Διανύουμε μια περίοδο σοβαρών κλυδωνισμών παγκοσμίως. Τοπικές αναταράξεις στη Μέση Ανατολή και στις άλλοτε σοβιετικές δημοκρατίες, ισλαμική τρομοκρατία στην Ευρώπη και, ταυτόχρονα, η πανδημία του κορωνοϊού έχει προκαλέσει οικονομική αστάθεια στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Παράλληλα με την κρίση υγείας, καλούμαστε διαρκώς να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις και απειλές προερχόμενες από τη γειτονική Τουρκία.
Ας κάνουμε όμως μια σύντομη αναδρομή στους τελευταίους μήνες, κατά τους οποίους παρατηρούμε την Τουρκία να διευρύνει την επιθετικότητά της, να περιφρονεί προκλητικά και απροκάλυπτα διεθνείς συνθήκες και κανόνες του διεθνούς δικαίου, να αμφισβητεί ευθέως την εθνική μας κυριαρχία, να μας απειλεί με πόλεμο και να επιμένει στο επεκτατικό νεοοθωμανικό όραμα του Ερντογάν για μια Τουρκία επικυρίαρχο στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα, την περασμένη άνοιξη, πέτυχε να αποκρούσει την εισβολή των κατευθυνόμενων από τον Ερντογάν μεταναστευτικών ορδών και, με συντονισμένες διπλωματικές κινήσεις, κέρδισε τη μάχη των εντυπώσεων στη διεθνή κοινότητα και υποχρέωσε τη γειτονική χώρα σε περιστολή της προκλητικότητάς της στον Έβρο.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη υπέγραψε πρόσφατα, και σε αντίθεση με την παράνομη και τουρκολυβική συμφωνία, νόμιμες συμφωνίες με την Ιταλία και την Αίγυπτο, όπου επιβεβαιώνεται το δικαίωμα των νησιών σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, ανέδειξε την ευρωπαϊκή διάσταση του προβλήματος που συνιστά η τουρκική επεκτατικότητα και αλαζονεία, καθώς αγγίζει ζωτικά ευρωπαϊκά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, και πέτυχε, παρά τις αντιδράσεις τις προερχόμενες από τους ενδοευρωπαϊκούς συσχετισμούς και τα αλληλοσυγκρουόμενα εθνικά συμφέροντα, να προκαλέσει τη διαμόρφωση καταλόγου κυρώσεων, σε περίπτωση που η Τουρκία επιμείνει σε μονομερείς ενέργειες σε βάρος της Ελλάδας.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν με τον πλέον θετικό και αναμφισβήτητο τρόπο την ορθότητα και την αποτελεσματικότητα των μέχρι σήμερα κυβερνητικών χειρισμών, τόσο σε επιχειρησιακό, όσο και σε διπλωματικό επίπεδο, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ήδη από την πρώτη στιγμή, κατέστησε σαφές ότι η Ελλάδα είναι μεν έτοιμη για διάλογο, όχι όμως υπό καθεστώς απειλών και εκβιασμών, ενώ παράλληλα διευκρίνισε ότι αντικείμενο των διερευνητικών επαφών είναι μόνον η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι η χώρα μας επιδιώκει καλές σχέσεις με την Τουρκία και δεν στάθηκε ποτέ εμπόδιο σε σχήματα περιφερειακής συνεργασίας. Η γειτονική χώρα, όμως, επιλέγει με τη στάση της να απομονώνεται να αυτο-αποκλείεται από αυτές τις προσπάθειες. Σε πρόσφατη συζήτηση που είχε ο Πρωθυπουργός με τον δημοσιογράφο John Defterios, στο 5ο EU - Arab World Summit, τόνισε ότι έχουν γίνει πολλές προσπάθειες συνεννόησης, αλλά, ως απάντηση σε αυτές, γίναμε αποδέκτες μιας σειράς ιδιαίτερα προκλητικών ενεργειών. Επαφίεται, λοιπόν, στην Τουρκία να επιλέξει, αν πράγματι το επιθυμεί, μία εποικοδομητική σχέση με την Ευρώπη ή, τελικά, να εμείνει στην επιθετικότητά της και τη συγκρουσιακή διάθεσή της. Σε περίπτωση που ακολουθήσει τη δεύτερη επιλογή, θα πρέπει να γνωρίζει ότι θα υπάρξουν συνέπειες, καθώς η Ε.Ε. έχει καταστήσει σαφές ότι προσδοκά σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά της μέχρι τον Δεκέμβριο. Οι Ευρωπαίοι, χάρη στην έντονη διπλωματική δραστηριότητα της Κυβέρνησης, έχουν, πλέον, αντιληφθεί πως δεν πρόκειται απλώς περί μιας διαφοράς μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ή Κύπρου και Τουρκίας, καθώς η επιθετικότητα και η προκλητικότητα των γειτόνων μας απειλούν ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο και επηρεάζουν την Ευρώπη συνολικά.
Η πατρίδα μας, με την υπεύθυνη στρατηγική της Ελληνικής Κυβέρνησης, διασφαλίζει, εντός μιας σύνθετης περιόδου, τα εθνικά μας συμφέροντα με πλήρη και οργανωμένο τρόπο.