Δύσκολα σοκάρεται πια κάποιος με το οργανωμένο έγκλημα, που συνέβη και πάλι. Μοιάζει να έχει απλώσει τα πλοκάμια του παντού. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προεκλογικά υποσχέθηκε ότι θα σώσει τους πάντες από την εγκληματικότητα και ιδού η οσμή του θανάτου ξανά ενός 58άχρονου άνδρα. Πιο πριν μίας νεαρής γυναίκας. Μίας μικρής μανούλας, που δεν πρόλαβε να δει το μωρό της να χρονίζει, δεν θ’ ακούσει τα πρώτα του λογάκια, δεν θα τη δει να σβήνει το κεράκι στα πρώτα της γενέθλια, δεν θα μάθει για το πρώτο της φλερτ ούτε θα συγκινηθεί στον γάμο της.
Η υπόθεση Καραϊβάζ, ο φόνος της νεαρής μάνας ενός μωρού, της Καρολάιν, ο φόνος ενός άντρα στα Επτάνησα, η ομαδική εξόντωση της οικογένειας από τον αλλόφρονα πρώην σύζυγο, η αλληλοεξόντωση μεταξύ μπράβων είναι μία επαναλαμβανόμενη ήττα της κυβέρνησης στο πεδίο που νόμιζε πως. με τον προσεταιρισμό Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, θα τα πήγαινε καλά.
Αμ, δε! Ο προεκλογικός λαϊκισμός περί εγκληματικότητας δυστυχώς πληρώνεται και μάλιστα ακριβά. Το οργανωμένο έγκλημα ζει και βασιλεύει και τη Νέα Δημοκρατία, που θα έλυνε το ζήτημα σε χρόνο μηδέν, μοιάζει να την περιγελά.
Αναμφίβολα, ο φόνος μίας νεαρής μάνας υπό τέτοιες συνθήκες παραμένει ένα συγκλονιστικό γεγονός. Όχι μόνο για την ίδια, το μωρό της ή τον σύζυγό της. Το βασικό ερώτημα είναι πού βαδίζουμε ως κοινωνία. Είναι σαν να πολέμησε ο Χάρος την ομορφιά της, το δροσερό χαμόγελο, το τρυφερό κορμάκι.
Τα όρια της παραβατικότητας
Είναι ένας φόνος, που αμφισβητεί τα όρια μεταξύ παραβατικότητας κι εγκληματικότητας και τα οριοθετεί εκ νέου. Είναι σαφές πως κάθε υπουργός Προστασίας του Πολίτη δεν μπορεί να βγαίνει από το γραφείο τής Κατεχάκη, για να παριστάνει τον μπάτσο-ράμπο.
Όμως, αντί να δούμε τι φταίει και φτάσαμε έως εδώ, τόσο ο ίδιος ο υπουργός με την επικήρυξη, όσο κι ορισμένοι εκ της κυβέρνησης ή της κοινοβουλευτικής τάξης της Ν.Δ. μοιάζουν να μην έχουμε καταλάβει πως κινούνται σε απόλυτα λανθασμένη κατεύθυνση, που αντί να κυνηγούν γερόντια και νέα παιδιά στις πλατείες έχουν χάσει τον μπούσουλα.
Το οργανωμένο έγκλημα μετά τα Γλυκά Νερά και τη δολοφονία στη Μεταμόρφωση βλέπουμε πως οριοθετεί εκ νέου τον εαυτό του. Έχει κόψει τις μπάρες με οποιασδήποτε μορφής ευαισθησία ή ανθρωπιά και δημιουργεί ένα νέο είδωλο, πιο σκληρό κι αδίστακτο σε σχέση με εγκλήματα του παρελθόντος.
Φανερώνει την απουσία συναισθημάτων και την αίσθηση της κοινωνίας-ζούγκλας, όπου το ένα θηλαστικό κατασπαράσσει με μανία το άλλο. Κι αντί να δούμε τι φταίει για τον σπαραγμό, αντί να σκεφτούμε πώς γιατί ένας άνθρωπος μετατράπηκε σε άγριο θηρίο, πού κάναμε ως κοινωνία το λάθος, ξεκινάμε από την Άλφα Βήτα.
