Τι είναι αυτό που έκανε τόσο δημοφιλή τη στάση του Νίκου Δένδια απέναντι στον Τούρκο ομόλογό του; Νομίζω είναι απλό, δεν θέλει πολύ ψάξιμο: Μίλησε καθαρά, διατύπωσε τις ελληνικές θέσεις απέναντι στον γείτονα και τις προκλήσεις του, και δεν άφησε κουβέντα να πέσει κάτω: Τουρκικές μειονότητες; Δεν υπάρχει αυτό. Μουσουλμανικές μειονότητες ονομάζονται. Στρατικοποίηση των νησιών μας; Μα αυτό συμβαίνει γιατί μας απειλείτε, ο στρατός κοστίζει χρήματα, μακάρι να μη χρειαζόταν να τα ξοδεύουμε. Τουρκο-Ελληνικό θέμα; Όχι, αδερφέ, Τουρκο-Ευρωπαϊκό θέμα. Εμείς είμαστε στην Ε.Ε., είναι η οικογένειά μας, έχουμε κοινά σύνορα να σου θυμίσω. I hope someday you’ll join us. Και μην ξεχνάς, αδερφέ, 400 παραβιάσεις των συνόρων μας, όχι του εναέριου χώρου, των συνόρων μας. Και το ερευνητικό σου σκάφος συνοδευμένο από το μισό τουρκικό ναυτικό επί μήνες και μήνες μέσα κι έξω από τα νερά μας, γύρω-γύρω από τα νησιά μας. Θες κι άλλα ή να πάμε να φάμε – αν είμαι ακόμα καλεσμένος;
Οι Έλληνες όλων των πολιτικών αποχρώσεων το απολαύσαμε αυτό. Όμως οι πιο στρατευμένοι (κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ), αφού το απολαύσανε στιγμιαία και είπανε «ν’ αγιάσει το στόμα σου, κυρ-υπουργέ των Εξωτερικών» βάλανε μπρος τους μηχανισμούς αποδόμησης – για να μην εισπράξει το κυβερνών κόμμα τα όποια δημοσκοπικά κέρδη. Αυτή είναι η δουλειά τους και πολύ καλά κάνανε – μικροπολιτικές πιρουέτες χωρίς έμπνευση και, βέβαια, χωρίς αποτελέσματα. Το πρώτο ανακλαστικό ήταν «θα τον κοντύνει ο Μητσοτάκης, θα φάει πολύ ξύλο». Όταν ο Μητσοτάκης τού είπε «μπράβο», περάσαμε στο «θέλει να το καπηλευτεί το Μαξίμου και διαρρέει ότι όλα έγιναν με σαφείς εντολές του πρωθυπουργού». Και άλλα πολλά, παρόμοια, χαζά, μικροπολιτικά, ανόητα.
Έχω έναν φίλο στο Facebook, τον Νίκο Κανελλόπουλo (με τον οποίο γνωριζόμαστε από το σχολείο ακόμα), ο οποίος έγραφε μεταξύ άλλων, υπογραμμίζοντας τις αντιθέσεις στην ελληνική κοινωνία: «Ήρκεσαν», λέει, «κάποιες αυτονόητες θαρραλέες τοποθετήσεις του Νίκου Δένδια για να αισθανθεί ο επί χρόνια από μύρια όσα ταλαιπωρημένος Έλληνας, ότι επιτέλους το ανάστημα δεν είναι μια ακόμα λέξις του πλούσιου λεξιλογίου μας, αλλά είναι στάση η οποία ξεχωρίζει τους λίγους από τους πολλούς». Προσυπογράφω και συμφωνώ απόλυτα. Και καταλήγει ο Νικόλας, αφού αναφέρεται ονομαστικά σε παραδείγματα της «μιας» και της «άλλης» Ελλάδας όπου ζούμε όλοι: «Υπάρχουν αυτοί που βασίζουν την υπόστασή τους στο συνεχές fake, στη μόνιμη αρπακόλα, αλλά ευτυχώς υπάρχουν και αυτοί που έχουν επίγνωση του σημερινού κόσμου, των συνεχών μεγάλων προκλήσεων και της αναγκαιότητας υπεύθυνης αντιμετωπίσεως τους. Ξεκάθαρα, τελικά υπάρχουν γύρω μας δύο Ελλάδες, το μεγαλύτερο διάστημα αντιμαχόμενες με πρωτοφανείς αντιθέσεις».
Με μιαν άλλη πολύ καλή φίλη, την Έλενα, κουβεντιάζαμε την Κυριακή το βράδυ για τη συνολική απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών – και πόσο επικίνδυνο είναι αυτό. Καθώς προχώρησε η βραδιά, καταλήξαμε σε μιαν απόφαση: Να ψάχνουμε να βρούμε, εκτός από τα «λάθη» και τα «σκοτάδια», και τα άλλα, τα σωστά και φωτεινά. Όχι σαν χαζοχαρούμενοι υπεραισιόδοξοι, ούτε γι’ αστείο, αλλά ούτε και σαν σκέτοι σκοτεινοί, αρνητικοί γκρινιάρηδες. Ναι, λοιπόν, ο Πιερακάκης. Ναι, ο Δένδιας. Ναι, ναι, ναι. Προς αυτήν την κατεύθυνση θέλουμε να πάμε. Και να απαλλαγούμε μια ώρα αρχύτερα από όλους αυτούς με την αριθμομηχανή και τη μεζούρα που προσεγγίζουν την πολιτική σαν ένα «πολύ προσοδοφόρο επάγγελμα».
Δεν είναι εύκολο, αλλά θα το καταφέρουμε: Να λέμε «μπράβο» στους σωστούς, σ’ όποιο κόμμα κι αν ανήκουν – και να «μαυρίζουμε» σε πρώτη ευκαιρία τα κομματόσκυλα που έχουν το μυαλό τους στην ώρα της «εξουσίας» και της πρόσβασής της «στα λεφτά».