Άλωσις! Καταμεσήμερο Τρίτης, 29 Μαΐου 1453. Χρόνοι: 564
Την ημέρα αυτή του πένθους για κάθε αληθινό Έλληνα, αυτό που θα ήθελα είναι να παραθέσω αυτούσια αποσπάσματα από την απάντηση του τελευταίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου προς τον Σουλτάνο, όταν ο τελευταίος αξίωσε την παράδοση της Πόλης, καθώς και σπαράγματα από τον τελευταίο του λόγο προς τον Στρατό, πριν από την τελευταία μάχη, από τον χρονογράφο του ίδιου του Αυτοκράτορα, Φραντζή, ο οποίος έζησε μαζί μ’ εκείνον τα γεγονότα. Σίγουρα, όμως, χρειάζεται και μια συνοπτική ματιά για το πώς έφτασε η περίλαμπρη πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δηλαδή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας όπως ονομάστηκε πολύ αργότερα, να πέσει στα χέρια των Οθωμανών, αλλάζοντας για πάντα τη μοίρα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης.
«Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της· γιατί όλοι με μια ψυχή προτιμούμε να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε λυπόμαστε για τη ζωή μας».
Το χρονικό
Η αλήθεια είναι ότι η κατάρρευση της πρωτεύουσας του Βυζαντίου είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα. Ήδη η Δ΄ Σταυροφορία το 1204 είχε ως αποτέλεσμα την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης, με τις συνέπειές της να σηματοδοτούν και το οριστικό τέλος της. Οι έριδες ανάμεσα στην Ανατολική και στη Δυτική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν πλέον ανεξέλεγκτες, με κινητήρια δύναμη τις δύο αντιμαχόμενες χριστιανικές Εκκλησίες: την Καθολική και την Ορθόδοξη. Η πόλη που στην ακμή της μαζί με τα προάστια είχε 1.000.000 κατοίκους, κατέληξε τις παραμονές της άλωσής της από τον 21χρονο Μωάμεθ Β΄ να έχει λιγότερο από 80.000 πληθυσμό. Οι κάτοικοι ήταν διχασμένοι σε ενωτικούς και ανθενωτικούς, μη ξεχνώντας το μίσος που σιγόκαιγε για τους Καθολικούς από την εποχή της πρώτης άλωσης. Στο μεταξύ, πολλές πόλεις γύρω από την Κωνσταντινούπολη είχαν ήδη καταληφθεί από τους Δυτικούς ή από τους Τούρκους, όπως το Διδυμότειχο και η Αλεξανδρούπολη, μεταβάλλοντας την άλλοτε πλούσια πρωτεύουσα του Βυζαντίου σε πόλη πενήτων κατοίκων. Και ας μην ξεχνάμε ότι ήδη από το 1360 οι Οθωμανοί ίδρυσαν τουρκικό κράτος επί ευρωπαϊκού εδάφους στα νώτα της Κωνσταντινούπολης, ενώ είχαν ιδρύσει διάφορα οθωμανικά εμιράτα στα παράλια της Μικράς Ασίας.
Έτσι, όταν αναγκάστηκε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος να ζητήσει βοήθεια από την Καθολική Δύση, εκείνη τον αγνόησε, στέλνοντας μόνο κάποιους καρδινάλιους να ψάλουν στην Αγία Σοφία, πράγμα που εξόργισε τους πολίτες και έφερε τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Έτσι, η Κωνσταντινούπολη δεν είχε τον στρατό που έπρεπε για να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα του «αιμοδιψούς», όπως τον χαρακτηρίζει ο ιστορικός Δούκας, σουλτάνου – λαμβανομένου υπ’ όψιν και του γεγονότος πως πολλοί άνδρες της εποχής προτίμησαν να γίνουν καλόγεροι παρά να στρατευθούν, αποφεύγοντας έτσι τον κίνδυνο της σφαγής.
