«Όταν το παρακράτος λειτουργεί, είναι σα να συνεννοούνται οι φασίστες σ’όλον τον κόσμο»
Μελίνα Μερκούρη
Εφτά χρόνια πέρασαν από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Προχθές, 7/10/20, η Χρυσή Αυγή καταδικάστηκε από την ελληνική δικαιοσύνη ως εγκληματική οργάνωση. Σκέφτομαι την παραπάνω φράση της Μελίνας, ειπωμένη από την ίδια την εποχή της αντιδικτατορικής της δράσης στην Αμερική και μοιράζομαι με χαρά μαζί με τους Έλληνες της ομογένειας το συγκεκριμένο κεφάλαιο από το «Μελίνα Στοπ Καρέ – αναζητώντας τη σύγχρονη ελληνικότητα», το κείμενο που έγραψα για το ομώνυμο ντοκιμαντέρ που σκηνοθέτησα για τη ζωή και το έργο της Μελίνας Μερκούρη, 100 χρόνια από τη γέννησή της σε συμπαραγωγή του Υπουργείου Πολιτισμού, του Εθνικού Θεάτρου και του Ιδρύματος Μελίνα Μεκούρη. Άλλωστε ο αγώνας κατά του φασισμού δε σταματάει ποτέ...
Γεννήθηκα Ελληνίδα
Στη μέση της νύχτας μου τηλεφώνησε ο Χατζιδάκις: «Μελίνα... έγινε πραξικόπημα στην Ελλάδα... Ο στρατός ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας». Η επικοινωνία με την Ελλάδα κομμένη. Ήταν 21του Απρίλη. Τι έχει μαζί μας ο Απρίλης;
Τέσσερις μέρες πριν οι «Τάιμς» έγραφαν: «ο Βασιλιάς έχει στριμωχθεί σε μια γωνιά όπου η μόνη εναλλακτική λύση για την επιστροφή μιας κυβέρνησης Παπανδρέου μπορεί να είναι μια δικτατορία με την υποστήριξη του στρατού»...
Ξανά το τηλέφωνο..! Ήταν ο πατέρας μου. Ο μόνος βουλευτής που έτυχε να βρίσκεται έξω από την Ελλάδα την 21πρώτη Απριλίου. Βρισκόταν στο Λονδίνο για θεραπεία. Μας μίλησε για τανκς στους δρόμους, συλλήψεις και την αναστολή του άρθρου που απαγόρευε τα βασανιστήρια... «Και τι έκανε ο λαός;» ρωτήσαμε. «Τίποτα». «Μα ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν είχε προειδοποιήσει πως αν γίνει απόπειρα για πραξικόπημα οι καμπάνες όλων των εκκλησιών θα καλούσαν το λαό στο δρόμο;».
«Μελίνα δεν υπάρχουν καμπάνες, δεν υπάρχει τίποτα. Μόνο κυνήγι και φυλακή». Κοίταξα στιγμιαία το μοντέρνο παντελόνι μου και βρήκα το κουράγιο να χαμογελάσω πικρά... Μετά άρχισαν τα «μη» κι οι συλλήψεις... Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν κόλαση... Ο Τύπος φιμωμένος... Μια πλήρης ενορχηστρωμένη λογοκρισία στην εντέλεια. Η Ελλάδα, λένε, ήταν άρρωστη κι έπρεπε να την χειρουργήσει ο Παπαδόπουλος. Φρίκη! Η ανάσταση που ερχόταν ξυπνούσε μέσα μας το θάνατο. Κι εμείς να παίζουμε ένα έργο για μια Ελλάδα ελεύθερη και χαρούμενη. Κι οι εφημερίδες της Χούντας να υμνούν την επιτυχία μας. Βρε ουστ! Το ίδιο κιόλας βράδυ αποφάσισα να μιλήσω, αλλά ο Τζούλι κι οι δικοί μου με συγκράτησαν. Για λίγο όμως.
Λίγο πριν η μητέρα μου επιστρέψει στην Αθήνα, μια προγραμματισμένη συνέντευξη για την Ίλια και την επιτυχία της, για τις αντιδράσεις του κόσμου... «Σιχαίνομαι που παίζω την Ίλια. Το σιχαίνομαι». «Μα γιατί κυρία Μερκούρη; Γιατί;».
Η μητέρα μου με κοίταξε ικετευτικά σα να’ ξερε πως ήταν η τελευταία φορά που μ’ έβλεπε. «Γιατί είναι ψέμα. Δεν υπάρχει ευτυχία στην Ελλάδα σήμερα. Είναι μια αλυσοδεμένη χώρα».
«Κάνετε δήλωση κατά των συνταγματαρχών;»
«Ναι, ναι!».