Βλέποντας τα πράγματα με την κοινωνιολογική φαντασία, όπως θα έλεγε ο C. Wright Mills, ένας σπουδαίος κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, κι όχι μόνο μέσα από το πρίσμα του ανθρώπου, που μένει ενεός μπροστά στη φρίκη, προξενεί έλλειψη η απουσία της κοινωνίας που δημιούργησε αυτό το συναίσθημα. Ο δολοφόνος της μάνας έχει υπάρξει ο ίδιος «νεκρός» (ψυχικά), προτού σκοτώσει τη μάνα. Είναι συναισθηματικά νεκρός. Η νεκρή μάνα απλώς αποκάλυψε το μέγεθος της νέκρωσής του.
Η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία και το έγκλημα
Ο δράστης ή οι δράστες, εν προκειμένω, δεν είναι παιδιά μίας ξένης κοινωνίας αλλά μιας παγκοσμιοποιημένης, πλέον ελληνικής κοινωνίας, η οποία αφήνει ανθρώπους να νιώθουν εντελώς περιθωριοποιημένοι. Το περιθώριο γεννά σκληρότερο περιθώριο. Η έννοια της μαφίας, ουσιαστικά είναι μία παραδοχή ενός αντίστροφου προτύπου «οικογένειας», στην οποία ο σκληρός, ο αδίστακτος είναι ο αποδεκτός.
Η απουσία ενσυναίσθησης είναι απλά η απουσία της κοινωνίας, όταν ο δράστης τη χρειαζόταν. Κι ο δράστης είτε είναι Έλληνας είτε ξένος κουβαλά τα δικά του «μπαγκάζια», όπως έδειχνε στην αίθουσα ο πανεπιστημιακός καθηγητής μου Νίκος Θεοτοκάς, αναπαριστώντας όλα αυτά που δεν φαίνονται, αλλά κουβαλάμε στους ώμους μας και μας καθορίζουν. Ο δράστης, που τόσο εμείς χτυπάμε, δεν είναι μόνο ο ξένος. Είναι μία έκφραση της κοινωνίας μας, ένα απόστημα, που εμείς αφήσαμε να μεγεθυνθεί, γιατί δεν το σπάσαμε όταν ήταν μικρό. Δεν αγκαλιάσαμε το μωρό στην πρώτη πληγή που έκανε, και την αφήσαμε να κακοφορμίσει.
Το περιθώριο, οι κοινωνικοί επιστήμονες και το ελληνικό κράτος
Όσο το ελληνικό κράτος καταχωνιάζει τους κοινωνικούς επιστήμονες στα αζήτητα, τόσο τέτοια θα φαινόμενα θα γίνονται όλο και πιο ακραία. Όσο η κάθε κυρία Νίκη Κεραμέως, ελαφρά τη καρδία και χωρίς αιδώ, θα πετά τις κοινωνικές επιστήμες στα σκουπίδια της ιστορίας, τόσο θα γεννιέται μεγαλύτερη βία. Όσο θα πετάμε την κοινωνική έρευνα στη χωματερή, τόσο θα γιγαντώνονται οι ληστές της διπλανής πόρτας και θα τρέμουμε σε κάθε γωνία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αυτοπεριορίζεται στην αυταρχική ατζέντα Χρυσοχοΐδη - Νικολάου και με νομικίστικα τερτίπια επιχειρεί να λύσει ένα βαθιά κοινωνικό πρωτίστως πρόβλημα.
Το «οργανωμένο έγκλημα» λειτουργεί ως ανατροφοδότης κι ενισχυτής του περιθωρίου. Προηγουμένως, όμως, η ίδια η κοινωνία ήδη έχει περιθωριοποιήσει το άτομο, μέσα στην οικογένεια, στο σχολείο, στις παρέες ή μέσα από την εγκληματική ομάδα αποκτά δύναμη επιβολής απέναντι σε όλους όσοι το αμφισβητούν. Τα εγκλήματα στον χώρο του περιθωρίου έχουν διαφορετικούς κανόνες ή μη κανόνες.