Ένα ακόμη σημαντικό γεγονός που σφράγισε την άλωση της βυζαντινής πρωτεύουσας ήταν και το θέμα της Κερκόπορτας. Επρόκειτο, σύμφωνα με την άποψη πολλών ιστορικών, για ένα συμπτωματικό περιστατικό που θα καθόριζε την έκβαση της μάχης. Στο σημείο που ενώνεται το τείχος των Βλαχερνών με το διπλό Θεοδοσιανό τείχος και στο χαμηλότερο τμήμα του ανακτόρου του Εβδόμου υπήρχε από παλιά μια μικρή ημιυπόγειος πόρτα που την έλεγαν Κερκόπορτα. Από πολλά χρόνια η πόρτα αυτή ήταν κλειστή και αχρηστεμένη, αλλά τις παραμονές της πολιορκίας άνοιξε και χρησιμοποιείτο για εξόδους κλεφτοπόλεμου. Η είσοδος αυτή έγινε αντιληπτή από τους Τούρκους και βέβαια τη χρησιμοποίησαν για να βρεθούν εντός των τειχών.
Τα γεγονότα
Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Αδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή, και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.
Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού.
Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.
Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.
Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός Ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, περίπου 70 πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής. Από εκείνη την τραγική ημέρα πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ανακηρύχθηκε η Κωνσταντινούπολη (İstanbul), μέχρι το 1922 που ο Κεμάλ Ατατούρκ μετέφερε την πρωτεύουσα της κοσμικής πλέον Τουρκίας στην Άγκυρα.
Ο Λόγος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου προς τον Στρατό του
«Ευγενέστατοι άρχοντες και εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, και γενναιότατοι συστρατιώτες, και όλος ο πιστός και τίμιος λαός, ξέρετε καλά πως έφτασε η ώρα που ο εχθρός της πίστης μας θέλει με κάθε τέχνασμα και τρόπο να μας στενοχωρήσει περισσότερο και να μας κάνει πόλεμο σφοδρό, με μεγάλες συγκρούσεις και συρράξεις από στεριά και θάλασσα, για να κατορθώσει και να χύσει το δηλητήριό του, σαν φίδι, και να μας καταπιεί σαν ανήμερο λιοντάρι. Σας λέω λοιπόν να σταθείτε αντρειωμένοι και γενναιόψυχοι, όπως κάνατε πάντοτε ως τώρα εναντίον των εχθρών της πίστης. Σας παραδίνω την εκλαμπρότατη και φημισμένη αυτή πόλη, πατρίδα σας και βασίλισσα των πόλεων.
»Ξέρω ότι αυτό το αναρίθμητο μπουλούκι των εχθρών, καθώς είναι η συνήθειά τους, θα βαδίσει εναντίον μας με βαναυσότητα και με έπαρση, με πολύ θράσος και βία, για να μας συνθλίψουν, λόγω του ολιγάριθμου της παράταξής μας, και να μας καταπονήσουν με την κούραση, και με φωνές πολλές και ισχυρές να μας φοβίσουν. Τις φλυαρίες τους αυτές τις ξέρετε καλά και δεν είναι ανάγκη να μιλήσουμε γι’ αυτές. Και σε λίγη ώρα θα τα κάνουν όλα αυτά, και θα πετάξουν πάνω μας σαν άμμο της θάλασσας αναρίθμητες πέτρες, βέλη και βλήματα. Ελπίζω να μη μας βλάψουν με αυτά, γιατί βλέποντάς σας χαίρομαι πολύ και τρέφω τη σκέψη μου με ελπίδες σαν κι αυτή, δηλαδή πως, αν και είμαστε λίγοι, είμαστε ωστόσο πολύ επιδέξιοι, επιτήδειοι, ρωμαλέοι, δυνατοί, ικανοί για μεγάλα έργα, και καλά προπαρασκευασμένοι. Με τις ασπίδες σας καλύπτετε καλά τα κεφάλια σας στις συμπλοκές και τις συρράξεις. Το δεξί σας χέρι, που κρατάει τη ρομφαία, να είναι πάντοτε μακρύ. Οι περικεφαλαίες σας, οι θώρακες και η σιδερένια πανοπλία σας είναι πολύ ικανά, όπως και τα άλλα σας όπλα, και στη συμπλοκή θα σας εξυπηρετήσουν πολύ. Οι αντίπαλοι ούτε έχουν τέτοια ούτε γνωρίζουν να τα χρησιμοποιούν. Εσείς είστε, επίσης, προστατευμένοι πίσω από τα τείχη, και οι απροστάτευτοι δύσκολα προχωρούν. Γι’ αυτό γίνετε μαχητές έτοιμοι, ισχυροί και μεγαλόψυχοι, για όνομα του Θεού.
