«Περνούν οι αστυνομικοί και χειροκροτάει ο κόσμος», γιατί «επιτέλους έχουμε κράτος», είχε πει μεταξύ άλλων ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης από το βήμα της Βουλής στις 10 Φεβρουαρίου 2020, απαντώντας έτσι σε ερώτηση 68 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ για την αστυνομική βία.
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης είπε τα περί χειροκροτημάτων δύο μήνες μετά την επιχείρηση εκκένωσης κατάληψης στη Ματρόζου. Ήταν η επιχείρηση στην οποία αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν χωρίς εισαγγελική εντολή στο διπλανό σπίτι από την κατάληψη. Εκεί, έκαναν τουλούμι τον ιδιοκτήτη του σπιτιού, σκηνοθέτη Δημήτρη Ινδαρέ, και τους δύο γιους του που είχαν την ατυχία να διαμένουν μεσοτοιχία με την κατάληψη. Οι πρώτες διαρροές τότε, γνωστές. Οι γιοι ήταν τάχα μου καταληψίες, άρα η αστυνομία δικαιούταν να τους χτυπήσει. Ο πατέρας που κρατείτο σιδηροδέσμιος με το φανελάκι στην ταράτσα επεχείρησε –άκουσον, άκουσον!– να πάρει το όπλο άνδρα της ΟΠΚΕ που συμμετείχε στην επιχείρηση. Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο και οι κραυγές του κ. Ινδαρέ, θα νομίζαμε ότι πρόκειται για έναν μεσήλικα Ρόμποκοπ που στόχο είχε να ξεπαστρέψει ΟΠΚΕ και όλη την αστυνομία με δύο κινήσεις. «Το δέσιμο είναι ταπείνωση, γιατί κανείς δεν σας έχει αντισταθεί», φώναζε ο σκηνοθέτης, ο οποίος μέχρι σήμερα από τους τραυματισμούς αντιμετωπίζει προβλήματα με την ακοή του.
Στις αρχές Φεβρουαρίου, μετά από πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο –για τον νόμο πλέον Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη για την πανεπιστημιακή αστυνομία–, αστυνομικοί άνοιξαν το κεφάλι υποψήφιου διδάκτορα του ΑΠΘ που πήγαινε στο εργαστήριό του για δουλειά. Με αίματα στο κεφάλι, ο νεαρός ρωτά, «με κοπανάτε κιόλας;», για να του απαντήσουν οι αστυνομικοί μπροστά στα έκπληκτα μάτια συγκεντρωμένων πολιτών: «Δεν σε χτύπησε κανένας». Και η υπόθεση πέρασε στα ψιλά…
Το περασμένο Σαββατοκύριακο, οι αστυνομικές δυνάμεις, αφού έκαναν προθέρμανση το Σάββατο στη λαϊκή αγορά του Χαλανδρίου, είπαν την Κυριακή να κατευθυνθούν νότια, στην πλατεία της Νέας Σμύρνης για να ρίξουν πρόστιμα και καμιά γκλομπιά σε ανυπάκουους πολίτες. Η κατάσταση ξέφυγε, ευτυχώς που υπάρχουν κινητά. Εκεί το αφήγημα που παρουσίασαν ως διαρροή ήταν ότι στήθηκε ενέδρα από 30 άτομα στις αστυνομικές δυνάμεις. Μάλιστα, ο ένας, ο Αλέξανδρος όπως μάθαμε αργότερα, επεχείρησε να πάρει και το όπλο ενός εκ των αστυνομικών. Η «διαρροή» δεν άντεξε, καθώς βρέθηκε απέναντι στα βίντεο που δείχνουν ότι καμία ενέδρα δεν υπήρξε. Η κραυγή «Πονάω, ρε» του νεαρού Αλέξανδρου, που έτρωγε τις γκλομπιές στο ψαχνό, στοιχειώνουν την ελληνική κοινωνία.
Την επομένη, «γαλάζιος βουλευτής», σε μια απελπισμένη προσπάθεια να εμπεδώσει ξανά το αίσθημα ασφάλειας στον μέσο πολίτη, επανέφερε από τηλεπαράθυρο τη δήλωση πολιτικών φρονημάτων, αποκαλύπτοντας όχι μόνο την ταυτότητα του νεαρού, αλλά τα πολιτικά του πιστεύω και το αν πηγαίνει σε διαδηλώσεις. «Δεν θα δέρνουμε εσάς, τους αναρχικούς θα δέρνουμε», ήταν το σαφές μήνυμα που ήθελε να στείλει ο «γαλάζιος» βουλευτής, κλείνοντας πονηρά το μάτι στο εκλογικό του ακροατήριο και νομιμοποιώντας τον ξυλοδαρμό με βάση την ιδεολογία του θύματος. Ακόμη δεν έχουμε ακούσει καμία απάντηση στο πώς και το γιατί τα στοιχεία του νεαρού βρέθηκαν στο non paper που μοιράζεται στα στελέχη της Ν.Δ.
Όπως δεν έχουμε ακούσει και τον υπουργό… Μόνο για ΕΔΕ ακούσαμε, αλλά ξέρουμε πως και αυτή η ΕΔΕ θα καταλήξει στο τίποτα. Μάλλον ο Αλέξανδρος έπεσε μόνος του με δύναμη πάνω στο γκλομπ του αστυνομικού, γιατί έχει μαζοχιστικές τάσεις, όπως εκείνος ο φοιτητής το 2006 έπεσε σε μηχανάκι και μετά σε παρακείμενη ζαρντινιέρα. Τότε ο υπουργός είχε εξάρει τον επαγγελματισμό των αστυνομικών. Δεκαπέντε χρόνια μετά, οι αστυνομικοί ακόμη δεν φορούν διακριτικά. Ευτυχώς όμως έχει βελτιωθεί πολύ η ανάλυση στις κάμερες των κινητών…
ΥΓ: O τραυματίας αστυνομικός δεν μπορεί να είναι απάντηση στην αστυνομική βία και αυθαιρεσία. Η βία δεν ζυγίζεται. Δεν έχει νικητές. Μόνο ηττημένους.