«Και μια τελευταία ερώτηση για τους Αμερικανούς τουρίστες: Πιστεύετε πως πρέπει να πάνε στην Ελλάδα φέτος το καλοκαίρι;».
«Αν νομίζουν ότι μπορούν να παραθερίζουν σε νησιά όπου βασανίζονται άνθρωποι...» Ήξερα πως η απάντηση που έδωσα θα με κρατούσε για καιρό μακριά από την Ελλάδα. Η συνέντευξη προβλήθηκε στο δελτίο ειδήσεων του ΝΒC. Ξανά και ξανά…
Τα χειροκροτήματα των συναδέλφων μου στο θέατρο διαδέχτηκαν οι απειλές.
Εκατοντάδες τηλεγραφήματα... Και γράμματα. Μερικά απ’ αυτά ήταν όμορφα. Μερικά ήταν έκφυλα και σιχαμένα. Γεμάτα μίσος…
Μετά την πρώτη εκπομπή δεν υπήρξε ανάπαυλα. Τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και εφημερίδες ζητούσαν το κορίτσι του «Ποτέ την Κυριακή» που τα ‘βαζε με τους Συνταγματάρχες. Ήμουν μια καλή ιστορία πρώτης σελίδας. Με ευθύνη βαριά…
Μίλησα σε πανεπιστήμια και γυμνάσια. Για τη συνενοχή της αμερικανικής κυβένησης. Καταρτισμένα. Οι μέρες του αγώνα θα αποδεικνύονταν το πιο μεγάλο σχολειό. Το αίσθημα ενοχής που βασάνιζε τον Τζούλι επειδή ο ίδιος ζούσε, αίσθημα που είχαν αρκετοί Εβραίοι μετά τη γενοκτονία τους αλλά και η αγάπη του για μένα και την Ελλάδα δεν τον άφηνε στιγμή μακριά μου. Όχι όμως για πολύ... Με την κρίση της Μέσης Ανατολής ο Τζούλι έφυγε να τραβήξει τον πόλεμο του Ισραήλ. Κι έμεινα μόνη.
Ανάγκασα τον παραγωγό μας να τον φέρει πίσω. Γύρισε μέσα σε 24 ώρες. Του είπα ότι, αν ξαναφύγει, θα πηδήξω από το παράθυρο και εκείνος μου είπε: «πήδα!» Είχα κάνει μια απόπειρα ν’ αυτοκτονήσω στα 14. Δεν είχα σκοπό να το ξανακάνω μεγαλοκοπέλα. Ναι, είναι γενναία πράξη η αυτοκτονία αλλά γενναία πράξη είναι και να επιμένεις στη ζωή.
Και στον αγώνα…
Μια εποχή γεμάτη εφιάλτες... Για πρώτη φορά στη ζωή μου καλωσόριζα τον απόλυτο εχθρό μου: Τη μοναξιά. Καθόμουν μόνη στο καμαρίνι διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας μια απόφαση που είχε ψηφιστεί από το «ανασυσταθέν» Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών: Εξαιτίας των «ανθελληνικών μου δραστηριοτήτων» είχα διαγραφεί… Ήξερα πως ήταν δουλειά της Χούντας αλλά εκείνοι που ψήφιζαν ήταν συνάδελφοί μου, ηθοποιοί... Σκέφτηκα για λίγο την Παπαδάκη. Εκείνη τη μέρα…δίπλα στο φέρετρο. Εκείνη τη μέρα δίπλα στο βασανισμένο της σώμα. Μαζί με το διχασμένο πλήθος.
Νωρίς το πρωί της 12ης Ιουλίου ξανά το τηλέφωνο: «Κυρία Μερκούρη, ο Έλληνας Υπουργός των Εσωτερικών κ. Παττακός, σας κήρυξε εχθρό του λαού. Ισχυρίζεται πως βλάψατε ηθικά και οικονομικά τη χώρα. Η περιουσία σας θα δημευθεί και η ελληνική ιθαγένεια σας αφαιρείται». Πάγωσα… Ήμουν η πρώτη που πήραν την ιθαγένεια. Με είχαν διαγράψει ως ηθοποιό, τώρα θα με διαγράφαν κι από Ελληνίδα;
«Έχετε να κάνετε κάποιο σχόλιο;». «Εγώ γεννήθηκα Ελληνίδα, αυτός γεννήθηκε φασίστας. Αυτός θα πεθάνει φασίστας κι εγώ θα πεθάνω Ελληνίδα». Θυμός και φόβος. Η Ειρήνη Παπά από την Ιταλία διαμαρτυρόταν για την αρπαγή της ελληνικότητάς μου και η Φαλάτσι έγραφε για τον αγώνα μας. Ο Μύλλερ απαγόρευσε το ανέβασμα οποιουδήποτε έργου του στην Ελλάδα και ο Άλμπι έκανε έκκληση να μην συμμετάσχει κανείς καλλιτέχνης στο Φεστιβάλ Αθηνών.
