Ο Ροβεσπιέρος, έχοντας αναλάβει ρόλο προστάτη του νεαρού λοχαγού Ναπολέοντα Βοναπάρτη, την άγρια εποχή της μετεπαναστατικής Γαλλίας, στις συζητήσεις που είχε με τον φιλόδοξο στρατιωτικό τού εξηγούσε συχνά-πυκνά γιατί η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν «ο μεγαλύτερος εχθρός απ’ όλους τους μεγάλους εχθρούς» του γαλλικού λαού. Τα λόγια του φαίνεται ότι μπόλιασαν τον Βοναπάρτη, αφού μερικά χρόνια αργότερα επιδόθηκε σε έναν ανηλεή πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πρώτα στη Αφρική και στη συνέχεια στη Μέση Ανατολή. Μάλλον αυτό θα θυμήθηκαν στην τουρκική προεδρία χαρακτηρίζοντας «Ναπολέοντα της εξοχής» τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, με αφορμή την πρόσφατη Σύνοδο των χωρών του Νότου στην Κορσική και την ένθερμη ομιλία του Γάλλου πολιτικού για το δίκαιο της χώρας μας στις διαφορές με την Τουρκία. Αυτή ήταν μόνο μία από τις συχνότατες προσωπικές επιθέσεις προς τον πρώτο πολίτη της Γαλλικής Δημοκρατίας, που επιχειρούν ο Ερντογάν και η αυλή του το τελευταίο διάστημα, σε ένα πλαίσιο επικοινωνιακού πολέμου σε βάρος της Δύσης και του πολιτισμού της, ως εκφραστές του Σουνιτικού Ισλάμ και προστάτες όλου του μουσουλμανικού στοιχείου. Την ίδια ώρα, η Γαλλία καλείται να πρωταγωνιστήσει ως ηγέτιδα δύναμη της Ευρώπης στην εν εξελίξει σύγκρουση των πολιτισμών, που με ανατριχιαστική ακρίβεια προέβλεψε ο Χάντινγκτον πριν τρεις δεκαετίες, και ο Μακρόν να ανταποκριθεί στο κάλεσμά του από την Ιστορία.
Η ιστορική αντιπαλότητα Γαλλίας και Τουρκίας μπορεί να εξηγηθεί ακόμα και απλοϊκά, βλέποντας τις δομές των δύο κρατών-διαδόχων δύο μεγάλων αυτοκρατοριών. Για να ακριβολογούμε, οι ιδιοσυγκρασιακές αποστάσεις έγιναν τεράστιες όταν η Γαλλία καληνύχτισε τη μοναρχία. Το ελεύθερο πνεύμα, το δημοκρατικό ιδεώδες, οι αξίες του δυτικού πολιτισμού, η ανοχή στο διαφορετικό και η αποδοχή του, βασικά συστατικά της σημερινής Γαλλίας, είναι στο απόλυτο κοντράστ με την Τουρκία, που παραμένει δημοκρατία μόνο κατ’ επίφαση. Είναι τότε που η Υψηλή Πύλη εγκαινιάζει τις προνομιακές σχέσεις της με το γερμανικό στοιχείο, κατ’ αρχάς με την Πρωσία, και στη συνέχεια με τους διαδόχους της, είτε πρόκειται για το χιτλερικό καθεστώς, είτε για τη σημερινή Γερμανία. Μετά την επικράτηση των Νεότουρκων, οι Γάλλοι στήριξαν τον Κεμάλ, μια στήριξη που βιώσαμε τραυματικά ως έθνος, ωστόσο το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα οι σχέσεις ξαναμπαίνουν στον πάγο. Ντε Γκωλ, Ντ’ Εστέν, Σαρκοζί και τώρα Μακρόν, πολιτεύτηκαν έχοντας σταθερά την Τουρκία απέναντι για διάφορους λόγους, είτε επρόκειτο για τη γενοκτονία των Αρμενίων, τον Αττίλα στην Κύπρο, ή την επέκταση στα της Λιβύης. Αξίζει να θυμηθούμε ότι ο Σαρκοζί ήταν αυτός που επί της ουσίας μπλόκαρε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, όταν αυτή ήταν πιο κοντά από ποτέ στις αρχές τού 2000. Από την άλλη, στο σύγχρονο τουρκικό κράτος, οι κοσμικές μεταρρυθμίσεις του Κεμάλ και οι δυτικότροπες προσπάθειες συναντούν τα τελευταία χρόνια το εμπόδιο Ερντογάν, που έχει εγκαθιδρύσει μια ηγεμονία πολιτικού Ισλάμ. Έχοντας δώσει χαρακτήρα θρησκευτικού κράτους στη χώρα του –διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι και ο ίδιος θα αναζητήσει τίτλο θρησκευτικού ηγέτη στη συνέχεια– έχει κλείσει το θέμα της ευρωπαϊκής προοπτικής, έστω κι αν ακόμα απολαμβάνει τα οικονομικά και εμπορικά προνόμια των ειδικών σχέσεων με την Ε.Ε., και έχει επιλέξει τον ρόλο του ηγέτη-προστάτη του Ισλάμ στην Εγγύς και Μέση Ανατολή.
