριφέρεται αναξιόπιστα και τυχοδιωκτικά, τόσο οι πολίτες κάθε άλλο παρά νομοταγείς και συνεπείς θα είναι.
Το ΠΑΣΟΚ πρωταρχικά, αλλά και το Κίνημα Αλλαγής εν συνεχεία, ανέκαθεν πίστευε πως η πολιτική λειτουργία συνεπάγεται Παιδεία, σκοπός της είναι να εκπαιδεύει πολίτες στον εκούσιο σεβασμό στους νόμους, επηρεάζοντας καίρια το κοινωνικό ήθος και πως η όλη διαδικασία αποτελεί υπέρτερη ηθική λειτουργία. Σε αυτό το πλαίσιο θεσμοθετήσαμε και τον μεταρρυθμιστικό τότε ν. 3838/2010, που επέφερε δικαιοσύνη στα θέματα της Ιθαγένειας. Ένα νόμο που η ΝΔ προσπαθεί σήμερα να υπερκεράσει με συγκεκριμένες μεθοδεύσεις, νομοθετώντας όσους περισσότερους «κόφτες» μπορεί, προκειμένου να απομείνουν ελάχιστοι αιτούντες Ελληνικής Ιθαγένειας.
Θα ήταν βέβαια πιο τίμιο από πλευράς της, να βγει ευθέως και να δηλώσει στο ακροδεξιό της ακροατήριο, πως ναρκοθετεί εξολοκλήρου το σύστημα απόδοσης Ιθαγένειας.
Βέβαια αυτό απαιτεί μιας μορφής πολιτικής «λεβεντιάς» – μια λεβεντιά βέβαια που προσωπικά ουδόλως ασπάζομαι…
Αλλά η ΝΔ μη διαθέτοντας ούτε καν αυτή, απλώς, ταλαιπωρεί γραφειοκρατικά κάμποσες δεκάδες χιλιάδες ανυπεράσπιστους Ανθρώπους, με όλα τα κοντέρ ιδεοληψίας, εμμονής και ελλιπούς πολιτικής ακεραιότητας να σπάνε…