Σε λίγες μονάχα ώρες, για τέταρτη φορά μέσα σε διάστημα δυο χρόνων, οι Ισραηλινοί θα βρεθούν ξανά μπροστά από τις κάλπες. Στόχος, να μπει τέλος στην μακροβιότερη πολιτική κρίση της χώρας, με την εκλογή μιας νέας σταθερής κυβέρνησης.
Οι εκλογές αυτές χαρακτηρίζονται από πολλούς Ισραηλινούς αναλυτές ως ιστορικές. Είκοσι χρόνια μετά την εκλογή του στη θέση του πρωθυπουργού, είναι πολύ πιθανό, μετά από αυτή την εκλογική μάχη, ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της χώρας, ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου, να αποτελέσει παρελθόν.
Στην πραγματικότητα, οι εκλογές της Τρίτης είναι ένα μεγάλο αίνιγμα, καθώς οι Ισραηλινοί αναλυτές δυσκολεύονται να αποτυπώσουν την κοινωνική δυναμική που έχει διαμορφωθεί στο Ισραήλ, να εκτιμήσουν την συμπεριφορά του εκλογικού σώματος μετά την δοκιμασία του κορωνοϊού αλλά κυρίως να αποτιμήσουν την παρουσία των νέων πολιτικών σχηματισμών που έχουν εμφανιστεί στην πολιτική σκηνή του τόπου.
Πως φτάσαμε στην νέα εκλογική μάχη;
Λίγοι Ισραηλινοί αναλυτές είχαν πιστέψει πως οι δυο πολιτικοί αντίπαλοι, Μπέντζαμιν Νετανιάχου και Μπένι Γκάντζ, θα μπορούσαν να σχηματίσουν μια σταθερή κυβέρνηση τετραετίας. Ωστόσο, κανείς δεν πίστευε πως η διάλυση της θα έρθει σε λιγότερο απο ένα χρόνο μετά το σχηματισμό της… και μάλιστα εν μέσω πανδημίας.
Η σύγκρουση Νετανιάχου-Γκάντζ ερμηνεύεται από τους Ισραηλινούς ως ένας τακτικισμός του Ισραηλινού πρωθυπουργού, που στόχο έχει την εξυπηρέτηση και μόνο των δικών του προσωπικών συμφερόντων. «Ο Νετανιάχου μας οδηγεί σε εκλογές γιατί θέλει να αντιμετωπίσει τις δικαστικές του περιπέτειες από τη θέση του πρωθυπουργού» δήλωσε στους New York Times, ο Gayil Talshir, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο εβραϊκό πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ.
«Ο Νετανιάχου δεν θα επέτρεπε ποτέ στον Μπένι Γκάντζ να κυβερνήσει το Ισραήλ ακόμα και αν αυτή ήταν η αρχική συμφωνία των δυο αντρών» ανέφερε ρεπορτάζ της Jerusalem Post λίγες μέρες μετά την κρίση του Δεκεμβρίου, που οδήγησε εν τέλει και στην διάλυση της Βουλής και την προκήρυξη νέων εκλογών.
Ο «Μπίμπι είναι στα σχοινιά»
Εδώ και πολλά χρόνια, πολλοί ανά καιρούς έχουν μιλήσει για το τέλος της πολιτικής παρουσίας του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Ωστόσο, ο «Μπίμπι» πάντα διέψευδε τους αναλυτές, καταφέρνοντας να κερδίσει τις ψυχές και τα μυαλά των Ισραηλινών αλλά και να επικρατεί έναντι των αντιπάλων του.
Αυτή τη φορά όμως ο «Μπίμπι» πράγματι βρίσκεται στα σκοινιά, δεχόμενος πυρά τόσο από την αριστερά/ κεντροαριστερή παράταξη όσο όμως και από τα δεξιά κόμματα που έχουν προκύψει από τις διασπάσεις του κόμματος του, το Likud.
Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου αντιμετωπίζει πρώτα και κύρια ένα μαζικό κοινωνικό κίνημα, το οποίο ζητά επιμόνως την παραίτηση του από τον περασμένο Ιούνιο. Τελευταία φορά, που το κίνημα αυτό έκανε την εμφάνιση του, ήταν το βράδυ του Σαββάτου, όταν χιλιάδες Ισραηλινοί εμφανίστηκαν έξω από το σπίτι του απαιτώντας από τον Μπίμπι… να παραιτηθεί.