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός συνόρων –αυτών που ορίστηκαν βάσει των διεθνών συνθηκών τουλάχιστον και όχι «των συνόρων της καρδιάς» του «σουλτάνου»– αλλά και οι διπλωματικές πρωτοβουλίες της Τουρκίας το αποδεικνύουν: Παρέμβαση στην Αίγυπτο την εποχή του κινήματος των Αδερφών Μουσουλμάνων, στρατιωτική επέμβαση στη βόρεια Συρία και διπλωματικές επαφές με τις εμπλεκόμενες δυνάμεις στο συριακό ζήτημα, στρατιωτική παρουσία με τον μανδύα των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων σε βάρος του Κούρδων στα σύνορα με το Ιράκ, διπλωματικές πρωτοβουλίες και σύσταση ισχυρών δεσμών με τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης, «δίχτυα» μέσω εμπορικών και οικονομικών συνεργασιών με κράτη του Μαγκρέμπ και της υποσαχάριας Αφρικής με έντονο μουσουλμανικό στοιχείο, επιχειρησιακή υποστήριξη στο Αζερμπαϊτζάν στον πόλεμο με την Αρμενία, αμυντικές συμφωνίες και στρατιωτική παρουσία σε κράτη της βαλκανικής (Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία, Κόσσοβο, Βοσνία). Και βέβαια, ως… αλατοπίπερο στα μύχια σχέδια, η ρητορική μίσους έναντι του δυτικού κόσμου, των Γάλλων, των Χριστιανών, των… Σταυροφόρων. «Έχουμε εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνους αδερφούς και αδερφές που σκοτώθηκαν και εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους και τα μέρη τους, μόνο επειδή ήταν μουσουλμάνοι. Υπάρχουν εκατομμύρια μουσουλμάνοι που υποχρεώθηκαν από ιεραποστόλους να αλλάξουν θρησκεία και τους πήραν και τα παιδιά τους. Έχουμε εκατομμύρια αδερφούς και αδερφές μας που υπόκεινται σε βία, πιέσεις και διακρίσεις λόγω της εθνικής και θρησκευτικής τους ταυτότητας. Δείτε τι συμβαίνει στη Γαλλία και στη Γερμανία. Όλα αυτά συμβαίνουν μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου», διακήρυττε προ ημερών μπροστά στους βουλευτές του AKP. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος της Τουρκίας κάλεσε τη Δευτέρα τους συμπολίτες του να μποϊκοτάρουν τα γαλλικά προϊόντα, λίγες ημέρες αφότου το Παρίσι ανακάλεσε τον πρέσβη του στην Άγκυρα, αφού ο επικεφαλής του τουρκικού κράτους έθεσε υπό αμφισβήτηση την «ψυχική υγεία» του Γάλλου ομολόγου του…
Φίλοι με το Βερολίνο, εχθροί με το Παρίσι
Σε κάθε σχεδιασμό του Ερντογάν, η Γαλλία είναι απέναντι. Αντιθέτως, σε κάθε σχεδιασμό του πρέπει να χωρά ή τουλάχιστον να μην ενοχλείται η Γερμανία. Από την κατασκευή του σιδηροδρόμου προς τη Μοσούλη και το γερμανοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας του 1941 που υπέγραψε η «ουδέτερη» Τουρκία με τους Ναζί, μέχρι τις δεκάδες χιλιάδες μεικτές επιχειρήσεις τού σήμερα, κάιζερ και σουλτάνοι, δικτάτορες και δικτατορίσκοι, πρόεδροι και καγκελάριοι διατηρούν τις ιστορικές σχέσεις Γερμανίας και Τουρκίας σε υψηλό επίπεδο συνεργασίας, αλληλοκατανόησης και αλληλοϋποστήριξης.