»Αυτοί που έρχονται να μας αντιπαραταχθούν σαν ζώα χωρίς λογική, είναι χειρότεροι απ’ αυτά. Τα δόρατά μας, οι ρομφαίες μας, τα τόξα μας και τα ακόντιά μας θα στραφούν εναντίον τους. Και φανταστείτε πως παίρνετε μέρος σε κυνήγι αγριόχοιρων, για να καταλάβουν οι ασεβείς ότι δεν αντιμάχονται με ζώα χωρίς λογική, όπως είναι αυτοί, αλλά με άρχοντες, και αφέντες τους, και απογόνους των Ελλήνων και των Ρωμαίων.
»Και αυτός ο ασεβέστατος την άλλοτε περιφανή και ζωηρή σαν ρόδο του αγρού Πόλη θέλει να την υπαγάγει υπό την εξουσία του.
»Αφού η αυτοκρατορία μας υποδούλωσε, μπορώ να πω, σχεδόν όλη την υφήλιο, και υπόταξε κάτω από τα πόδια της τον Πόντο, την Αρμενία, την Περσία, την Παφλαγονία, Αμαζόνες και Καππαδοκία, Γαλατία και Μηδία, Κολχούς και Ίβηρες, Βοσποριανούς και Αλβανούς, Συρία και Κιλικία και Μεσοποταμία, Φοινίκη και Παλαιστίνη, Αραβία και Ιουδαία, Βακτριανούς και ΣκύΘες, Μακεδονία και Θεσσαλία, Ελλάδα, Βοιωτία και Λοκρούς και Αιτωλούς, Ακαρνανία, Αχαΐα και Πελοπόννησο, Ήπειρο και Ιλλυρικό, τους Λυχνίτες κοντά στην Αδριατική, Ιταλία, Τοσκάνη, Κέλτες και Κελτογαλάτες, Ιβηρία ως τα Γάδειρα, Λιβύη και Μαυριτανία και Μαυρουσία, Αιθιοπία, Βελέδες Σκούδη, Νουμιδία και Αφρική και Αίγυπτο.
»Τώρα σκέφτεται αυτός να μας υποδουλώσει, και την Πόλη που κυριαρχεί στον κόσμο να την υποτάξει σε ζυγό και δουλεία, και τις άγιες εκκλησίες μας, όπου προσκυνούνταν η αγία Τριάδα και δοξολογούνταν ο Θεός, και όπου οι άγγελοι ακούγονταν να υμνούν τη Θεία και ένσαρκη πρόνοια του Λόγου του Θεού, Θέλει να τις κάνει προσκύνημα της δικής του βλασφημίας και του ανόητου ψευδοπροφήτη του Μωάμεθ, και στάβλο για άλογα και καμήλες.
»Λοιπόν, αδερφοί και συμμαχητές, θυμηθείτε όλα αυτά, για να μνημονεύουν τη δόξα σας και την ελευθεροφροσύνη σας αιώνια.
»Δεν έχω καιρό να πω περισσότερα· μοναχά το ταπεινωμένο σκήπτρο μου το αναθέτω στα χέρια σας, για να το διαφυλάξετε με προθυμία. Σας παρακαλώ ακόμα, και ζητώ την αγάπη σας, να είστε πειθαρχικοί στους στρατηγούς σας, τους δημάρχους και τους εκατόνταρχους, ο καθένας κατά την τάξη του, τη θέση του και την υπηρεσία του. Να ξέρετε τούτο: αν από μέσα από την καρδιά σας φυλάξετε τις εντολές μου, ελπίζω στον Θεό ότι θα λυτρωθούμε από την παρούσα δίκαιη απειλή του.
»Δεύτερον, σας περιμένει στον ουρανό το αδαμάντινο στεφάνι, και η μνήμη σας θα είναι αιώνια και άξια στον κόσμο».