Το ψυχροπολεμικό κλίμα που επικρατεί το τελευταίο διάστημα στις σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας έχει αναθερμάνει την κρίση στην Ανατολική Ουκρανία, φέρνοντας ξανά το Κίεβο και τη Μόσχα σε «θέση μάχης». Μπροστά στο ενδεχόμενο αναζωπύρωσης των συγκρούσεων μεταξύ των Ουκρανών στρατιωτών και των Ρωσικών πολιτοφυλακών, οι Ηνωμένες Πολιτείες εντείνουν τη στήριξή τους προς την κυβέρνηση του Κιέβου με στόχο τον περιορισμό της Ρωσίας, η Ε.Ε. επιχειρεί να παρέμβει διπλωματικά με στόχο την αποκλιμάκωση της έντασης, ενώ η Τουρκία αναζητά «ευκαιρίες» διείσδυσης στην Ανατολική Ευρώπη.
Το ψήφισμα που άναψε τη σπίθα
«Η Ρωσία είναι ένας στρατιωτικός αντίπαλος, ο οποίος μπορεί με την επιθετική εξωτερική της πολιτική να οδηγήσει την Ευρώπη σε μια νέα σύγκρουση», ανέφερε το ψήφισμα που υπέγραψε το βράδυ της Πέμπτης ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντιμίρ Ζελένσκι.
Το βασικότερο όμως είναι πως το συγκεκριμένο ψήφισμα υπογραμμίζει τη σημασία της ανάκτησης των εδαφών που έχει «παράνομα» -όπως χαρακτηριστικά αναφέρει- αποκτήσει η Ρωσία από την ουκρανική κυβέρνηση, ενώ θέτει ως βασικό στόχο της νέας κυβέρνησης τη συμμετοχή της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
«Σε επίπεδο εθνικής ασφαλείας, η Ρωσία παραμένει ένας στρατιωτικός αντίπαλος της Ουκρανίας, που έχει καταλάβει παράνομα την Κριμαία, τη Σεβαστούπολη, το Ντόνετσκ και χρησιμοποιεί στρατιωτικές, ψυχολογικές και κυβερνο-επιθέσεις, απειλώντας άμεσα την ανεξαρτησία της χώρας», ανέφερε χαρακτηριστικά απόσπασμα του επίμαχου ψηφίσματος.
Η άμεση απάντηση της Ρωσίας
Όπως ήταν αναμενόμενο, η απάντηση της Μόσχας ήταν άμεση και σαφής. «Το Κίεβο να απόσχει από κάθε προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων με τη δύναμη των όπλων», ανέφερε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών. Για το ζήτημα της Ανατολικής Ουκρανίας τοποθετήθηκε όμως και ο Ρώσος Πρόεδρος, ο οποίος ξεκαθάρισε πως «η Ρωσία δεν πρόκειται ποτέ να αφήσει το Ντόνετσκ».
Την ίδια ώρα, η Μόσχα φαίνεται πως πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, κινητοποιώντας εκ νέου το φιλορωσικό δίκτυο δυνάμεων που διαθέτει αυτήν τη στιγμή εντός της Ουκρανίας και περιλαμβάνει από πολιτικά κόμματα και οργανώσεις έως χάκερ που εξαπολύουν κυβερνο-επιθέσεις και μέχρι τους Ρώσους πολιτοφύλακες που βρίσκονται στην Ανατολική Ουκρανία.
Τόσο το 2005 όσο και το 2013, οι Ρώσοι έχουν αποδείξει πως προτιμούν να διχοτομήσουν ή ακόμα και να παραλύσουν την Ουκρανία, από το να τη δουν να γίνεται μέλος του ΝΑΤΟ και τα αμερικανικά στρατεύματα να βρεθούν λίγα χιλιόμετρα από τα ρωσικά σύνορα.
Η εμπλοκή των Αμερικανών
Αν η επιστροφή των Δημοκρατικών στον Λευκό Οίκο ήταν ένα καμπανάκι για τον Ρώσο Πρόεδρο, η τοποθέτηση της Βικτόρια Νούλαντ στο State Department ήταν μια ευθεία πρόκληση.
Η ίδια, ως σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα, μαζί με μια ομάδα δημοκρατικών "γερακιών", πρωταγωνίστησε στην ανατροπή της κυβέρνησης του Βίκτορ Γιανουκόβιτς και του ουκρανικού εμφυλίου που ακολούθησε. Αν σε αυτό το πλαίσιο συνυπολογισθεί η επίθεση του Αμερικανού Προέδρου κατά του Πούτιν, αλλά και η προσπάθεια διαμόρφωσης ενός ευρω-ατλαντικού μετώπου κατά της Ρωσίας, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η ουκρανική κυβέρνηση στοχεύει -αν όχι ενθαρρύνεται- από την αμερικανική στήριξη και διάθεση για περιορισμό της Ρωσίας στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης.
Συνάντηση των τριών για την Ουκρανία
Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε νωρίς χθες το απόγευμα ότι συνεργάζεται με το Παρίσι και το Βερολίνο, για την προετοιμασία μιας τηλεδιάσκεψης στην οποία θα συμμετάσχουν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, για να συζητήσουν το θέμα της Ουκρανίας και άλλα ζητήματα, η οποία όμως δεν θα έχει τη μορφή του σχήματος «των τεσσάρων της Νορμανδίας».
«Προσπαθούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία με το Βερολίνο και το Παρίσι», ήταν η απάντηση που έδωσε ο Ντμίτρι Πεσκόφ, όταν ρωτήθηκε αν πράγματι σχεδιάζεται μια τέτοια τηλεδιάσκεψη και πότε θα πραγματοποιηθεί, προσθέτοντας ότι «μόλις υπάρξουν αποτελέσματα μιας τέτοιας συμφωνίας, θα σας ενημερώσουμε».
Στο παιχνίδι η Τουρκία
Η πρόσφατη νίκη της Τουρκίας και των Αζέρων συμμάχων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ έχει δημιουργήσει στην Άγκυρα την αίσθηση πως είναι μια περιφερειακή δύναμη, ικανή να παρεμβαίνει και να αλλάζει τα δεδομένα. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, τα πράγμα είναι όμως πιο σύνθετα απ’ όσο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Για ιστορικούς και πολιτικούς λόγους, ο Ταγίπ Ερντογάν ήταν πολέμιος της προσάρτησης της Κριμαίας από τους Ρώσους. Η Κριμαία είναι μια περιοχή σημαντική για την τουρκική ιστορία και με αρκετούς τουρκόφωνους κατοίκους. Την ίδια ώρα όμως είναι και το πάτημα της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσά, πράγμα που δεν αρέσει καθόλου στις ελίτ της Τουρκίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Ερντογάν θα ήθελε πολύ να στηρίξει μια ουκρανική αντεπίθεση που θα περιόριζε τους Ρώσους, θα αποκαθιστούσε τις ιστορικές και γεωπολιτικές ανισορροπίες, αλλά παράλληλα θα τον έφερνε ξανά ως αξιόπιστο σύμμαχος στα μάτια της Δύσης.
Ωστόσο, και με δεδομένη την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας αλλά και της εξάρτησής της από τη ρωσική, ένα τέτοιο ενδεχόμενο φαντάζει δύσκολο.