Είναι σαφές ότι ακόμη και σε μία «εγκληματική ομάδα» κάποιος από τα μέλη μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο συναισθηματικός. Ο δράστης, όμως, στην προκειμένη περίπτωση, μοιάζει να έχει υποστεί νέκρωση από άποψη συναισθήματος. Από την άλλη πλευρά, και η δράση γεννά αντίδραση. Έτσι, μιλάμε για ψυχολογία του όχλου, η οποία διεκδικεί άρον-άρον κρεμάλες.
Είναι σαφές πως ο φόνος της νεαρής μητέρας είναι ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Ανεξάρτητα από το εάν το έγκλημα ήταν προμελετημένο ή απλά οι ληστές κάτι φοβήθηκαν, ανεξάρτητα αν είχαν πρόθεση να σκοτώσουν ή είχαν σκοτώσει ξανά, το γεγονός καθεαυτό είναι συγκλονιστικό. Όταν ένας άνθρωπος φτάνει στο σημείο να σκοτώνει ανθρώπους λες κι είναι έντομα, άμα δημιουργεί εγκλήματα ως «τροπαιούχος», σημαίνει πως όλες οι κοινωνικές υπηρεσίες, όπως λειτουργούν μέχρι σήμερα, θέλουν αλλαγή πλεύσης. Χρειάζονται γενναία χρηματοδότηση, αλλαγές θεσμικές, ενίσχυση σε εξειδικευμένο προσωπικό κι αναβάθμιση αλλά και στήριξη των κοινωνικών επιστημών μέσα στο σχολείο.
Η εγκληματική δράση κι η άρνηση του μητρικού ρόλου
Διότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο φόνος μετατρέπεται σε μία «απλή κανονική δουλειά», όπως συμβαίνει σε κοινωνίες μπράβων. Ο άνθρωπος παύει να είναι άνθρωπος κι είναι απλά «στόχος». Πλήρης απουσία συναισθήματος ως απόρροια της κοινωνίας του αποκλεισμού.
Σε αυτό το δίλημμα της καθημερινότητας και της ανθρωπιάς, η κυρία υπουργός της Εκπαίδευσης πέταξε όλη την κοινωνική γνώση κι εμπειρία ετών στα σκουπίδια, αποδομώντας όλα τα σοβαρά πανεπιστήμια που διαθέτουν έδρες κοινωνιολογίας. Η αριστεία πήγε στα σκουπίδια, επειδή δεν ταίριαξε με τη δική της αυταρχική στάθμιση των πραγμάτων. Άφησε έτσι ανοιχτό το πεδίο για μία σειρά από ζητήματα, που έχουν γεννηθεί σε άλλες κοινωνίες πιο προηγμένες, όταν δεν υπάρχουν κρατήματα για τη νεολαία: θρησκευτικές παρακρούσεις, νεοναζιστικά μορφώματα, τρομοκρατικές ενέργειες, αφήνοντας πεδίο δόξης λαμπρό να εκκολαφθεί και πάλι το αυγό της περιθωριοποίησης.
Τρυφερότητα, αγάπη, μίμηση, ταύτιση
Η πράξη του δράστη πιθανόν φανερώνει μία εύθραυστη σχέση με τη δική του μητέρα. Μία γονεϊκή σχέση, η οποία για διάφορους λόγους δεν ολοκληρώθηκε ποτέ ή ολοκληρώθηκε λάθος. Οι πληγές του δράστη προφανώς ήταν πολύ μεγαλύτερες, προτού αγγίξει και θανατώσει τη νεαρή Καρολάιν. Πληγές αφανείς στο ευρύ κοινό, αλλά απόλυτα μεγάλες και αιμορραγούσες, που η κοινωνία ουδέποτε νοιάστηκε να τις γιατρέψει, όταν προκλήθηκαν. Η κοινωνία, που περιθωριοποιεί, που δεν αγαπάει, που αφήνει τα ΑΜΕΑ, τον Ρομά, τον ξένο, τον πιο κακό μαθητή, τον παχύσαρκο εκτός, αλλάζει την ψυχολογία ενός παιδιού. Καταστρέφει το συναίσθημα, δημιουργεί ανθρώπους με αρνητικά και τοξικά συναισθήματα. Έναν άνθρωπο, που στον δικό του καθρέφτη ψάχνει να δικαιωθεί εκδικούμενος, ενσαρκώνοντας την κακή εικόνα που του έδωσε η κοινωνία, κι αντί να την ολοκληρώσει βελτιούμενος επιχειρεί να βρει τρόπο να γίνει χειρότερος, γιατί έτσι απλά θα αγαπηθεί περισσότερο.
