Τα «Επιδαύρια» ξεκινούν φέτος με τους «Ιππείς» του Αριστοφάνη, το πρώτο έργο του ποιητή, σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου και μια διανομή εκλεκτών πρωταγωνιστών.
Συγκεκριμένα, το Εθνικό Θέατρο παρουσιάζει τους «Ιππείς» του Αριστοφάνη –ξεκινώντας την καλοκαιρινή περιοδεία του από το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, στις 25, 26 και 27 Ιουνίου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2021–, από τις πιο «πολιτικές» κωμωδίες του ποιητή, σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Ρήγου και με μια διανομή πρωταγωνιστών που ενώνουν διαφορετικούς μεταξύ τους σκηνικούς κόσμους.
Ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, ο Παφλαγόνας, είναι εμπνευσμένος από τον Κλέωνα, τον πολιτικό που μετά τον θάνατο του Περικλή και την περήφανη νίκη των Αθηναίων στην Πύλο επί των Λακεδαιμονίων (425π.Χ.), υπήρξε ηγέτης της Αθηναϊκής Πολιτείας. Στο πρόσωπο του Κλέωνα, ο Αριστοφάνης σατιρίζει τη διαφθορά κάθε λαοπλάνου πολιτικού, που ασκεί εξουσία αποβλέποντας σε προσωπικό όφελος, και μέσα από μια σπαρταριστή πλοκή οδηγεί στο αιώνιο ερώτημα: Η πονηριά, η καπατσοσύνη, το αγοραίο ήθος είναι ίδιον των πολιτικών, και –αν ναι–, στην πολιτική σκηνή επικρατεί πάντα ο πιο επιτήδειος;
Το έργο ξεκινάει με τους δύο παλαιότερους υπηρέτες του Δήμου –πολλοί αναγνωρίζουν πίσω από τους χαρακτήρες τους γνωστούς πολιτικούς και στρατηγούς της εποχής, Δημοσθένη και Νικία– να θρηνούν για την κακομεταχείρισή τους από τον βίαιο και πονηρό επιστάτη τους, τον Παφλαγόνα.
Για να παρηγορηθούν από τα βάσανά τους, μεθούν και κλέβουν από τον κοιμισμένο Παφλαγόνα τους χρησμούς που φύλαγε με ιδιαίτερη ευλάβεια. Οι χρησμοί αποκαλύπτουν πως ένας αλλαντοπώλης, πολύ χειρότερος από τον Παφλαγόνα, θα τον εκτοπίσει και θα γίνει εκείνος αποδέκτης των προνομίων και της εύνοιας του Δήμου.
Πράγματι, ένας πλανόδιος αλλαντοπώλης, άξεστος και αγράμματος, που εμφανίζεται μπροστά τους, είναι ο άνθρωπος που αναφέρει ο χρησμός. Η πονηριά, η καπατσοσύνη, το αγοραίο και χυδαίο ήθος, θεωρούνται σημαντικά προσόντα για την πολιτική ανέλιξή του. Άλλωστε, σύμφωνα με τους δύο δούλους, η τέχνη του αλλαντοποιού και του πολιτικού είναι παρεμφερείς, καθώς και οι δύο προϋποθέτουν ανακατέματα και «μαγειρέματα». Έτσι, ο σαστισμένος αλλαντοπώλης, με την υποστήριξη των Ιππέων (εκπροσώπων της ανώτερης κοινωνικά και οικονομικά τάξης) που αποτελούν το Χορό της κωμωδίας, πείθεται πως είναι γραφτό του να αντιμετωπίσει και να νικήσει τον τρομερό Παφλαγόνα, ώστε να γίνει ο πρωθυπουργός (πρώτος υπηρέτης) της πόλης. Μετά από μια σειρά δοκιμασιών, οι δύο αντίπαλοι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο σε αγώνα κολακείας, χρησμών και δημαγωγίας, καθώς και σε μονομαχία μαγειρικής, με κριτή τον ίδιο το Δήμο. Ο αλλαντοπώλης θριαμβεύει σε όλες τις φάσεις, κατακτά τα προνόμια του ηττημένου Παφλαγόνα και προκαλεί τη θαυματουργική αναγέννηση του Δήμου, ο οποίος ανακτά το παλαιό και χαμένο μεγαλείο που είχε κατά την ένδοξη εποχή των περσικών πολέμων.