Η Γερμανία αποτελεί τον σπουδαιότερο προορισμό των τούρκικων εξαγωγών, οι οποίες ανήλθαν στα 17,4 δισ. δολάρια το 2018. Οι τούρκικες εξαγωγές στη Γερμανία συνίστανται σε οχήματα, διάφορα τμήματα και εξαρτήματα αυτοκινήτων, και υφάσματα, ενώ οι κύριες εισαγωγές από τη Γερμανία είναι μηχανήματα, ηλεκτρονικά, οχήματα, φάρμακα, οπτικά και διάφορα τμήματα και εξαρτήματα για την κατασκευή κινητήρων αυτοκινήτων αλλά και υλικό για σιδηροδρόμους. Επίσης, σημαντικές είναι οι δαπάνες (εισαγωγές) για οπλικά συστήματα από τη Γερμανία. Τους 8 πρώτους μήνες του 2019 ανήλθαν σε 250,4 εκατομμύρια ευρώ (277 εκατομμύρια δολάρια). Ενώ, όπως είπαμε, για την Τουρκία η Γερμανία αποτελεί την πρώτη χώρα για τις εξαγωγές της, για τη Γερμανία αντίστοιχα η Τουρκία βρίσκεται στη 16η θέση. Ο όγκος των γερμανικών εξαγωγών (2018) ανήλθε στα 22,8 δισ. δολάρια. Υπάρχει δηλαδή μια ασυμμετρία στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών σαφέστατα υπέρ της Γερμανίας. Επίσης, αυτή η ασυμμετρία φαίνεται και στον όγκο των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) μεταξύ των δύο χωρών. Η Γερμανία, την περίοδο 2002-2018, έχει τοποθετήσει ΑΞΕ στην Τουρκία ύψους 9,469 δισ. δολάρια, ενώ η Τουρκία, αντίστοιχα, ΑΞΕ ύψους 2,443 δισ. δολάρια (στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας). Πίσω από αυτές τις επενδύσεις, υπάρχουν περίπου 80.000 τουρκογερμανικές επιχειρήσεις που λειτουργούν στη Γερμανία, με ετήσιο τζίρο περίπου 52 δισ. ευρώ. Απασχολούνται περίπου 500.000 άτομα σε 50 διαφορετικούς οικονομικούς τομείς. Από την άλλη μεριά, περίπου 7.500 γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην τουρκική επικράτεια.
Σε διπλωματικό επίπεδο δεν χρειάζεται να γράψουμε πολλά. Αρκεί να δούμε κάθε φορά που συζητούνται μέτρα κατά της Άγκυρας, ποιος βρίσκεται από πίσω ώστε να μη ληφθούν κυρώσεις. Όπως και στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής και το ελληνικό αίτημα για εμπάργκο πώλησης όπλων στην Τουρκία, το οποίο συμπεριλαμβανόταν στο κείμενο συμπερασμάτων, ώσπου ένα… αόρατο χέρι το εξαφάνισε! Το Βερολίνο ήθελε τους 27 ηγέτες απλώς να αποδοκιμάσουν για ακόμα μια φορά τις πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας και «προτρέπουν» τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να «αντιστρέψει» την πορεία σύγκρουσης με την Ελλάδα και την Κύπρο. Με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, να λέει ότι δεν θα υπάρξει απόφαση πριν συναντηθούν ξανά οι 27 ηγέτες στις 10-11 Δεκεμβρίου. Άλλωστε, η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ έσπευσε να δηλώσει μετά τη σύνοδο –αφού φυσικά χαρακτήρισε «προκλητικά τα μονομερή μέτρα που έλαβε η Τουρκία»– ότι «είμαστε πρόθυμοι να συνεχίσουμε την πορεία που έχουμε ακολουθήσει με την Τουρκία», αναφερόμενη στον ελληνοτουρκικό διάλογο υπό την αιγίδα του Βερολίνου.
