Συνεπής στην πολιτική της απαίτησης του ακραίου και της συνεχούς ανάπτυξης του νεο-οθωμανικού επεκτατισμού, η Τουρκία προσήλθε στην πενταμερή σύνοδο για το Κυπριακό με τις πλέον ακραίες προτάσεις. Η θέση της διχοτόμησης και των δύο ανεξάρτητων κρατών αποτελεί πάγια επιδίωξη της Τουρκίας. Για πρώτη φορά, όμως, προσπαθεί να ανατρέψει φανερά και εμφατικά το χρόνιο καθεστώς των συνομιλιών και να απαλλαγεί από το πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ για λύση σε διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία.
Η Τουρκία επιχειρεί να αλλάξει συνολικά το status quo σε μία σειρά διεθνών θεμάτων, είτε επιδιώκοντας αλλαγή συνθηκών, είτε αλλαγών του πλαισίου ανάπτυξης των διμερών ή / και πολυμερών σχέσεων. Η προσπάθεια για αλλαγή της Συνθήκης της Λωζάννης, η δημιουργία νέου θαλάσσιου περάσματος στην Κωνσταντινούπολη και η αμφισβήτηση της Συνθήκης του Μοντρέ για τα Στενά, η πίεση για τροποποίηση του πλαισίου λύσης του Κυπριακού και η σύναψη του Τουρκο-Λυβικού Μνημονίου αποτελούν ενδεικτικά σημάδια της πολιτικής αυτής. Η επιθετική εξωτερική πολιτική, με ταυτόχρονη επίδειξη στρατιωτικής ισχύος – ακόμη και εκτός τουρκικών συνόρων-, χρησιμοποιούνται ως τα βασικά οχήματα άσκησης της αναθεωρητικής πολιτικής εκ μέρους της Άγκυρας.
Η αντίληψη της διεκδίκησης για περισσότερα από όσα προβλέπει το διεθνές δίκαιο ή πολιτικό σκηνικό δεν περιορίζονται στην Ελλάδα, την Κύπρο ή τη Μεσόγειο, όπου με πειρατεία προσπαθεί να οικειοποιηθεί πόρους που δεν της ανήκουν. Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει αναπτύξει μία πολύπλευρη εξωτερική και στρατιωτική πολιτική που στοχεύει στο να αναδείξει την Τουρκία σε μία ισχυρή περιφερειακή δύναμη και -γιατί όχι;- ένα εκ των ηγετικών κρατών του κόσμου. Σχοινοβατώντας ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή, η Άγκυρα αναπτύσσει την παρουσία της στην Αφρική και στην Ευρασία, με επιχειρήσεις από τη Λιβύη, μέχρι και το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Τη στιγμή που παρέχει στρατιωτικές διευκολύνσεις για το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ στη βάση του Ινστιρλίκ, αγοράζει S-400 από τη Ρωσία, στην οποία αναθέτει κατασκευαστικά έργα δεκάδων δισ. ευρώ, ενώ μέλη της οικογένειας του Τούρκου Προέδρου φέρονται αναμεμειγμένα στην παράκαμψη του εμπάργκο κατά του Ιράν μέσω μεγάλης τουρκικής τράπεζας.
Η διαίρεση της Ευρώπης έναντι της Τουρκίας και οι ιδιαίτερες σχέσεις του προέδρου Ερντογάν με τον Πρόεδρο Τραμπ εξέθρεψαν επί μακρόν την τουρκική αναθεωρητική πολιτική και την ανάδειξή της σε περιφερειακή δύναμη - απειλή. Η αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο και η μερική τροποποίηση επιδιώξεων χωρών της Ευρώπης λόγω εξελίξεων στη Μεσόγειο, δημιουργεί σημαντικά προσχώματα στην πολιτική αυτή, η οποία έχει συνάμα ματώσει την τουρκική οικονομία. Ήδη η Τουρκία καλείται πλέον να διαλέξει μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας – Κίνας. Όσο και να υπενθυμίζουν οι Τούρκοι στους Αμερικανούς πόσο τους έχουν ανάγκη, στην Άγκυρα γνωρίζουν ότι οι «πλάτες» της Γερμανίας και οι στενές σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα δεν είναι αρκετές για να ισορροπήσουν τυχόν αμερικανική πίεση στην τουρκική οικονομία. Άραγε, το έχει αντιληφθεί αυτό ο Ταγίπ Ερντογάν;