Γράμματα έρχονταν από παντού…και ξαφνικά: «Είναι ένας νεαρός μ’ ένα μήνυμα για σας από την Αθήνα και ζητάει να σας δει». «Ο Μίκης… είναι καλά. Αυτό είναι από εκείνον»: Το μέτωπο τους Έλληνες καλεί ξανά στη μάχη. Ελευθερία ή θάνατος το λάβαρό μας γράφει…
Κι ύστερα πάλι στο καμαρίνι ο τραπιστής μοναχός: «Θα προσεύχομαι για σένα...». Στις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες υπάρχουν οιωνοί… στη δική μου ένας τραπιστής μοναχός που προμήνυε… «Μις Μερκούρη, έχουμε πληροφορίες ότι θα γίνει απόπειρα κατά της ζωή σας». Σύμφωνα με το FBI ο υποψήφιος δολοφόνος μου ήταν μετρίου αναστήματος και είχε νοικιάσει διαμέρισμα κοντά στο θέατρο.
Μ’ έλουζε το φως και ο ιδρώτας για τα επόμενα δέκα λεπτά που άνοιξε η αυλαία... Για τρεις μήνες έπαιζα με δυο FBI στις κουίντες και τρεις στην πλατεία... Τώρα πια ήμουν εύκολος στόχος κι η Δέσπω πάντα εκεί, ακοίμητος φρουρός! Δεν ήταν όμως ακόμα η στιγμή... θα έφευγαν πρώτα ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Παναγούλης. Όταν το παρακράτος λειτουργεί, είναι σα να συνεννοούνται οι φασίστες σ’ όλον τον κόσμο. Την ίδια στιγμή. Με τα ίδια μέσα... Οι απειλές και τα χειροκροτήματα συνεχίζονταν.
Όταν τελείωσαν οι παραστάσεις δεν μπορούσα να δουλέψω πια στο θέατρο και στο σινεμά. Δεν με ασφάλιζαν τα στούντιο.
Περιοδεία στη Γένοβα και λίγο πριν ανέβω στην εξέδρα του ομιλητή. «Μελίνα, μια στιγμή, να ελέγξουμε τα μικρόφωνα». Κάτω απ’ την εξέδρα υπήρχαν πέντε κιλά εκρηκτικά που θα έσκαγαν πέντε λεπτά ακριβώς μετά την έναρξη της ομιλίας μου… Κατά τύχη το πόδι της γυναίκας που έλεγχε τα μικρόφωνα μετακίνησε τη μικρή κουρτίνα που διακοσμούσε το βάθρο αποκαλύπτοντας το πακέτο με τον εκρηκτικό μηχανισμό. Η αντίδραση των Ιταλών ήταν φανταστική. Σε λίγα λεπτά χιλιάδες κόσμου ήρθαν να κατακλύσουν την πλατεία. Η Γένοβα ξέρει να αντιστέκεται! Και μετά Βερολίνο, Βρυξέλλες…
Τον επόμενο Ιούλη έχασα τη μάνα μου. Τον ίδιο μήνα που είχα χάσει την πατρίδα μου…Τον ίδιο μήνα που χάσαμε την Κύπρο...
Ο πατέρας μου είχε πεθάνει… Λες κι έφεραν μαζί τους τη γρουσουζιά, εκτός από τον «γύψο»...
Δεκατρείς ώρες μου ‘δωσε η Χούντα για να θάψω τον άνθρωπο που μου ‘δωσε τη ζωή… αλλά δυο καλοκαίρια μετά, πάλι Ιούλιο, θα γύριζα πίσω οριστικά στην Ελλάδα… Αυτήν τη φορά οι υπάλληλοι εδάφους δε με χλεύασαν…Συμπατριώτες και φίλοι με περίμεναν στο αεροδρόμιο και κάπου ένα πανό να με καλωσορίζει: « Η Θάλασσα απέραντη και συ, πάλι Ρωμιά». Ήταν το τραγούδι που ‘χαμε σκαρώσει μέσα σε ένα βράδυ με την Άλκη. Είχε κάτι από τα παραμύθια. Είχε κάτι από τους αγώνες της.
Si tu aimes les aubaines, les problèmes, les échecs Prends le
risque et viens vite, je t'invite, je suis grecque Je vais te tirer
les cartes, et dans ta vie je vois
Des voyages, des nuages, des orages avec moi Des
voyages, des nuages, des orages avec moi Chez
moi, là-bas au bord de l'eau
On joue toute la nuit
Chez moi, des hommes jeunes et beaux
Parfois parient leurs vies