Είθισται οι δράστες μίας επίθεσης να μη συνεκτιμούν όλοι με τον ίδιο τρόπο την εγκληματική πράξη. Όμως, ο κύριος αυτουργός είχε σίγουρα θέματα περιθωριοποίησης από το περιβάλλον του, είτε αυτό λέγεται μάνα είτε πατέρας είτε οικογένεια, είτε σχολείο κ.ά.
Τα τιμωρητικά μοντέλα κι η πραγματικότητα
Αυτός που έκανε τέτοιο έγκλημα δεν παύει να είναι ο ίδιος τόσο πληγωμένος, που δεν νιώθει τίποτα. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος που διέπραξε το αδίκημα είναι φανερό πως δεν πήρε την αγάπη, όταν έπρεπε. Το κακό είναι πως με την αναθεώρηση που επιχειρεί η κυβέρνηση, προς τα κάτω θα χάσουμε κι άλλους, που θα μπορούσαν να σωθούν.
Το σημερινό ποινικό σύστημα έχει αποτύχει ολοσχερώς, όχι γιατί άφησε φτωχοδιάβολους να ξαναβγούν, αλλά γιατί δεν αντιμετωπίζει τις αιτίες. Δεν αντιμετωπίζει σοβαρά τα θέματα επανένταξης, δεν παίρνει από το χέρι τα παραβατικά παιδιά, δεν κοιτάζει πώς θα βελτιώσει αλλά πώς θα ξαναβρεί μία αιτία να τα ξαναβάλει μέσα. Η μεταχείριση του θέματος από την πλειοψηφία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, δε, το ίδιο ακραία με την ψυχολογία του όχλου.
Η απόδοση της δικαιοσύνης μόνο μέσα από το τιμωρητικό μοντέλο θα επαναφέρει το μοντέλο του τέρατος και μέσα στη φυλακή. Ξεχνούν όλοι όσοι ξιφουλκούν υπέρ των αυστηρότερων ποινών τα παλαιότερα μαχαιρώματα μέσα στις φυλακές, διότι αν κάποιος δεν έχει τι να χάσει, δεν έχει πρόβλημα να σκοτώσει.
Αν κάποιος δεν έχει ελπίδα να βγει ποτέ από μία φυλακή, δεν έχει πρόβλημα να τραυματίσει οποιονδήποτε βρεθεί στον δρόμο του για να το σκάσει. Αν κάποιος δεν φοβάται τον θάνατο γιατί τον ζει κάθε μέρα χωρίς ελπίδα ελευθερίας. δεν έχει πρόβλημα να τρελαθεί και να πάρει στον λαιμό του συγκρατούμενούς του.
Παίζει με τη φωτιά η κυβέρνηση Μητσοτάκη κόντρα σε κάθε σύγχρονη επιστημονική θεωρία για τη μεταχείριση των κρατουμένων, για να ικανοποιήσει το φιλοθεάμον κοινό της, πετώντας παρόλες για τον νόμο Παρασκευόπουλου, ενώ έχουν αλλάξει έκτοτε τρεις υπουργοί Δικαιοσύνης. Βεβαίως, όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα, προκειμένου να ικανοποιήσει τους δυσαρεστημένους ακραίους ψηφοφόρους, αλλά κι ανθρώπους που είναι λογικό να φοβούνται μετά την αύξηση της ακραίας βίας κι εγκληματικότητας. Αφήνει έτσι προς χάριν των εντυπώσεων την ουσία, πως δηλαδή η κοινωνία μας θα γεννά λιγότερους ληστές κι ακραίους φονιάδες, δηλαδή ζωντανούς παράνομους κι όχι νεκρωμένους εγκληματίες…