Ο «Μπίμπι» όμως έχει ανοιχτά μέτωπα και με την δικαιοσύνη, καθώς είναι ο πρώτος εν ενεργεία πρωθυπουργός της χώρας στον οποίο έχει ασκηθεί δίωξη για διαφθορά και δωροδοκία, σε τρεις διαφορετικές υποθέσεις.
Θα σώσουν τα εμβόλια τον «Μπίμπι»;
Ο ισραηλινός πρωθυπουργός έχει δυο πολύ ισχυρούς «άσσους» στο μανίκι του. Ο πρώτος δεν είναι άλλος από την επιτυχία του Ισραήλ στην πορεία του εμβολιασμού. Σήμερα, 4,5 εκατ. ενήλικοι πολίτες -σε σύνολο επτά εκατομμυρίων πολιτών- έχουν κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου, ενώ άλλο ένα εκατομμύριο περιμένουν τη δεύτερη δόση τους. Παράλληλα, έχει αρχίσει ο εμβολιασμός των Παλαιστινίων που εργάζονται σε ισραηλινό έδαφος.
Για να πετύχει αυτό το σπουδαίο αποτέλεσμα, ο «Μπίμπι» έδρασε αστραπιαία αξιοποιώντας όλες τις πηγές ισχύος του Ισραήλ αλλά και τα εβραϊκά λόμπι σε όλο το κόσμο. Όπως μάλιστα έχει γίνει γνωστό, ο Νετανιάχου έκανε άπειρα τηλεφωνήματα στον ελληνό-εβραίο Αλμπερτ Μπουρλά της Pfizer για να εξασφαλίσει εμβόλια για όλο τον πληθυσμό.
«Ο Νετανιάχου πίστεψε ότι αν φέρει τα εμβόλια θα ανταμειφθεί στις κάλπες. Και ότι αν αποτύχει, θα τιμωρηθεί», είπε στους Financial Times ο Ρόνι Ρίμον, σύμβουλος του ισραηλινού προέδρου στην προεκλογική εκστρατεία του 2009. Με άλλα λόγια, ο «Μπίμπι» όπως έκανε με κάθε πόλεμο, έτσι και με αυτόν, κατάφερε να τον κερδίσει και να κάνει τους Ισραηλινούς να νιώσουν ασφαλείας.
Το άλλο μεγάλο «asset» του Ισραηλινού πρωθυπουργού είναι οι συμφωνίες ειρήνης που ολοκλήρωσε με μια σειρά αραβικών και μουσουλμανικών κρατών που για χρόνια βρίσκονταν σε σύγκρουση με το Ισραήλ. Το γεγονός πως σήμερα το Ισραήλ έχει συμφωνία ειρήνης με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, ενώ έχει ανακτήσει διπλωματικές επαφές με την Σαουδική Αραβία, είναι κάτι πολύ σημαντικό για ένα κράτος και ένα λαό που… «διψάει» για ασφάλεια.
Το άνοιγμα του Μπίμπι στους Άραβες και η «εξαφάνιση του Γκάντζ»
Σε αντίθεση με την παλαιότερη τακτική του, αυτή τη φορά ο Νετανιάχου εξαπέλυσε μια επίθεση γοητείας στη μειονότητα των Αράβων του Ισραήλ με επισκέψεις σε κοινότητές τους, με «ανοίγματα» σε Άραβες δημάρχους και υποσχέσεις για βοήθεια. Οι επικριτές του ερμηνεύουν την αιφνίδια αυτή αλλαγή ως επιθυμία να διασπάσει το κοινό μέτωπο των αραβικών κομμάτων και να αποδυναμώσει την αντιπολίτευση, κάτι που αποτυπώνεται και σε δημοσκοπήσεις.
Ο πρώην στρατηγός και αρχηγός του γενικού επιτελείου, Μπένι Γκάντζ, κοντράρισε στα ίσα τον Νετανιάχου στις τρεις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις στο Ισραήλ, αλλά το κόμμα του, το Μπλε και Λευκό, χωλαίνει αφότου δέχθηκε να μετάσχει με το Likud του Νετανιάχου σ’ έναν βραχύβιο, όπως αποδείχθηκε, κυβερνητικό συνασπισμό. Το κόμμα έπεσε από τις 35 έδρες στην Κνεσέτ των 120 βουλευτών στις τέσσερις, που μόλις αρκούν για να ξαναμπεί στη βουλή, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις.