Οι «Ιππείς» παρουσιάστηκαν στα Λήναια το 424 π.Χ. και κέρδισαν το πρώτο βραβείο. Ήταν η πρώτη φορά που ο Αριστοφάνης σκηνοθέτησε ο ίδιος έργο του. Στο Εθνικό Θέατρο, οι Ιππείς παρουσιάστηκαν το 1968 και το 1976 σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, και το 1991 σε σκηνοθεσία Κώστα Μπάκα.
«Ευγενείς ή οπαδοί; Εισβολείς ή τουρίστες; Θύματα ή θύτες; Οι Ιππείς αποτελούν ένα αίνιγμα, αλλά είναι ένα έργο πιο επίκαιρο από ποτέ, τώρα στην εποχή της μετα-αλήθειας, των πλαστών ειδήσεων, της εικονικής πραγματικότητας. Ο ποιητής δεν στήνει μία κωμωδία μόνο για την εποχή του, αλλά παραδίδει μια συνομωσία ήδη εφαρμοσμένη στο μέλλον. Πλήθος από δημαγωγούς πολιτικούς, μια αποπροσανατολισμένη δημοκρατία, αδιαφορία για το όφελος του Δήμου, συκοφαντία, φτώχεια, ένας πόλεμος που δεν έλεγε να τελειώσει, ο φόβος για ένα νέο ξέσπασμα της επιδημίας που άφησε πίσω της χιλιάδες νεκρούς, συγκροτούν το σκηνικό δράσης του έργου. Βαμμένοι με τα χρώματα του πολέμου, οι Ιππείς συνωμοτούν με τον Αριστοφάνη για να ρίξουν την εξουσία σε μια πόλη φοβισμένη και παρηκμασμένη. Στη μάχη ανάμεσα στον πιο παλιό τοξικό πολιτικό και τον επόμενο ανάλογό του, ο Αριστοφάνης προβάλλει την ανθρωπιά ως απαραίτητο στοιχείο για την εξουσία, χρησιμοποιεί όμως τα ίδια ακραία όπλα για να την κατακτήσει!» σημειώνει ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Ρήγος.
Κωνσταντίνος Ρήγος
Συντελεστές:
Μετάφραση: Σωτήρης Κακίσης
Σκηνοθεσία – Χορογραφία: Κωνσταντίνος Ρήγος
Μουσική: Θοδωρής Ρέγκλης
Σκηνικό: Κωνσταντίνος Ρήγος – Μαίρη Τσαγκάρη
Κοστούμια: Νατάσα Δημητρίου
Φωτισμοί: Χρήστος Τζιόγκας
Συνεργάτης χορογράφου: Μαρκέλλα Μανωλιάδη
Βοηθός σκηνοθέτη: Άγγελος Παναγόπουλος
Mουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνογράφου: Αλέγια Παπαγεωργίου
Β’ Βοηθός σκηνοθέτη: Χριστίνα Στεφανίδη
Βοηθός ενδυματολόγου: Αλίσα Μπουλάτ
Βοηθός ενδυματολόγου: Κατερίνα Κωστάκη
Δραματολόγος παράστασης: Εύα Σαραγά
Διανομή (αλφαβητικά):
Αλλαντοπώλης: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης
Δήμος: Στέλιος Ιακωβίδης
Κλέων: Κώστας Κόκλας
Δημοσθένης: Πάνος Μουζουράκης
Νικίας: Κωνσταντίνος Πλεμμένος
Χορός
Kορυφαίοι: Στεφανία Γουλιώτη, Λαέρτης Μαλκότσης, Κωνσταντίνος Μπιμπής, Γιάννης Χαρίσης
Mέλη (αλφαβητικά): Πάρις Αλεξανδρόπουλος, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Θάνος Γρίβας, Πάνος Ζυγούρος, Κωνσταντίνος Καϊκής, Γιάννης Καράμπαμπας, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Βασίλης Μπούτσικος, Γιώργος Πατεράκης, Κωνσταντίνος Πλεμμένος, Περικλής Σιούντας, Γιώργος Σκαρλάτος, Αντώνης Σταμόπουλος
Φωτογράφος παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας