Μπορούμε είτε να αποδεχόμαστε είτε να απορρίπτουμε τον εαυτό μας, τους άλλους, τις καταστάσεις, τα γεγονότα, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Μπορούμε να βιώνουμε ηρεμία και ευτυχία, ή μπορούμε να νιώθουμε φόβο, άγχος, μνησικακία, θυμό, πίκρα, πόνο, ενοχή ή ντροπή. Η αποδοχή είναι στενά συνδεδεμένη με την ευτυχία και την ηρεμία.
Η άλλη εκδοχή είναι να βιώνουμε τα προαναφερθέντα αρνητικά συναισθήματα, τα οποία μειώνουν και βλάπτουν την υγεία, τις σχέσεις, την ευτυχία και ακόμη και την οικονομική μας κατάσταση. Στη Δύση δεν έχουμε κατανοήσει τη δύναμη της αποδοχής όπως την έχουν κατανοήσει στην Ανατολή. Έχουμε προχωρήσει μέσα από τη δύναμη της μη αποδοχής και αναζητώντας τον έλεγχο και την αλλαγή. Κι αυτό είναι χρήσιμο, αλλά χρειαζόμαστε, επίσης, την ικανότητα να αποδεχόμαστε ό,τι δεν μπορούμε να αλλάξουμε, όπως το παρελθόν και οτιδήποτε άλλο δεν μπορούμε να αλλάξουμε.
Η προσευχή της γαλήνης είναι η ιδανική λύση:
«Αγαπητέ Θεέ, δώσε μας τη γαλήνη να αποδεχόμαστε ό,τι δεν μπορούμε να αλλάξουμε,
Το θάρρος να αλλάξουμε αυτό που μπορούμε,
Και τη σοφία να διακρίνουμε το ένα από το άλλο».
Εδώ θα συζητήσουμε τη δύναμη της αποδοχής σαν μέσο προς την ευτυχία. Αν δεν μπορούμε να αλλάξουμε κάτι, τότε είναι άχρηστο και, επίσης, λίγο ανόητο να μην το αποδεχτούμε. Δεν κερδίζουμε τίποτα με το να μην αποδεχόμαστε αυτό που δεν μπορούμε να αλλάξουμε. Είναι χάσιμο χρόνου, υγείας, ευτυχίας και ενέργειας.
Ας ξεκαθαρίσουμε εδώ ότι αποδοχή δεν σημαίνει πως εγκρίνουμε ό,τι κάνει ο άλλος ούτε πως χρειάζεται να συνεχίσουμε να έχουμε επαφή με τον άλλον. Απλά σημαίνει ότι έχουμε υπερβεί τους φόβους μας και άλλα δυσάρεστα συναισθήματα που πυροδοτούνται από τη συμπεριφορά του και ότι αποδεχόμαστε πως χρειάζεται να είναι έτσι σ’ αυτό το στάδιο της εξέλιξής του. Επίσης, χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι δεν βρίσκεται κατά τύχη στην πραγματικότητά μας. Τον έχουμε προσελκύσει σαν μια ευκαιρία να μάθουμε κάτι και να ανακαλύψουμε ακόμη υψηλότερες όψεις της ύπαρξής μας.
Εδώ μπορούμε να θέσουμε τις τρεις ερωτήσεις που θέλουμε πάντα να θέτουμε, όταν οι άλλοι συμπεριφέρονται με τρόπους που μας ενοχλούν:
1. Τι μπορεί να αισθάνεται ό άλλος για να συμπεριφέρεται μ’ αυτό τον τρόπο; (Συνήθως η απάντηση είναι φόβο ή ενοχή.)
2. Τι μπορεί να μάθω από την εμπειρία; (Να εξελιχθώ με κάποιον τρόπο.)
3. Ποια είναι η ανώτερη, πιο εξελιγμένη, γεμάτη αγάπη ανταπόκριση που μπορώ να έχω προς αυτή την κατάσταση;
Μπορεί, επίσης, να θέλουμε να ρωτήσουμε τον εαυτό μας τα ακόλουθα:
1. Έχω εκφράσει τις ανάγκες μου με ένα εγώ-μήνυμα, παίρνοντας την ευθύνη για την πραγματικότητά μου και τα συναισθήματά μου, ή διατηρώ αρνητικά συναισθήματα προς τον άλλον και τον θεωρώ υπεύθυνο για ό,τι νιώθω;
2. Μήπως υπάρχει κάτι στη συμπεριφορά μου που δεν βοηθά τον άλλον να ανταποκριθεί με τον τρόπο που θα μου άρεσε;
3. Μήπως έχω εδώ κάποιον υποσυνείδητο προγραμματισμό που μπορεί να με εμποδίζει να υλοποιήσω αυτό που θέλω;
4. Μήπως είναι ίσως καιρός να αφήσω αυτή την ανάγκη και να είμαι ευτυχισμένος μέσα μου;
Γενικά, η μη αποδοχή και η απόρριψη είναι αμυντικοί μηχανισμοί προς κάποιον ή κάτι που φοβόμαστε ότι θα μας κάνει να πονέσουμε ή μας έχει ήδη προκαλέσει πόνο. Όταν νιώθουμε εσωτερική ασφάλεια, αξία, ελευθερία και ικανοποίηση, μπορούμε να τα αποδεχτούμε όλα όπως είναι και όπως μπορούν να είναι, συνυπολογίζοντας το παρελθόν μας και τα μαθήματα που χρειάζεται να μάθουμε.
Η αποδοχή κάποιου άλλου ότι δεν μπορεί να είναι ειλικρινής ή να συμπεριφέρεται με τρόπο που θεωρούμε σωστό, δεν σημαίνει ότι κάνουμε το ίδιο. Είμαστε εδώ για να γίνουμε το ύψιστο ον που μπορούμε να είμαστε, ενώ επιτρέπουμε τους άλλους να είναι αυτό που μπορούν να είναι στην πορεία τους και δεν απαιτούμε να είναι όπως τους χρειαζόμαστε. Αυτό είναι μια μονόπλευρη επιλογή. Έχουμε την πρόκληση να ζούμε σύμφωνα με την εσωτερική ηθική καθοδήγησή μας και να επιτρέπουμε στους άλλους να κάνουν αυτό που χρειάζονται για τη δική τους και τη δική μας εξέλιξη.
Συγχρόνως, χρειάζεται, επίσης, να θέτουμε όρια με αγάπη και να ορίσουμε ποιες συμπεριφορές μπορούμε να αποδεχτούμε και ποιες δεν μπορούμε. Αποδεχόμαστε τον άλλον σαν ένα ον πίσω από αυτές τις συμπεριφορές, αλλά δεν τον βοηθάμε όταν του επιτρέπουμε να συμπεριφέρεται με τρόπους που βλάπτουν τους άλλους και τον εαυτό του. Η αποδοχή ότι ο άλλος χρειάζεται να ερευνήσει αυτό το είδος συμπεριφοράς, δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποδεχόμαστε να μας βλάπτει μ’ αυτήν τη συμπεριφορά. Σημαίνει ότι αποδεχόμαστε τον άλλον και του εξηγούμε με αγάπη τα όριά μας. Αποδοχή σημαίνει ότι δεν έχουμε αρνητικά συναισθήματα προς τον άλλον και ότι μπορούμε ακόμη και να τον αγαπάμε ενώ καθορίζουμε τα όριά μας.
Σχετικά με τη σημασία της αποδοχής και της μη απόρριψης, ο Χριστός ήταν πολύ ξεκάθαρος με τις ακόλουθες διδασκαλίες:
«Μην κρίνετε, για να μη κριθείτε».
«Θα κριθείτε με το μέτρο που εσείς κρίνετε».
«Ας ρίξει την πρώτη πέτρα αυτός που δεν έχει αμαρτήσει».
Εδώ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Χριστός προσπαθούσε να μας βοηθήσει να απελευθερωθούμε από την τάση να απορρίπτουμε τους άλλους και, φυσικά, τον εαυτό μας. Όταν απορρίπτουμε αυτό που είναι, αμφιβάλλουμε για τους τέλειους νόμους του σύμπαντος που μας δίνουν κάθε στιγμή αυτό που χρειαζόμαστε για το επόμενο βήμα στην πορεία της εξέλιξής μας. Χάνεται η ενέργειά μας στην απόρριψη αυτού που είναι – αντί να χρησιμοποιήσουμε κάθε ερέθισμα σαν ευκαιρία εξέλιξης.
Τι χρειάζεται να κατανοούμε για να αποδεχόμαστε περισσότερο τους ανθρώπους και τις συμπεριφορές στην ατομική μας πραγματικότητα; Θετικά αντίδοτα για την απόρριψη και την κριτική θα μπορούσαν να είναι:
1. Όσο περισσότερο μαθαίνουμε να κατανοούμε και να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας όπως είμαστε, τόσο ευκολότερο θα είναι να αποδεχόμαστε τους άλλους με τον ίδιο τρόπο. Η αυτοκριτική, η αυτοαπόρριψη και η ενοχή αυξάνουν σοβαρά την τάση μας να κριτικάρουμε τους άλλους. Αν μπορούσαμε να αποδεχτούμε τον εαυτό μας και τους άλλους σαν αυτό που είμαστε σ’ αυτό το στάδιο εξέλιξής μας και, επίσης, σαν επιλογές της ψυχής μας, τότε θα ήμασταν πολύ πιο ευτυχισμένοι.
2. Το να θυμόμαστε ότι είμαστε όλοι σ’ ένα στάδιο εξέλιξης και ότι οι φόβοι και οι αδυναμίες μας μάς ελέγχουν, είναι επίσης μια σημαντική πεποίθηση που μας επιτρέπει να έχουμε κατανόηση και συμπόνια για τις αδυναμίες τις δικές μας και των άλλων. Αυτό δεν περιορίζει την ανάγκη μας να βελτιώσουμε τον εαυτό μας και την κοινωνία σαν σύνολο. Η αποδοχή είναι το πρώτο βήμα για την αλλαγή. Αν δεν αποδεχόμαστε, είμαστε σε ανταγωνισμό με αυτό που υπάρχει – και αυτό, μέσω του νόμου της έλξης, προκαλεί τη διατήρηση και την αύξηση αυτού που απορρίπτουμε. Η αποδοχή είναι ένα σκαλοπάτι προς την άνοδο σε ανώτερο επίπεδο και μας επιτρέπει να πάψουμε να χάνουμε ενέργεια πολεμώντας με την πραγματικότητά μας αλλά να την χρησιμοποιούμε αντικειμενικά και θετικά.
3. Όταν μαθαίνουμε και αποδεχόμαστε τους νόμους της δημιουργίας, παύουμε να νιώθουμε φόβο, αδικία, άγχος, θυμό ή ενοχή και ντροπή. Όταν αποδεχόμαστε ότι υπάρχουν πνευματικοί νόμοι παρόμοιοι με τους φυσικούς νόμους που δημιουργούν την πραγματικότητά μας, θα βλέπουμε τα πάντα μέσα στην τελειότητά τους. Ποιοι είναι αυτοί οι νόμοι;
α. Σύμφωνα με τον νόμο της έλξης, όσο περισσότερο απορρίπτουμε κάποιον ή κάτι (συμπεριλαμβάνοντας κάποιες όψεις του εαυτού μας), για τόσο περισσότερο χρόνο θα υπάρχει μέσα στην πραγματικότητά μας.
β. Η πραγματικότητα είναι ένα πεδίο ενέργειας ή ένα πεδίο πιθανοτήτων που παίρνει μορφή σύμφωνα με τους παρατηρητές αυτού του πεδίου. Οι σκέψεις μας κάνουν τους ανθρώπους, τα γεγονότα και τις καταστάσεις μέσα στην πραγματικότητά μας να πάρουν τη μορφή που έχουν. Στην κυριολεξία δημιουργούμε, επιλέγουμε και έλκουμε την πραγματικότητά μας. Δεν είναι τυχαίο. Δεν είναι άδικο. Είναι αυτό που επιλέγουμε σαν ψυχές και αυτό που υλοποιούμε σαν ευκαιρίες για εξέλιξη.
γ. Οι άνθρωποι, τα γεγονότα και οι καταστάσεις είναι απλώς αποτέλεσμα του εσωτερικού μας περιεχομένου. Δεν υπάρχει τίποτα «εκεί έξω» που δεν είναι κάτι που έχουμε επιλέξει ή δημιουργήσει με το κάρμα μας, τις επιλογές της ψυχής μας και την τωρινή συναισθηματική κατάστασή μας. Όλη η εξωτερική πραγματικότητά μας είναι ένας καθρέφτης που μας δείχνει τι χρειάζεται να αλλάξουμε μέσα μας για να γίνει η «εξωτερική» αλλαγή.
δ. Η πραγματικότητά μας δεν είναι αυτό που συμβαίνει έξω από μας, αλλά το πώς ερμηνεύουμε κάθε κατάσταση με τους υποκειμενικούς προγραμματισμούς μας που αναπτύχθηκαν στα παιδικά μας χρόνια. Η πραγματικότητά μας είναι αυτό που συμβαίνει μέσα στον νου μας, κυρίως τα συναισθήματά μας. Αυτά τα συναισθήματα δεν δημιουργούνται από τους άλλους ή από τα γεγονότα. Τα συναισθήματά μας δημιουργούνται από το πώς επιλέγουμε να αντιλαμβανόμαστε και να νιώθουμε σε σχέση με αυτά τα ερεθίσματα. Μπορεί να αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε επιλογή, επειδή τα συναισθήματά μας γεννιούνται αυτόματα από παλιούς υποσυνείδητους προγραμματισμούς. Αλλά σίγουρα έχουμε επιλογή, να επιλέξουμε την κατανόηση και την ηρεμία αντί για τον φόβο, τον πόνο και τον θυμό. Μπορούμε να επιλέξουμε την ευτυχία αντί για τον φόβο και τον πόνο.
ε. Ο καθένας και το καθετί είναι θεϊκή φωτεινή συνειδητότητα που παίρνει προσωρινή μορφή. Οι επιστήμονες μάς λένε ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ύλη, αλλά μόνο ένα συνεχές αδιάσπαστης ενέργειας που οι αισθήσεις μας παραμορφώνουν εμφανίζοντάς το σαν ξεχωριστές αλληλεπιδρώσες μορφές. Μ’ αυτή την έννοια δεν υπάρχει άλλος. Είμαστε όλοι μία ενέργεια, μία συνειδητότητα, που εμφανίζεται σαν ψευδαίσθηση του διαχωρισμού. Δεν υπάρχει άλλος να φοβόμαστε, να απορρίπτουμε, να εξαρτιόμαστε ή να πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι χωρίς αυτόν. Είναι όλα ένα ενεργειακό πεδίο.
Επομένως, όταν βρίσκουμε τον εαυτό μας να απορρίπτει εμάς, τους άλλους ή τα γεγονότα και τις καταστάσεις, ας κοιτάξουμε βαθύτερα και ας θυμηθούμε τη θεϊκή φωτεινή συνειδητότητα που είναι πίσω από όλα τα φαινόμενα. Το θείο παίρνει προσωρινά τη μορφή του ανθρώπου ή της κατάστασης που μας ενοχλεί, επειδή είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε για να καθοδηγηθούμε προς την ανακάλυψη της αληθινής πνευματικής ταυτότητάς μας. Χρησιμοποιώ τη λέξη «καθοδηγηθούμε» γιατί δεν μπορούμε να αναγκαστούμε να μάθουμε κάτι, λόγω του νόμου της ελεύθερης βούλησης.
στ. Είμαστε σε διαδικασία εξέλιξης της ικανότητάς μας να εκφράσουμε την ενάρετη φύση μας μέσα από αυτό το σώμα και τον νου. Όλα τα γεγονότα και τα ερεθίσματα γύρω μας βρίσκονται εκεί μόνο γι’ αυτόν τον σκοπό. Στη Φιλοκαλία, κάποιοι πατέρες της Εκκλησίας ερμηνεύουν ότι η φράση «δημιουργηθήκαμε κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού» σημαίνει τα ακόλουθα: Η εικόνα βρίσκεται μέσα σε όλα τα όντα, είναι η θεϊκή ουσία ή «Λόγος» στο κέντρο κάθε όντος, ακόμη και του δολοφόνου. Η ομοίωση είναι ο βαθμός, στον οποίο έχουμε καταφέρει να εκδηλώσουμε αυτή την εικόνα στις σκέψεις, τα λόγια, τις πράξεις και τις συμπεριφορές μας. Όλοι μας, ανεξάρτητα από τη συμπεριφορά μας, έχουμε την εικόνα του Θεού στο κέντρο της ύπαρξής μας. Είμαστε όλοι στη διαδικασία να κάνουμε την εικόνα ομοίωση. Μπορούμε να αποδεχτούμε ότι οι άλλοι και ο εαυτός μας είναι σε κάποιο σημείο αυτής της διαδικασίας.
4. Το να θυμόμαστε ότι δεν θα θέλαμε οι άλλοι να μας κριτικάρουν ή να μας απορρίπτουν, μπορεί να μας βοηθήσει να αποφύγουμε να κάνουμε στους άλλους αυτό που δεν θα θέλαμε να κάνουν εκείνοι σε μας. Όλοι κάνουμε πολλά λάθη και έχουμε πολλά ελαττώματα. Πρέπει να είμαστε τυφλοί για να απορρίπτουμε τους άλλους, όταν κι εμείς οι ίδιοι έχουμε τόσα πολλά να βελτιώσουμε. Αλλά ούτε είναι ωφέλιμο να απορρίπτουμε τον εαυτό μας για όσα απορρίπτουμε στους άλλους. Η λύση είναι άλλη μια διδασκαλία του Χριστού, «Να αγαπάτε τους άλλους όπως αγαπάτε τον εαυτό σας». Χρειάζεται να αποδεχόμαστε και να αγαπάμε τους άλλους και τον εαυτό μας συγχρόνως.
Αναπτύσσοντας αγάπη χωρίς όρους για τους άλλους και τον εαυτό μας, θα βιώσουμε την ευτυχία που θέλουμε και αξίζουμε.
Δείτε το βιβλίο Η ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ
του Ρόμπερτ Ηλία Νατζέμυ στο