Ελλάς – Γαλλία, Συμμαχία
Η Γαλλία από την άλλη έχει ταχθεί ξεκάθαρα υπέρ της επιβολής των πλέον ισχυρών κυρώσεων κατά της Τουρκίας, επιδιώκοντας μάλιστα να χτίσει συμμαχίες πάνω σε αυτήν την κατεύθυνση. Πέρα από το πόσο εξυπηρετεί τον Μακρόν η δυναμική στάση του απέναντι σε έναν εχθρό του Δυτικού τρόπου ζωής, όπως είναι ο Ερντογάν και ο ισλαμοφασισμός, στην προσπάθειά του να αναδειχθεί ως ηγέτης της μεταβρετανικής εποχής στην Ευρώπη με δυνατότητα στρατιωτικής παρουσίας πέραν των συνόρων της Γαλλίας –δικαίωμα που δεν έχει, τουλάχιστον χωρίς την «ομπρέλα» του ΝΑΤΟ, η Γερμανία–, η πάγια γαλλική θέση εξυπηρετεί στο ακέραιο τις εθνικές θέσεις στα ελληνοτουρκικά. Και κανείς δεν πρέπει να παραγνωρίσει ότι η Γαλλία δήλωσε παρούσα και στο πεδίο της έντασης, το περασμένο καλοκαίρι: Κοινές αεροναυτικές ασκήσεις, μόνιμη παρουσία σμήνους Rafale στην Κρήτη, παρουσία του αεροπλανοφόρου «Σαρλ Ντε Γκωλ» και άλλων πολεμικών πλοίων στην Ανατολική Μεσόγειο. «Αν η Τουρκία δεν καταλαβαίνει από λόγια, τότε υπάρχουν και οι πράξεις», είπε ο Μακρόν, θυμίζοντας τον Άγγλο πρωθυπουργό Κάνινγκ λίγο πριν τη ναυμαχία του Ναβαρίνου.
Η στήριξη της Γαλλίας σε Ελλάδα και Κύπρο είναι πολυεπίπεδη: Στους διεθνείς οργανισμούς και στις συνεδριάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να μη γείρει η ζυγαριά στα γερμανικά «χάδια» προς τον Ερντογάν, στην παροχή υλικοστρατιωτικής συνδρομής όποτε παραστεί ανάγκη –η Γαλλία είναι μονίμως υπέρ της ενεργοποίησης του άρθρου 42 (7) της ευρωπαϊκής συνθήκης περί αυτόματης ανάμειξης κρατών μελών της Ε.Ε. όταν απειλείται μέλος– και στη συνεπή εχθρική στάση της απέναντι σε όλα όσα πρεσβεύει η σημερινή Τουρκία. Εννοείται ότι, με αυτήν τη θέση της, η Γαλλία εξυπηρετεί και δικά της συμφέροντα. Σε διεθνές επίπεδο, αντιπαρατιθέμενη με την Άγκυρα στη Λιβύη, υποστηρίζει γεωστρατηγικά κεκτημένα σε πρώην κτήσεις της στο Μαγκρέμπ, ενώ και στη Μέση Ανατολή δηλώνει παρούσα ως η μόνη ευρωπαϊκή δύναμη απέναντι σε ΗΠΑ, Ρωσία και του ρόλου της Τουρκίας. Στα καθ’ ημάς, το Παρίσι ενδιαφέρεται και θέλει μερίδιο από το ενεργειακό Ελντοράντο της Ανατολικής Μεσογείου μέσω των εταιρειών-κολοσσών που διαθέτει, και εννοείται πως θέλει «πελάτες» του οπλοστασίου που παράγει, στόχοι καθ’ όλα θεμιτοί καθώς φαίνεται ότι το συγκεκριμένο πλέγμα συμφωνιών είναι win-win για Αθήνα και Παρίσι.
Αξίζει, ως επίλογο, να αναφέρουμε μια ακόμα διάσταση του ζητήματος. Την περασμένη Τετάρτη, η Παρί Σεν Ζερμέν αγωνίστηκε στην Κωνσταντινούπολη με την πρωταθλήτρια Τουρκίας Μπασακσεχίρ. Ο Γερμανός προπονητής της γαλλικής ομάδας ανέφερε στη συνέντευξη Τύπου ότι έχει μιλήσει στους ποδοσφαιριστές του για το σημείο που βρίσκονται οι γαλλοτουρκικές σχέσεις, είπε ότι έγιναν προσπάθειες από τον σύλλογο να μη γίνει το παιχνίδι, όμως η UEFA είχε αντίθετη άποψη. «Σε αυτές τις συνθήκες (κορωνοϊός, απειλές από Τουρκία) πρέπει να κοιτάξουμε και τον αγώνα», είπε ο Τούχελ, προπονητής μιας ομάδας που πολλοί από τους ποδοσφαιριστές της είναι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα από τις χώρες του Μαγκρέμπ, που επιδιώκει να αγκαλιάσει ο Ερντογάν.