Τα δικά του παιδιά…
Για ακόμα μια φορά ο «Μπίμπι» θα κληθεί να αντιμετωπίσει εκλογικά τα δικά του παιδιά. Τόσο, ο Γκίντεον Σάαρ όσο και ο Ναφτάλι Μπένετ, είναι πρώην υπουργοί των κυβερνήσεων Νετανιάχου αλλά και σημαίνοντα στελέχη του κόμματος Likud. Σήμερα, όμως, είναι αντίπαλοι, οι οποίοι έρχονται να απειλήσουν την κυριαρχία του Νετανιάχου στο κέντρο-δεξιό και ακρό-δεξιό χώρο του ισραηλινού πολιτικού χάρτη.
Όσον αφορά τον Σάαρ, έχει ξεκαθαρίσει πως δεν πρόκειται να στηρίξει τον Νετανιάχου μετεκλογικά, ενώ το κόμμα του «Νέα Ελπίδα» στοχεύει στο δεξιό ακροατήριο του Ισραήλ, εκφράζοντας ακραίες θέσεις σε ζητήματα όπως το παλαιστινιακό. Από την πλευρά του ο Ναφτάλι Μπένετ, ηγέτης του μικρού κόμματος Υamina δεν έχει πάρει θέση και μπορεί να παίξει ρόλο κλειδί στις μετεκλογικές διεργασίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Όσον αφορά τώρα, τον ακροδεξιό αλλά κοσμικό, Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, θεωρείται δεδομένο πως δεν πρόκειται να στηρίξει τον Νετανιάχου, ιδιαίτερα μετά την ανοχή που έδειξε στους Ορθόδοξους Εβραίους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ο βασικός διεκδικητής του θρόνου
Με κεντρικό προεκλογικό μήνυμα «την ανάγκη για σωφροσύνη», ο Γιαΐρ Λάπιντ, έχει κερδίσει τον κεντρώο και κεντροαριστερό κόσμο του Ισραήλ, και σήμερα εμφανίζεται ως ο βασικός διεκδικητής του πρωθυπουργικού θώκου.
Με θέσεις ισορροπημένες, πολιτικό λόγο χωρίς υπερβολές και ακροβασίες αλλά και με ένα ενωτικό λόγο που ενώνει τους Ισραηλινούς, ο Γιαΐρ Λάπιντ, έχει καταφέρει να οδηγήσει το κόμμα του, στην δεύτερη θέση των δημοσκοπήσεων.
Στην πραγματικότητα, ο Λάπιντ, αυτή τη στιγμή εκφράζει στο Ισραήλ, το εκλογικό ακροατήριο το οποίο ζητά την αλλαγή με την πτώση του Νετανιάχου, που θέλει την επιστροφή του Ισραήλ σε μια πολιτική κανονικότητα, και αποζητά μια βιώσιμη λύση στο παλαιστινιακό μακριά από τις «επιθετικές» προσεγγίσεις των δεξιών κομμάτων.
«Έχουμε ένα πρωθυπουργό με τρεις σοβαρές διώξεις εις βάρος του, ο οποίος θέλει να σχηματίσει μια κυβέρνηση από δυνάμεις σκοτεινές, ρατσιστικές, υπέρ-εθνικιστικές και μισαλλόδοξες» ανέφερε σε πρόσφατη συνέντευξη του ο Λάπιντ για να συμπληρώσει πως «σήμερα στο Ισραήλ λαμβάνει χώρα μια επίθεση εις βάρος του κράτους δικαίου, της δικαιοσύνης, των Μέσων Ενημέρωσης, ενώ απειλείται συνολικά η θέση του Ισραήλ στις φιλελεύθερες δημοκρατίες.
Οι δημοσκοπήσεις
Οι τελευταίες ισραηλινές δημοσκοπήσεις δίνουν στον Νετανιάχου τη πολυπόθητη πρωτιά, καθώς εμφανίζουν το κόμμα Likud να παίρνει 27-30 έδρες στο Κνεσέτ. Ωστόσο, φαίνεται αδύνατο, μαζί με τους συμμάχους του, να συγκεντρώσει την πλειοψηφία 61 εδρών που χρειάζεται για να σχηματίσει κυβέρνηση.
Όσον αφορά την αντιπολίτευση, αυτή φαίνεται πως θα κερδίσει πάνω από 61 έδρες, ωστόσο οι ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές των κομμάτων, καθιστούν σχεδόν απίθανη τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης.
Εκτός και αν… οι ίδιοι κρίνουν πως πρώτιστος στόχος τους, είναι απομάκρυνση του Likud από την κυβέρνηση και η ήττα του Νετανιάχου.
Όπως και να έχει, οι εκλογές της Τρίτης, είναι ιστορικές.