Σε λίγες μέρες οι Έλληνες συμπληρώνουμε 200 χρόνια ελεύθερου βίου, 200 χρόνια πολιτικής ζωής. Ο εορτασμός αυτός, σε μια δύσκολη συγκυρία, δίνει αφορμή για αναστοχασμό και περίσκεψη. Οι αλλαγές της τελευταίας δεκαετίας στη χώρα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο και φυσικά διεθνώς, έχουν μεταβάλει καθοριστικά τους άξονες προτεραιοτήτων των κοινωνιών, τις στάσεις και τις συλλογικές τους αντιλήψεις. Πολιτικές θεωρίες, οικονομικά δόγματα, κοινωνικά κεκτημένα, απορρίφθηκαν και καταρρίφθηκαν.
Ο ρόλος των ηγεσιών, σε συνθήκες ρευστότητας, φόβου και ανασφάλειας, είναι να εμπνεύσουν τους λαούς τους για ένα κοινό μέλλον, να βρουν δηλαδή σημεία συγκλίσεων και κοινά πεδία αναφοράς. Μόνο έτσι προχωρούν οι κοινωνίες εμπρός, χωρίς περιορισμούς και αποκλεισμούς. Δυστυχώς, ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν φαίνεται να διαπνέονται από το πνεύμα των καιρών. Δεν δείχνουν να αφουγκράζονται τον παλμό μιας κοινωνίας «στα πρόθυρα νευρικής κρίσης». Αρνούνται πεισματικά να αναμετρηθούν με όρους μέλλοντος και επιλέγουν να εγκλωβίζουν τη δημόσια συζήτηση σε ανέξοδα ρητορικά σχήματα, που συντηρούν την κουλτούρα του διχασμού και της σύγκρουσης. Σταθερά πλέον, κάθε φορά που η κυβέρνηση συναντιέται με τα αδιέξοδα της πολιτικής της, όπως στην αντιμετώπιση της πανδημίας, θα προβάλλει τον παράγοντα «δημόσια ασφάλεια», έναν χώρο όπου εκτιμά ότι θα τη φέρει σε πλεονεκτική θέση έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Ο τελευταίος, δέσμιος της κρίσης πολιτικής ταυτότητάς του, από τα χρόνια της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ, υποπίπτει σε διαρκείς αντιφάσεις, όπως στο ζήτημα της τρομοκρατίας.
Δικαίως θα αναρωτηθεί κανείς: μπορούμε άραγε ως κοινωνία, ως χώρα, ως συντεταγμένη πολιτεία να προχωρήσουμε στις προκλήσεις του 21ου αιώνα, με την πολιτική κουλτούρα που εκφράζουν και εκπροσωπούν οι κ.κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας; Έχει κανείς αντίρρηση ότι οι προσδοκίες για ανόρθωση και ανασύνταξη της χώρας συνιστούν μέρος του παρόντος και, άρα, έχουν έναν σημαντικό βαθμό επίδρασης στις πραγματικές μελλοντικές εξελίξεις; Άρα, το πολιτικό παιχνίδι οφείλει να διεξάγεται με όρους που αντιστοιχούν σε ό,τι διακυβεύεται.
Στο Κίνημα Αλλαγής πιστεύουμε ότι στον μεταμοντέρνο κόσμο που βρίσκεται στο μεταίχμιό του, απαιτούνται κοινωνικές συμμαχίες, προκειμένου να ανταποκριθούμε με επιτυχία στις πολλαπλές προκλήσεις του. Για εμάς, που τη δεκαετία της κρίσης παραδώσαμε το πολιτικό μας κεφάλαιο στο συμφέρον της πατρίδας, το να βλέπουμε τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ να κατασκευάζουν εσωτερικούς φαντασιακούς εχθρούς, ώστε με τον τρόπο αυτό να καλύπτουν τα πολλά ζητήματα συνοχής του κομματικού τους ακροατηρίου, είναι εξοργιστικό. Είναι θλιβερό για τους συμπολίτες μας, που αγωνιούν για το μέλλον τους. Γιατί δεν μοιάζουν να έχουν πάρει το μάθημά τους από τα χρόνια που πέρασαν. Άλλωστε, και οι δύο υπήρξαν οπαδοί του λαϊκισμού που τα ήθελε όλα να μπορούν να γίνουν αλλιώς... πιο εύκολα, χωρίς θυσίες και προσπάθεια. Αποτέλεσμα η χώρα έμεινε πίσω, οι ζωές των πολιτών της έμειναν πίσω.
Σήμερα, που η οικονομική ανάκαμψη είναι το μεγάλο ζητούμενο, καλούμαστε να αλλάξουμε την πολιτική μας κουλτούρα, τον τρόπο που προσλαμβάνουμε και αντιλαμβανόμαστε την πολιτική θεωρία και πράξη. Αυτό δεν μας κάνει «λιγότερο Πολιτικούς» – το αντίθετο, μας φέρνει στο επίκεντρο της Πολιτικής, όπου το επιχείρημα υπερισχύει έναντι των διακινδυνεύσεων του λαϊκισμού και των διχαστικών παθών. Έτσι αντιλαμβανόμαστε τον ρόλο μας στο πολιτικό σύστημα, έτσι ευελπιστούμε στην προοπτική της χώρας στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει η πανδημία και η μετά από αυτήν εποχή.