ΚΥΚΛΩΜΑ ΑΠΑΤΗΣ ΜΕ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ
Είναι πολλές οι πληροφορίες που θέλουν ανυποψίαστοι καταναλωτές να γίνονται θύματα επιτήδειων που ασχολούνται με τις αγοραπωλησίες αυτοκίνητων και εξαπατούν τους υποψήφιους πελάτες
Ή, για να το γράψω διαφορετικά, μια γυναίκα με τα χαρακτηριστικά της Όπρα πιστεύετε ότι θα είχε τύχη στα «media» της χώρας μας;
Επιγραμματικά να θυμίσω ότι στα 19 της ήταν η πρώτη μαύρη παρουσιάστρια κεντρικού δελτίου ειδήσεων στην αμερικάνικη τηλεόραση. Ήταν υπέρβαρη, εμφανισιακά αντιτηλεοπτική και μ’ ένα τραυματικό παρελθόν, αφού υπήρξε από τα 6 έως τα 13 της σεξουαλικά κακοποιημένο παιδί από τους συγγενείς της μάνας της.
Το 1993, μετά από μια συγκλονιστική ομιλία της στη Γερουσία, δύο χρόνια αργότερα ο Μπιλ Κλίντον υπέγραψε τον νόμο «ΟΠΡΑ», με τον οποίο ζητούσε να δημιουργηθεί μια βάση δεδομένων στην οποία να υπάρχουν καταγεγραμμένοι όλοι οι βιαστές ανηλίκων.
Με πολλούς αρραβώνες και ένα τεράστιο πάθος για τα σκυλιά της, είναι η Αφροαμερικανίδα με τη μεγαλύτερη φιλανθρωπική δραστηριότητα όλων των εποχών, ηθοποιός με υποψηφιότητα για Όσκαρ, εκδότρια ενός πολύ επιτυχημένου περιοδικού, κριτικός βιβλίων, καθορίζει το life style των ανθρώπων μέσα από ένα site με θηριώδη επισκεψιμότητα, ενώ 48 εκατομμύρια τηλεθεατές βλέπουν την εκπομπή της κάθε εβδομάδα σε 138 χώρες.
Προσπάθησαν πάρα πολλές σε πολλές χώρες να τη μιμηθούν. Το πρωτότυπο δεν το άγγιξε καμία. Γιατί; Μα γιατί (χρησιμοποιώντας ένα ακραίο παράδειγμα) είναι εντελώς διαφορετικό να βλέπεις το παλάτι της Κνωσού και άλλο να «ξεπατικώνουν» νεόπλουτοι στοιχεία της Κνωσού για να τα τοποθετήσουν στο «πανωσήκωμα» πάνω από το συνεργείο αυτοκινήτων...
Στη χώρα μας θα ήταν πιθανόν, αν είχε φτάσει να μπλέξει με τα media, μία, στην καλύτερη περίπτωση, «αποψούχα» πανελατζού σε κανάλι του «κάτω Παγασητικού» ή, πιθανόν, αν είχε πολλή τύχη να περιφερόταν καλεσμένη ως τηλεοπτική κριτικός σε εκπομπές που της παρουσιάζουν ψηλές, ξανθιές ή καστανές, με πλούσιο μπούστο, κατάλευκα δόντια και πλαστικά μαλλιά, μ’ εκείνη να κρατάει τον ρόλο «της κακιασμένης χοντρής που μισεί όλες τις όμορφες».
Επειδή η φαντασία και η δημιουργικότητα των ανθρώπων μοιάζει να εξατμίστηκε είκοσι επτά χρόνια μετά τη γέννηση της ιδιωτικής τηλεόρασης στην Ελλάδα, αν κάποιοι συνεχίζουν ν’ αναπαράγουν τόσο στην ψυχαγωγία, όσο και στην ενημέρωση πολυφορεμένα μοντέλα παρουσίασης τριών ειδών, «μοντέλο Μενεγάκη» και «μοντέλο Χαντζηνικολάου» ή «Παπαδάκη», όσο και αν προσπαθήσουν με μυρωδικά να καλύψουν τη μυρωδιά από τις ξινισμένες φακές, το μαγέρικο θα κλείσει...
Φυσικά και στη χώρα μας δεν έχουμε τη νοοτροπία του «Αμερικάνου». Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Όμως, δεν διαθέτουν οι άνθρωποι που σχεδιάζουν πρόγραμμα, πλην ελαχιστότατων εξαιρέσεων, καμία έμπνευση να τολμήσουν στο διαφορετικό που να συνδυάζει «τσαγανό» και αυθεντικότητα.
Ζούμε στην Ελλάδα του 2017, όπου ένα στα πέντε παιδιά λιμοκτονεί… Η επιμονή αυτών που σχεδιάζουν σκαλέτες να προβάλλουν πρόσωπα με «καυτά μπικίνι», να θεωρούν «είδηση» την ηλικία του αναγνωρίσιμου ή τις βόλτες με σκάφη εκείνων που πιστεύουν ότι θα νεκραναστήσουν το life style των 90ς, είναι θλίψη...
Δυστυχώς, βλέπω στα social media πολλές και πολλούς που κερνάνε μούντζες τους πολιτικούς (με το δίκιο τους), που βρίζουν για τον ΕΝΦΙΑ, που ουρλιάζουν για την ανεργία, να ποζάρουν και να δειγματίζονται στο facebook ακριβώς «όπως η Μενεγάκη». Βλέπω γυναίκες που «κοιτάνε» σαν τη Μενεγάκη, που «ποζάρουν σε ηλιοβασιλέματα σαν τη Μενεγάκη», που πιστεύουν ότι σκορπώντας κάθε στιγμή τους «απλή και καθημερινή» σαν τη Μενεγάκη με 57 like από κάτω των συγγενών…, θα νιώσουν διάσημοι κάνοντας… «τίποτα». Το άγχος της σύγκρισης, βλέπετε, καταστρέφει ακόμη και τους πιο ισχυρούς. Δεν ζω για μένα, ζω για να με βλέπουν οι άλλοι.
Και, για να το συνδέσω με το «φαινόμενο Όπρα», θα είναι πολύ μεγάλη μαγκιά εκείνου ή εκείνων που θα μπορέσουν να δημιουργήσουν μοντέλα ανθρώπων στην τηλεόραση, βρίσκοντας και επενδύοντας σε εκείνους που μπορούν ν’ αγγίξουν την ανάγκη τού κοινού για κάτι αυθεντικό. Η Όπρα και οι βιωματικές εμπειρίες της σε συνδυασμό με τη θέλησή της για επιβίωση ήταν αυτά που την εγκατέστησαν για πάντα στον θρόνο. Την ψυχολογία, άλλωστε, του υπέρβαρου που έχασε βάρος δεν θα την καταλάβει ο «καχεκτικός», αλλά ένας που πέρασε το ίδιο άγχος για να του κλείσει η ζώνη στο αεροπλάνο.